Πιο αυστηρά κριτήρια θεσπίζονται για τη ρύθμιση των χρεών σε 100 δόσεις, σύμφωνα με εγκύκλιο του υπουργείου Οικονομικών. Ουσιαστικά, η βασικότερη αλλαγή αφορά το επιτόκιο με το οποίο τοκίζονται τα χρέη προς την Εφορία που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση.
Ταυτόχρονα, η ρύθμιση των 100 δόσεων χάνεται εάν ο οφειλέτης δεν εξοφλήσει ή δε ρυθμίσει νέα φορολογική οφειλή εντός τριών μηνών από την ημερομηνία που αυτή κατέστη ληξιπρόθεσμη.
Ειδικότερα, προβλέπονται οι εξής αλλαγές:
– Οφειλές άνω των 5.000 ευρώ που έχουν ρυθμιστεί με τις 100 δόσεις το επιτόκιο αυξάνεται από το 3% στο 5% και η αύξηση αυτή ισχύει για το ανεξόφλητο υπόλοιπο από τις 15 Οκτωβρίου 2015 και μετά.
– Οφειλές έως 5.000 ευρώ που ρυθμίστηκαν με τις 100 δόσεις εξακολουθούν να μην επιβαρύνονται με προσαυξήσεις/τόκους εκπρόθεσμης καταβολής ή το ανωτέρω επιτόκιο, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο που δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα,
β. η ακίνητη περιουσία του οφειλέτη, όπως προκύπτει από την τελευταία δήλωση περιουσιακής κατάστασης (Ε9), είναι αντικειμενικής αξίας μέχρι 150.000 ευρώ και
γ. η υπαγόμενη στη ρύθμιση βασική οφειλή υπερβαίνει το 50% του δηλωθέντος ετήσιου εισοδήματος του οφειλέτη.
– Η ρύθμιση των 100 δόσεων χάνεται εάν ο οφειλέτης δεν εξοφλήσει ή δε ρυθμίσει νέα φορολογική οφειλή εντός τριών μηνών από την ημερομηνία που αυτή κατέστη ληξιπρόθεσμη.
– Η διάρκεια της ρύθμισης των 100 δόσεων μπορεί να περιοριστεί ( δηλαδή να μειωθεί ο αριθμός των δόσεων) διαπιστωθεί ότι ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα σύμφωνα με τα οικονομικά του δεδομένα, να πληρώνει την οφειλή του σε λιγότερες δόσεις από τις αρχικά χορηγηθείσες.
– Μειώνεται από το 8% στο 5% από τις 15 Οκτωβρίου 2015 και μετά το επιτόκιο για προηγούμενες ρυθμίσεις οφειλών ( πχ των 72 δόσεων).
– Δεν χάνονται οι ρυθμίσεις όταν ο φορολογούμενος δεν εξοφλήσει εμπρόθεσμα τις μικρές προσαυξήσεις που προκύπτουν λόγω καθυστερημένης καταβολής δόσεων των ρυθμίσεων.