Μετά το Brexit οι Βρυξέλλες απορρίπτουν, όπως αναμενόταν άλλωστε, τη συγχώνευση των χρηματιστηρίων της Φρανκφούρτης και του Λονδίνου «για λόγους προστασίας του ανταγωνισμού με την Ε.Ε.». Ο μεγάλος χαμένος εκτιμάται, πάντως, ότι θα είναι το γερμανικό χρηματιστήριο.

Πριν από πέντε χρόνια είχε ναυαγήσει το φιλόδοξο εγχείρημα του πρώην επικεφαλής του χρηματιστηρίου της Φρανκφούρτης, Ρέτο Φραντσιόνι, εξαιτίας του βέτο της Ε.Ε. Η σχεδιαζόμενη τότε συγχώνευση του γερμανικού χρηματιστηρίου με το αντίστοιχο της Νέας Υόρκης θα «γεννούσε» τον μεγαλύτερο χρηματιστηριακό οργανισμό παγκοσμίως.

Σε παλαιότερες εποχές χρηματιστηριακής ευφορίας πολλοί έλεγαν ότι το «συνοικέσιο» ανάμεσα στο χρηματιστήριο του Λονδίνου (LSE) και της Φρανκφούρτης (Deutsche Börse) ήταν «θέλημα Θεού».

Κι έτσι να ήταν κάποτε, η συγχώνευση, την οποία είχε αναγάγει σε «υπόθεση πρεστίζ» ο επικεφαλής του χρηματιστηρίου της Φρανκφούρτης, Κάρστεν Κένγκετερ, σκόνταψε τελικά στα τρέχοντα γεγονότα… και κυρίως στο Brexit.

Οι εμπνευστές του εγχειρήματος είχαν ανακηρύξει το Λονδίνο σε κύρια έδρα του υπό ίδρυση ευρωπαϊκού «υπερ-χρηματιστηρίου», μη συνυπολογίζοντας την πιθανότητα αρνητικής έκβασης του βρετανικού δημοψηφίσματος, που θέτει τη Βρετανία εκτός ενιαίας Ευρώπης.

Τώρα ο Κένγκετερ, ο οποίος από τότε που ανέλαβε το «τιμόνι» στη Φρανκφούρτη τον Ιούνιο του 2015 έκανε ό,τι μπορούσε για να προωθήσει τη συγχώνευση, θα έχει δύσκολο έργο.


Ο Κάρστεν Κένγκετερ

Μέχρι σήμερα ο Γερμανός χρηματιστής, ο οποίος είχε σταδιοδρομήσει στην επενδυτική τραπεζική, πριν αναλάβει το χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης, δεν κουραζόταν να επαναλαμβάνει ότι «η Φρανκφούρτη βρίσκεται σε έναν σκληρό, παγκόσμιο ανταγωνισμό και χρειάζεται συμμάχους».

Προσπαθούσε να αποστομώσει τους σκεπτικιστές με το επιχείρημα ότι «ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη Φρανκφούρτη είναι να μείνει άπραγη», επειδή σε αυτήν την περίπτωση απλώς θα παρακολουθεί τις εξελίξεις και τελικά θα υποκύψει στον ανταγωνισμό εξ Αμερικής.

Και σήμερα; «Η Deutsche Börse έχει όλα τα εφόδια για να επιτύχει στον παγκόσμιο ανταγωνισμό με άλλα χρηματιστήρια» δηλώνει αίφνης ο Κένγκετερ.

Αναμενόμενο το «ναυάγιο»

Η αλήθεια είναι ότι το «ναυάγιο» της συγχώνευσης διαφαινόταν ήδη από τον Μάρτιο, όταν το LSE αρνήθηκε να εκπληρώσει τον κύριο όρο που είχε θέσει η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν για να εγκρίνει τη σύμπραξη Λονδίνου-Φρανκφούρτης, δηλαδή την πώληση της ιταλικής πλατφόρμας συναλλαγών MTS.

Ύστερα από αυτό, ο Κάρστεν Κένγκετερ, διαβλέποντας τις εξελίξεις, δήλωνε στις τηλεοπτικές κάμερες ότι «η στασιμότητα δεν αποτελεί επιλογή, θα προσπαθήσουμε να επαναφέρουμε την Deutsche Börse στην κορυφή, διότι εκεί ανήκει. Αυτός είναι ο στόχος μας».

