Οι ρεπουμπλικανοί του Τζον Μακέιν και του Τζώρτζ Μπους είναι τώρα αυτοί που αντιδρούν στο σχέδιο διάσωσης της αμερικανικής οικονομίας και της αναχαίτισης των άμεσων επιπτώσεων από την κρίση.

Έτσι, σε αδιέξοδο οδηγήθηκαν χθες οι διαπραγματεύσεις όσον αφορά στο σχέδιο της αμερικανικής κυβέρνησης για τη στήριξη του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ύψους 700 δισ. δολαρίων, παρά τις δραματικές προσπάθειες του προέδρου Μπους και του επιτελείου του να πείσουν τους διαφωνούντες.

Την αντίθεσή της στο σχέδιο εξέφρασε μερίδα ρεπουμπλικανών, οι οποίοι μάλιστα αποχώρησαν αργά χθες από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Στη συνάντηση συμμετείχαν, μεταξύ άλλων, ο Αμερικανός υπουργός Οικονομίας, Χένρι Πόλσον και οι υποψήφιοι για το προεδρικό χρίσμα, Μπαράκ Ομπάμα και Τζον Μακέιν.

Πάντως, οι διαπραγματεύσεις, στόχος των οποίων είναι να πείσουν το Κογκρέσο να εγκρίνει το «πακέτο διάσωσης», θα συνεχιστούν σήμερα το βράδυ, αλλά είναι προς το παρόν αμφίβολο εάν θα επιστρέψουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων οι ρεπουμπλικανοί.

Οι δημοκρατικοί φαίνεται να έχουν πιο ξεκάθαρη θέση για το πρόβλημα.

Δεν πρόκειται απλά για μία χρηματοοικονομική κρίση, αλλά για μία οικονομική κρίση. Επομένως, οι λύσεις που προωθούνται δεν μπορούν να προσφέρουν, μόνο και κυρίως, σταθεροποίηση στις αγορές. Οι δημοκρατικοί πιστεύουν ότι πρέπει παράλληλα να αντιμετωπιστούν και οι διασυνδεμένες οικονομικές προκλήσεις, που συνέβαλαν στην εξάπλωση της κρίσης, σε συνδυασμό με τις αποτυχημένες πολιτικές που επέτρεψαν σε μία πιθανή κρίση να γίνει πραγματικότητα.

Την ίδια στιγμή, η κρίση στον αμερικανικό χρηματοοικονομικό τομέα απειλεί να υπονομεύσει την υποστήριξη του δολαρίου από ξένους επενδυτές, να αποβεί επιζήμια στις προσπάθειες των αμερικανικών αρχών για απελευθέρωση περισσότερων αγορών από ρυθμιστικά πλαίσια, καθώς και να εντείνει τον ανταγωνισμό από ξένες τράπεζες και εταιρείες χρηματοοικονομικών υπηρεσιών που επιδιώκουν μεγαλύτερη επιρροή στις διεθνείς αγορές.

Από χώρα σε χώρα, οι αντιδράσεις στην κατάρρευση χρηματοοικονομικών «κολοσσών» και των προσπαθειών της αμερικανικής κυβέρνησης για διάσωση της Wall Street στη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων εγείρει ερωτήματα όσον αφορά στην οικονομική ηγεσία της Αμερικής, αλλά και όσον αφορά στη σύνεσή του να ακολουθεί κανείς το αμερικανικό μοντέλο.

Κεντρικό πρόσωπο στο «αμερικανικό θρίλερ» ο υπουργός Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Χένρι Πόλσον, που επί 32 χρόνια προσπαθεί να προωθήσει προτάσεις που αφορούν στη Wall Street και τώρα βλέπει το οικοδόμημά του να απειλείται με κατάρρευση. Ο κύριος Πόλσον έχει έρθει αντιμέτωπος με την τελευταία δοκιμασία του, καθώς προσπαθεί να πείσει το Κογκρέσο να εγκρίνει το σχέδιο διάσωσης ύψους 700 δισ. δολαρίων.

Πρόκειται για ένα μεγάλο «στοίχημα» του Αμερικανού υπουργού, αλλά και μιας ολόκληρης οικονομικής φιλοσοφίας που κυριάρχησε στις ΗΠΑ από τον πόλεμο του Βιετνάμ μέχρι σήμερα.