Κατακόρυφη αύξηση στο κόστος παραγωγής προκαλεί η επιβολή ΦΠΑ 23% στα αγρο-κτηνοτροφικά εφόδια, γεγονός που αποτελεί ευθεία απειλή για τη βιωσιμότητα των εκμεταλλεύσεων και της κτηνοτροφικής δραστηριότητας.

Με γνώμονα ότι, τελικά, τα λιπάσματα, οι σπόροι για καλλιέργειες, τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα καθώς επίσης και οι ζωοτροφές, το ζωικό κεφάλαιο (άλογα, βοοειδή, αιγοπρόβατα), τα κτηνιατρικά φάρμακα και οι κτηνιατρικές υπηρεσίες μετατάχθηκαν στον υψηλότερο συντελεστή ΦΠΑ 23%, μολονότι στο πρώτο σχέδιο του νομοσχεδίου προστατεύονταν μέσα στο πακέτο των αγαθών που θα υπόκεινται στο 13%, ο αγροκτηνοτροφικός κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με μια ιδιαίτερα σημαντική επιβάρυνση.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΠΑΣΕΓΕΣ), η αύξηση στους συντελεστές ΦΠΑ στα αγροεφόδια μεταφράζεται σε επιβάρυνση ύψους περί τα 283 εκατ. ευρώ. Οι εκτιμήσεις της ΠΑΣΕΓΕΣ βασίζονται στα στοιχεία του 2014, όταν η συνολική αξία των εισροών (πλην ενέργειας) κυμάνθηκε στα 3,853 δισ. ευρώ.

Κατά συνέπεια, προκύπτει από την επιβολή ΦΠΑ 23% επιβάρυνση ίση με 383, 5 εκατ. ευρώ. Εάν αφαιρεθεί η επιστροφή, της τάξεως των 100 εκατ. ευρώ που προκύπτει με δεδομένο συντελεστή φόρου στο 26% για τους αγρότες που θα περάσουν τις δαπάνες στα έξοδα των βιβλίων τους, η συνολική επιβάρυνση ανέρχεται στα 283,5 εκατ. ευρώ.

Την ίδια ώρα, εκπρόσωποι του κτηνοτροφικού κόσμου σημειώνοντας ότι το υψηλότερο κόστος παραγωγής, πέραν του ότι επιβαρύνει περαιτέρω τη δυσμενή εικόνα του κλάδου, θα επηρεάσει άμεσα το εμπορικό ισοζύγιο στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης. Ενδεικτικά αναφέρουν ότι η φέτα, ένα από τα δυνατά εξαγωγικά χαρτιά της χώρας, αυτόματα πλήττεται από το κόστος παραγωγής γάλακτος.