Ωστόσο, τα βήματα για την επίτευξη του στόχου δεν είναι πλέον ιδιαίτερα φιλόδοξα. Την 1η Μαρτίου το χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης εγκαινίασε την πλατφόρμα Scale για την καλύτερη πρόσβαση μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στις αγορές, ενώ δύο μέρες αργότερα ανακοίνωσε την εξαγορά της αμερικανικής πλατφόρμας προθεσμιακών συναλλαγών Nodal Exchange με στόχο να εισέλθει στην αγορά ενέργειας των ΗΠΑ.


Ούτε ο Ρέτο Φραντσιόνι είχε επιτύχει τη συγχώνευση με το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης

Όμως, το μεγάλο άλμα ματαιώνεται. Και μάλιστα για τρίτη φορά τα τελευταία χρόνια:

# Τον Μάιο του 2000 η πρώτη απόπειρα συγχώνευσης είχε προσκρούσει στη φιλαρέσκεια των στελεχών του LSE, που έλεγαν ότι δεν αποδέχονται αμελητέο τίμημα για ένα χρηματιστήριο που χρονολογείται από το 1698.

# Το 2005 το χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης άρχισε μία δεύτερη προσπάθεια εξαγοράς, αλλά την υπονόμευσαν οι ίδιοι του οι μέτοχοι και κυρίως αμερικανικά hedge funds, τα οποία μάλιστα εξανάγκασαν σε παραίτηση τον τότε επικεφαλής της Deutsche Börse Βέρνερ Ζάιφερτ.

# Και τώρα, το «φρένο» έρχεται από τις Βρυξέλλες, και μάλιστα λίγο πριν εορτάσει τα 50ά του γενέθλια ο Κάρστεν Κένγκετερ, ο πιο ένθερμος θιασώτης της συγχώνευσης.

«Όχι» και στο συνοικέσιο με Νέα Υόρκη

Τον Φεβρουάριο του 2012 η Ε.Ε. είχε μπλοκάρει ακόμη μία επεκτατική κίνηση της Deutsche Börse, τη συγχώνευση με το NYSE/Euronext της Νέας Υόρκης.

Το σχέδιο προωθούσε ο προκάτοχος του Κένγκετερ, Ρέτο Φραντσιόνι, χωρίς επιτυχία τελικά. Όσο για τον Κένγκετερ, φαίνεται ότι κάτι προαισθανόταν, όταν, προ ημερών, εμφανίστηκε στο Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης για μία διάλεξη με θέμα «Το μεγάλο χάσμα: οικονομική θεωρία και οικονομικές καταστροφές. Πώς μπορούμε να αποκαταστήσουμε το μέλλον;».

Μεγαλύτερο το κόστος του «ναυαγίου» για τη Φρανκφούρτη

Όπως επισημαίνει η «DW», για το χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης η αποτυχία του εγχειρήματος θα ήταν καταστροφική, σύμφωνα με εκτιμήσεις του επικεφαλής του γερμανικού χρηματιστηρίου Κένγκετερ. Όπως είχε δηλώσει πρόσφατα, το χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης έχει χάσει έδαφος «στο πλαίσιο ενός σκληρού παγκόσμιου ανταγωνισμού» και «εξαρτάται από συμμαχίες. (…) Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη Φρανκφούρτη είναι να μείνει άπραγη».

Πόσο πιθανό είναι πλέον να μετατραπεί σε παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό κέντρο η Φρανκφούρτη μετά το Brexit; Το πιθανότερο είναι να παρέμβει η πολιτική για να διατηρήσει τις οικονομικές σχέσεις με το Λονδίνο.

Η κατάρρευση του Σίτι του Λονδίνου και η άνοδος της ανταγωνιστικής πόλης στον ποταμό Μάιν της Φρανκφούρτης ήταν τη δεκαετία του ’90 ένα από τα αγαπημένα θέματα συζήτησης. Ήδη από τότε είχε διαφανεί ότι η Βρετανία δεν θα περνούσε στη ζώνη του ευρώ και αυτό αποτέλεσε την απαρχή της συζήτησης με αντιμαχόμενες απόψεις για το μέλλον του Λονδίνου ως χρηματιστηριακού κέντρου, αλλά και την ανάδειξη της Φρανκφούρτης στην κορυφή παγκοσμίως.

