Οι αποδόσεις των ισπανικών και ιταλικών ομολόγων υποχώρησαν σήμερα κοντά σε χαμηλό επίπεδο εξαμήνου, εν μέσω προσδοκιών για πρόσθετα μέτρα νομισματικής στήριξης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) που θα ενισχύσουν κυρίως τους τίτλους με χαμηλότερο πιστοληπτική διαβάθμιση.
Οι αποδόσεις των ιταλικών και ισπανικών 10ετών τίτλων υποχώρησαν κατά 3 μονάδες βάσης στο 1,48% και 1,61%, αντίστοιχα.
Η ΕΚΤ είναι πιθανόν να λάβει τον Δεκέμβριο νέα μέτρα στήριξης της οικονομίας της Ευρωζώνης. Υπό εξέταση είναι η μείωση του επιτοκίου αποδοχής καταθέσεων από την ΕΚΤ και η αύξηση ή χρονική επέκταση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, το οποίο προβλέπει σήμερα την αγορά ομολόγων αξίας 60 δισ.. ευρώ τον μήνα έως τουλάχιστον τον Σεπτέμβριο του 2016.
Για τα γερμανικά 10ετή ομόλογα, η απόδοση μειώθηκε κατά 1 μονάδα βάσης στο 0,50%, ένα επίπεδο που δυσκολεύονται να το διασπάσουν πτωτικά τους τελευταίους μήνες, καθώς οι επενδυτές δεν έχουν συνέλθει ακόμη από τις μαζικές πωλήσεις τον Μάιο, οι οποίες οδήγησαν σε μεγάλες κεφαλαιακές ζημίες.
Τον περασμένο Απρίλιο, η απόδοση των 10ετών γερμανικών τίτλων είχε φθάσει στο ιστορικά χαμηλό 0,05%, μόλις έναν μήνα μετά την έναρξη του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Οι περισσότεροι παράγοντες της αγοράς στοιχημάτιζαν ότι η απόδοση των τίτλων αυτών θα γινόταν αρνητική. Ωστόσο, μόλις μια μικρή αύξηση των τιμών αιφνιδίασε την αγορά, ορισμένοι επενδυτές πούλησαν τους τίτλους για να κατοχυρώσουν τα κέρδη τους και μία αρχικά μικρή αύξηση των αποδόσεων οδήγησε σε μαζικές πωλήσεις.
Η ποσοτική χαλάρωση υπερκαλύπτει την πολιτική αστάθεια στην Πορτογαλία
Ακόμη και οι αποδόσεις των πορτογαλικών ομολόγων μειώθηκαν περισσότερο από των γερμανικών – και συγκεκριμένα κατά 2 μονάδες βάσης στο 2,35% -, καθώς η προοπτική των νέων μέτρων ρευστότητας της ΕΚΤ υπερκαλύπτει την πολιτική αβεβαιότητα στη χώρα. Το σοσιαλιστικό κόμμα της Πορτογαλίας, που είναι στην αντιπολίτευση, υποσχέθηκε την Παρασκευή να ρίξει την κεντροδεξιά κυβέρνηση μειοψηφίας, μη δίνοντας ψήφο εμπιστοσύνης και δηλώνοντας ότι ο πρόεδρος της χώρας προκάλεσε «μία άσκοπη πολιτική κρίση» με την επιλογή του Πέδρο Πάσους Κοέλιου ως πρωθυπουργού. Ο συνασπισμός του Κοέλιου ήταν το πρώτο κόμμα στις εκλογές, αλλά έχασε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία του.