Νέο ασφαλιστικό τοπίο για 250.000 ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολουμένους και αγρότες διαμορφώνει από την 1η Ιανουαρίου 2019 το ασφαλιστικό σχέδιο νόμου, που πήρε τον δρόμο προς τη Βουλή. Πρόκειται για τη 2η νομοθετική παρέμβαση της κυβέρνησης, που περιέχει θετικές διατάξεις και αναμένεται να συζητηθεί και να ψηφιστεί με «πανηγυρικό» και προεκλογικό τόνο, όπως συνέβη και με τα αναδρομικά των ενστόλων και των ειδικών μισθολογίων.

Με τα πρώτα 7 άρθρα του σχεδίου νόμου άλλωστε (από τα συνολικά 37), αλλάζει το σκηνικό των εισφορών για τους μη μισθωτούς, με εισόδημα πάνω από 7.032 ευρώ, καθώς οι εισφορές τους για κύρια ασφάλιση μειώνονται από 200 έως και 4.690 ευρώ τον χρόνο. Με άλλες διατάξεις του σχεδίου νόμου, ρυθμίζονται θέματα διοικητικού χαρακτήρα, προβλέπεται η αύξηση των τμημάτων του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, δίνεται η δυνατότητα στον ΟΑΕΔ να καλύπτει το κόστος της δωρεάν μετακίνησης των ανέργων με τα μέσα μαζικής μεταφοράς μέσω ειδικών προγραμμάτων και εξομοιώνονται οι εργαζόμενοι στα δύο ελεγκτικά σώματα του υπουργείου Εργασίας, το ΣΕΠΕ και τα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα Ασφάλισης (ΠΕΚΑ).

Αναλυτικά, από 1/1/2019 το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τον κλάδο κύριας σύνταξης διαμορφώνεται από 20% σε 13,3% για τους πρώην ασφαλισμένους σε ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ και ΟΓΑ. Προσοχή όμως, όπως ορίζεται ρητά στο νομοσχέδιο που παρουσιάζει σήμερα η«Κ», η ελάχιστη μηνιαία εισφορά για τον συγκεκριμένο κλάδο δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 20% επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών (117,22 ευρώ).

Με αίτησή τους προς τον ΕΦΚΑ, οι ασφαλισμένοι θα μπορούν οποτεδήποτε να επιλέξουν ανώτερη βάση υπολογισμού των ποσοστιαίων εισφορών από εκείνη που προκύπτει βάσει του μηνιαίου εισοδήματός τους. Στην επιλογή του ασφαλισμένου, παραμένει και το χρονικό διάστημα κατά το οποίο θα εισφέρει αυξημένες εισφορές. Η εφαρμογή της νέας βάσης υπολογισμού αρχίζει από την πρώτη του επόμενου μήνα υποβολής της αίτησης και παύει να ισχύει αυτοδικαίως, οποτεδήποτε προκύψει ανώτερη βάση υπολογισμού βάσει του μηνιαίου εισοδήματος, καθώς και από τον επόμενο μήνα από την ανάκληση της αίτησης.

Ξεκαθαρίζεται, επίσης, πως αν ο ασφαλισμένος επιλέξει να καταβάλλει υψηλότερη εισφορά, δεν θα εφαρμόζονται οι εκπτώσεις 5% – 50% του νόμου Κατρούγκαλου για τους αυτοαπασχολουμένους του ΕΤΑΑ. Για τους λοιπούς, που θα καταβάλλουν την υποχρεωτική εισφορά, οι εκπτώσεις διατηρούνται ως έχουν σήμερα, δηλαδή επί του αθροίσματος των εισφορών για κύρια σύνταξη και για υγεία.

Για τους αυτοαπασχολουμένους του πρώην ΕΤΑΑ (άρθρο 2), από την 1η Ιανουαρίου 2019 καταργούνται οι εκπτώσεις που προβλέπονταν για την πρώτη 5ετία από την υπαγωγή τους στην ασφάλιση. Και αυτό, γιατί η μηνιαία εισφορά καθορίζεται επίσης στο 13,3%, ήτοι χαμηλότερα από τις μέχρι πρότινος προβλεπόμενες. Διατηρείται όμως η ελάχιστη μηνιαία βάση υπολογισμού στο 70% επί του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού. Προσοχή: Οι εκπτώσεις που ίσχυσαν τη διετία 2017-2018 εξακολουθούν να θεωρούνται ασφαλιστικές οφειλές και προβλέπεται η επιστροφή τους.