Παγκόσμιες προοπτικές για τη Φρανκφούρτη

Το Λονδίνο είχε καταστεί το νούμερο ένα στην Ευρώπη, και ίσως τώρα η Φρανκφούρτη θα μπορούσε να πάρει το αίμα της πίσω και τη θέση του Λονδίνου.

Το ερώτημα που απασχολεί είναι εάν η γερμανική πόλη μετά το Brexit θα μπορούσε να αναδειχθεί σε παγκόσμιο χρηματιστηριακό κέντρο.

Στο ερώτημα ο Φρίντριχ Μέτσλερ, επικεφαλής της παλαιότερης ιδιωτικής τράπεζας της Γερμανίας, απαντά ως ακραιφνής ευρωπαϊστής: «Η Ε.Ε. επηρέασε ιδιαίτερα θετικά τη ζωή μας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και η έξοδος της Βρετανίας θα ήταν μοιραία για την ευρωπαϊκή ιδέα».

Πάντως, μετά την έξοδο, ο Γερμανός χρηματιστής προβλέπει μόνο μεσοπρόθεσμα οφέλη από τη μετατόπιση του χρηματιστηριακού κέντρου και της έδρας των τραπεζών από το Λονδίνο στη Φρανκφούρτη, στην έδρα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Στο Λονδίνο, 700.000 άνθρωποι εργάζονται στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Το νούμερο ξεπερνά τον αριθμό των κατοίκων της Φρανκφούρτης, όπου 70.000 άτομα εργάζονται σε τράπεζες και επενδυτικές εταιρείες.

Υπολογίζεται ότι, αφού οι Βρετανοί θα εγκαταλείψουν την Ε.Ε., απειλούνται να καταργηθούν γύρω στις 100.000 θέσεις εργασίες. Ένα τμήμα τους θα μπορούσε να μεταφερθεί στη Φρανκφούρτη.

Πολιτικές παρεμβάσεις

«Θεωρώ ρεαλιστική τη μεταφορά 20.000 θέσεων εργασίας από το Λονδίνο στη Φρανκφούρτη» υποστηρίζει ο Μάρτιν Χέλμιχ, καθηγητής στο School of Finance της Φρανκφούρτης.

Από πρόσφατη έρευνα του Κέντρου Οικονομικών Σπουδών προέκυψε ότι το 69% των χρηματοπιστωτικών ινστιτούτων και επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών πιστεύει ότι η Φραγκφούρτη θα βγει κερδισμένη από ένα Brexit, «που ωστόσο θα έχει ποικίλες αρνητικές συνέπειες για τη Γερμανία, την Ευρώπη αλλά και την ίδια τη Βρετανία».

Αλλά τι είναι αυτό που ωθεί τις τράπεζες να κάνουν σχέδια για μεταφορά της έδρας τους μετά το Brexit; Η απάντηση βρίσκεται στο λεγόμενο ευρωπαϊκό διαβατήριο που διαθέτουν οι τράπεζες στο Λονδίνο και τους επιτρέπει να έχουν τραπεζικές δοσοληψίες σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. Το ίδιο ισχύει και για τις αμερικανικές τράπεζες με έδρα το Λονδίνο. Μόλις η Βρετανία βγει από την Ε.Ε., αυτό το διαβατήριο ενδεχομένως να μην ισχύει στο εξής.

«Πάντως, την επομένη της εξόδου η πολιτική θα αντιδράσει και θα φροντίσει με διμερείς συμφωνίες να διατηρήσει τις οικονομικές σχέσεις με τη Βρετανία» υποστηρίζει ο χρηματιστής Φρίντριν Μέτσλερ. «Η αλληλεξάρτηση είναι πολύ μεγάλη και ουδείς μπορεί να προβλέψει τις επιπτώσεις στην οικονομία ένθεν κακείθεν της Μάγχης».

Πληροφορίες από FAZ | Deutsche Welle | DPA

Σύνταξη: Κ. Μπετινάκης