Σταθμευμένα το ένα δίπλα στ’ άλλο βρίσκονται τα υπερπολυτελή learjets στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος».
Οι Ρώσοι μεγιστάνες που καταφτάνουν στην Ελλάδα έχουν έναν και μοναδικό στόχο. Την αποκρατικοποίηση της ΔΕΠΑ και της ΔΕΣΦΑ.
Την ίδια ημέρα, τετραμελές κλιμάκιο στελεχών της Gazprom -μεταξύ των οποίων και Αμερικανός δικηγόρος- είχε πολύωρη συνάντηση με την ηγεσία του ΤΑΙΠΕΔ προκειμένου να βρεθεί λύση στο θέμα των εγγυήσεων και ορισμένων άλλων όρων στο κείμενο της σύμβασης πώλησης, το οποίο έχει ήδη αποσταλεί σε όλους τους υποψήφιους αγοραστές.
To βασικό αγκάθι -που πρέπει να αντιμετωπιστεί σύντομα, καθώς στις 10 Μαΐου λήγει η προθεσμία για την υποβολή
Ενδεικτικό του ενδιαφέροντος είναι ότι ειδικά για το θέμα αυτό ήρθε στην Αθήνα δύο φορές ο διευθύνων σύμβουλος του ρωσικού κολοσσού Αλεξέι Μίλερ. Η Gazprom στην αρχική, μη δεσμευτική, προσφορά είχε δώσει τίμημα γύρω στα 900 εκατ. ευρώ, που σημαίνει ότι, αν δεν αλλάξουν οι όροι που συνοδεύουν την εγγυητική και η ίδια η προσφορά της, κινδυνεύει να χάσει περίπου 180 εκατ. ευρώ σε περίπτωση που η Κομισιόν μπλοκάρει την εξαγορά.
Στο τραπέζι έχουν πέσει πολλά σενάρια. Από την απάλειψη του όρου που σχετίζεται με την κατάπτωση ύστερα από παρέμβαση τρίτων, ως τη δραστική μείωση του ύψους της εγγυητικής ή ακόμα και την επιβολή ενός είδους «πέναλτι», γύρω στο 5% ή στο 3%, που θα καταπίπτει υπέρ του ΤΑΙΠΕΔ από το συνολικό ύψος της εγγύησης σε περίπτωση ματαίωσης της εξαγοράς ύστερα από παρέμβαση τρίτων.
Σύμφωνα με την «Ημερησία», το ΤΑΙΠΕΔ, κατόπιν αιτήματος των Ρώσων διεκδικητών, φέρεται να έχει παράσχει εγγυήσεις για την κάλυψη του επενδυτή σε περίπτωση κατάρρευσης της αγοράς ενέργειας μέχρι την κατάθεση των προσφορών. Το θέμα συνδέεται με τις οφειλές προς τη ΔΕΠΑ, που φτάνουν τα 500 εκατ. ευρώ, και τη γενικότερη κρίση χρέους στην αγορά ηλεκτρισμού. Επίσης, το Ταμείο έχει δεχτεί «ρήτρα δραχμής», δηλαδή όρο που προβλέπει την ακύρωση της πώλησης σε περίπτωση εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ. Οι όροι αυτοί συμπεριλαμβάνονται στο σχέδιο της σύμβασης πώλησης που έχει αποσταλεί και στους δύο άλλους διεκδικητές, τη Negusneft του ομίλου Sintez και την κοινοπραξία Μ&Μ των ομίλων Μυτιληναίου και Βαρδινογιάννη.