Την εσωτερική υποτίμηση, μέσω της μείωσης του εργασιακού κόστους, προέβαλε ως προτεραιότητα για την Ελλάδα, η επικεφαλής του ΔΝΤ μιλώντας στην κάμερα του δικτύου ABC και στην εκπομπή 7.30 Report.
Παράλληλα, απηύθυνε έκκληση για τη στήριξη των επώδυνων μέτρων που πρέπει να λάβει η Ελλάδα, υπογραμμίζοντας ότι πρέπει να επιτευχθεί «με τη μεγαλύτερη δυνατή υποστήριξη τόσο σε κυβερνητικό και κοινοβουλευτικό επίπεδο όσο και σε κοινωνικό», προκειμένου να επανέλθει η χώρα στο δρόμο της ανάπτυξης.
Η Κριστίν Λαγκάρντ ανέφερε πως απαιτείται «πολιτική και κοινωνική αποδοχή, στήριξη των εφαρμοζόμενων μέτρων, προκειμένου να καταστεί η χώρα πιο ευέλικτη και ανταγωνιστική, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για ανάπτυξη και να προκύψουν νέες θέσεις εργασίας, αλλά και συνειδητή στάση εκ μέρους των ιθυνόντων να βάλουν σε μία τάξη τα δημόσια οικονομικά».
Ερωτηθείσα για το πώς θα έρθει η ανάπτυξη σε μια χώρα όπου ο κατώτατος μισθός μειώθηκε κατά 22%, περιορίζοντας συνεπακόλουθα και τις εισφορές και τα έσοδα για το κράτος, η κ. Λαγκάρντ υποστήριξε ότι «υπάρχουν μεγάλα περιθώρια ακόμα για αύξηση των εσόδων του κράτους από την είσπραξη φόρων».
Συνεχίζοντας, έκανε τη σύγκριση του κατώτατου μισθού της Ελλάδας με αυτούς άλλων ευρωπαϊκών χωρών, σημειώνοντας ότι «είναι μεγαλύτερος κατά 50% απ’ ό,τι στην Πορτογαλία, 17% απ’ ό,τι στην Ισπανία και πολλαπλάσιος απ’ ό,τι σε άλλες χώρες όπως η Κροατία». Η λύση βρίσκεται στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, κατέληξε.
Ερωτηθείσα εάν θα ήταν πιο απλό να είχε η Ελλάδα το δικό της νόμισμα, την αξία του οποίου θα υποτιμούσε, ώστε να βγει από την κρίση, η επικεφαλής του ΔΝΤ ανέφερε ότι «όπως και στην περίπτωση της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας, μπορούν οι χώρες να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητά τους και να προχωρήσουν σε υποτίμηση, τρόπον τινά, με το να μειώσουν το εργασιακό κόστος».