«Η δύσκολη επιστροφή της Ελλάδας» τιτλοφορεί σημερινό πρωτοσέλιδο – και σχεδόν ολοσέλιδο δημοσίευμά της-ανταπόκριση από την Αθήνα, η αυστριακή εφημερίδα «Die Presse», σημειώνοντας στον υπέρτιτλο: «Η προβληματική χώρα της Ευρώπης βρίσκεται μπροστά στο τέλος της ύφεσης, ο τουρισμός εκτινάσσεται στα ύψη, οι τράπεζες αναρρώνουν, ωστόσο η αλλαγή είναι εύθραυστη και υπολείπονται πολλές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις».

Στην αρχή του δημοσιεύματος τονίζεται η ανοδική πορεία του ελληνικού τουρισμού με εκατομμύρια τουρίστες να φθάνουν στη χώρα, ενώ δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι θετικές ειδήσεις, για την οικονομία, υπάρχουν, όπως και πέρυσι, με την έναρξη της θερινής περιόδου, μόνο που φέτος δεν πρόκειται για επιτυχίες στον περιορισμό των ελλειμμάτων και στις περικοπές στα ταμεία, αλλά για επιδόσεις της πραγματικής οικονομίας της χώρας, για το τέλος της ύφεσης που το 2013 ήταν ακόμη στο μείον 3,5%.

Όπως προστίθεται, κορυφαίοι αναλυτές αναμένουν τις επόμενες ημέρες να αναγγελθεί η μεγάλη αλλαγή, καθώς η Ελλάδα φέρεται μέσα στο δεύτερο τρίμηνο της χρονιάς να έχει επιστρέψει στην ανάπτυξη. Στην εξέλιξη αυτή έχει συντελέσει σε σημαντικό βαθμό ο τουρισμός που συμβάλλει στο 15% του ΑΕΠ, με τις τιμές να κάνουν ελκυστική την Ελλάδα όχι μόνον για Γερμανούς, Βρετανούς ή άλλους Ευρωπαίους, αλλά για τουρίστες και από τον υπόλοιπο κόσμο.

Σύμφωνα με την εφημερίδα, «υπάρχουν και άλλες σαφείς ενδείξεις ότι τελειώνει ο εφιάλτης, καθώς η ιδιωτική κατανάλωση έχει σταθεροποιηθεί τους πρώτους μήνες του 2014, γίνονται και πάλι πωλήσεις αυτοκινήτων, οι τράπεζες έχουν ολοκληρώσει με ευρωπαϊκά χρήματα την ανακεφαλαιοποίησή τους και το δεύτερο εξάμηνο αναμένεται να είναι προθυμότερες για παροχή δανείων στην ιδιωτική οικονομία, κάτι που θα καταστήσει δυνατές τις επενδύσεις, την πρόσληψη εργαζομένων και, ως εκ τούτου, τη μείωση της ανεργίας».

Στο δημοσίευμα σημειώνεται πως οι ενδείξεις είναι θετικές, ωστόσο οι αριθμοί μπορεί να παραπλανούν, καθώς η οικονομία ζει κυρίως από την παροχή υπηρεσιών, όπως τουρισμός, ναυτιλία, εμπόριο, και οι βιομηχανίες που προσανατολίζονται στις εξαγωγές, όπως οι βιομηχανίες τροφίμων ή μετάλλου, είναι σχετικά μικρές, αντιμετωπίζοντας δυσκολίες με την υψηλή φορολογία και δυσκίνητη διοίκηση, ενώ κάποιες επιχειρήσεις έχουν περιορισμένες δυνατότητες για να είναι ανταγωνιστικές στη διεθνή αγορά.

Οι περικοπές μισθών υπήρξαν κάτι εύκολο για την κυβέρνηση, γράφει η «Die Presse», καθώς τα σωματεία των εργαζομένων ήταν διασπασμένα, «μην μπορώντας να αντιδράσουν αποτελεσματικά, αλλά όταν πρόκειται για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, εκεί συχνά οι αντιδράσεις αποτελούν ανυπέρβλητο εμπόδιο, ιδίως όπου θίγονται προνόμια επαγγελματικών κλάδων, όπως είναι οι γιατροί, οι φαρμακοποιοί και οι εκπαιδευτικοί».

Η αυστριακή εφημερίδα παρατηρεί πως σε αυτές τις αντιδράσεις φαίνεται να προσκρούει η ελληνική κυβέρνηση συνασπισμού Συντηρητικών και Σοσιαλιστών, υπό τον πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά, με τη ριζοσπαστική αριστερή αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ να έχει αναδειχθεί στις ευρωεκλογές πρώτο κόμμα με διαφορά τεσσάρων μονάδων από τους Συντηρητικούς, ενώ και στην ελληνική Βουλή η κυβέρνηση έχει μια εύθραυστη πλειοψηφία 152 εδρών στο σύνολο των 300.

Παράλληλα, στο άρθρο επισημαίνεται ότι ο κυβερνητικός ανασχηματισμός που έγινε μετά τις ευρωεκλογές απογοήτευσε πολλούς μεταρρυθμιστές, διότι εκτός από μερικούς «ευρωπαϊστές», προωθήθηκαν, κυρίως, λαϊκιστές σε υπουργικές θέσεις και δημιουργείται σχεδόν η εντύπωση πως ο κ. Σαμαράς προετοιμάζεται για τις επόμενες εκλογές.

«Εκλογές επαπειλούνται για την ερχόμενη άνοιξη, όταν η Βουλή θα πρέπει να εκλέξει έναν νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κάτι για το οποίο απαιτείται ενισχυμένη πλειοψηφία 180 βουλευτών, διαφορετικά θα πρέπει να διεξαχθούν πρόωρες εκλογές, κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αναταράξεις που θα απειλούσαν την εύθραυστη οικονομική ανάκαμψη» καταλήγει το δημοσίευμα.