Παρότι τα προβλήματα της Ελλάδας δεν έγιναν πρωτοσέλιδο ως το 2009, ορισμένοι οικονομολόγοι, πολιτικοί και καθηγητές παρατήρησαν ρήγματα στην ευρωπαϊκή νομισματική ένωση ήδη από τη δεκαετία του ’90.
Άλλωστε η χώρα μας δυσκολεύτηκε εξαρχής να μπει στο ενιαίο νόμισμα και, πριν τελικά το καταφέρει (2001), το 1998 είχε κριθεί ανέτοιμη.
Αυτά και άλλα υπενθυμίζει σε ρεπορτάζ του το οικονομικό δίκτυο Bloomberg, επικαλούμενο εννέα ανθρώπους «που πρέπει να είχαν κρυστάλλινη σφαίρα»…
Γουίν Γκόντλεϊ
Ο Βρετανός οικονομολόγος έγραφε το 1992 σε άρθρο του στη «London Review of Books»:
«Τι συμβαίνει αν μια ολόκληρη χώρα –δυνητική “περιφέρεια” σε μια ολοκληρωμένη κοινότητα– παρουσιάσει δομικό πρόβλημα; Εφόσον είναι κυρίαρχο κράτος, μπορεί να υποτιμήσει το νόμισμά της. (…) Σε μια οικονομική και νομισματική ένωση, αυτή η διέξοδος προφανώς αποκλείεται, και η προοπτική του (κράτους αυτού) είναι επίφοβη, αν δεν γίνουν διακανονισμοί στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό που θα επιτελούν αναδιανεμητικό ρόλο. (…) Αν μια χώρα ή περιφέρεια δεν έχει τη δυνατότητα της υποτίμησης, και αν δεν επωφελείται από ένα σύστημα δημοσιονομικής εξομοίωσης, τότε τίποτα δεν μπορεί να τη γλιτώσει από μια διαδικασία συσσωρευτικής και ολέθριας ύφεσης, που θα οδηγήσει τελικά στη μετανάστευση ως μόνη εναλλακτική της φτώχειας ή της πείνας».
Άρνουλφ Μπάρινγκ
Στο βιβλίο του «Sheitert Deutschland?» (1997) ο Γερμανός πολιτικός επιστήμονας διατύπωσε δυσοίωνες προβλέψεις:
«Θα πουν ότι επιδοτούμε τζαμπατζήδες, που αράζουν σε καφετέριες στις παραλίες της Μεσογείου. Η νομισματική ένωση, στην τελική, θα καταλήξει σε μια γιγάντια επιχείρηση εκβιασμού. Εφόσον εμείς οι Γερμανοί απαιτούμε νομισματική πειθαρχία, οι άλλες χώρες θα αποδίδουν σ’ αυτή την πειθαρχία τις οικονομικές τους συμφορές, και κατ’ επέκταση σ’ εμάς. Επιπλέον, θα μας θεωρούν ένα είδος οικονομικού αστυνόμου. Για άλλη μια φορά κινδυνεύουμε να γίνουμε οι πιο μισητοί στην Ευρώπη».
Μάθιου Φορστέιτερ
Σε άρθρο του στην «Eastern Economic Journal» (1999) ο Αμερικανός οικονομολόγος μοιραζόταν τις ανησυχίες του για το μέλλον του ευρώ:
«Στην ΟΝΕ, αν οι επενδυτές κάπως αμφιβάλλουν για το χρέος οποιουδήποτε μέλους, μπορούν να αγοράσουν το χρέος άλλου μέλους, χωρίς να διατρέχουν νομισματικό κίνδυνο, αφού δεν υπάρχει διαφορά ισοτιμίας μεταξύ των νομισμάτων των κρατών μελών. (…) οι δυνάμεις της αγοράς μπορούν να απαιτήσουν φιλοκυκλική δημοσιονομική πολιτική στη διάρκεια μιας ύφεσης, επιδεινώνοντας τις υφεσιακές επιρροές. (…) Ακόμα κι αν δεν επιβάλλονταν όρια στα ελλείμματα των χωρών και στα εθνικά χρέη, η δομή της ΟΝΕ καθιστά σχεδόν αδύνατη για μια χώρα τη θέσπιση αντικυκλικής δημοσιονομικής πολιτικής, ακόμα κι αν υπήρχε η πολιτική βούληση. Κι αυτό επειδή, παραχωρώντας την εθνική νομισματική τους κυριαρχία, οι χώρες δεν μπορούν πλέον να εφαρμόσουν συντονισμένη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, απαραίτητη για τη διεξοδική και δραστική αντιμετώπιση των περιοδικών κρίσεων στη ζήτηση. Γιατί οι χώρες να θυσιάσουν οικειοθελώς τη δυνατότητα εφαρμογής συντονισμένης μακροοικονομικής πολιτικής, ιδίως σε μια περίοδο όπου οι επίσημοι δείκτες ανεργίας είναι διψήφιοι και υπάρχουν ξεκάθαρες αποπληθωριστικές πιέσεις;».
Μίλτον Φρίντμαν
Σε κεντρική ομιλία του για την Τράπεζα του Καναδά το 2000, ο νομπελίστας εξέφρασε κάποιες επιφυλάξεις όταν ρωτήθηκε για το μέλλον του ευρώ:
«Νομίζω πως το ευρώ διανύει τον μήνα του μέλιτος. Ελπίζω να πετύχει, αλλά έχω πολύ μικρές προσδοκίες. Νομίζω πως θα συσσωρευτούν διαφορές μεταξύ των διάφορων χωρών και ασύγχρονα σοκ θα τις επηρεάσουν».
Κώστας Σημίτης
Τον Δεκέμβριο του 2008, σε ομιλία του στη Βουλή, ο πρώην πρωθυπουργός αναφέρθηκε στα οικονομικά στοιχεία της χώρας. Αργότερα αποκαλύφθηκε ότι η Ελλάδα είχε συγκαλύψει το χρέος της μέσω σειράς συμφωνιών.
«Οι δανειστές έχουν επίσης υπόψη τους ότι και άλλα στοιχεία, που παρουσιάζει η κυβέρνηση, δεν έχουν σχέση με τη πραγματικότητα. (…) Η Ελλάδα, πιστεύουν (τα κράτη μέλη της ευρωζώνης), καλό θα ήταν να αναγκαστεί να προσφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για να εξασφαλίσει τον απαραίτητο δανεισμό, ώστε η παρακολούθηση της ελληνικής οικονομίας να είναι αρμοδιότητά του και όχι φροντίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.»
Στέφανι Μπελ Κέλτον
Σε δοκίμιο που εκδόθηκε το 2002, η Αμερικανίδα οικονομολόγος υποστήριζε ότι «οι προοπτικές σταθεροποίησης στην ευρωζώνη μοιάζουν ζοφερές»:
«… χώρες που επιχειρούν να αποφύγουν τις αρχές της “χρηστής” οικονομίας μπορεί να διαπιστώσουν ότι δεν μπορούν να διαχειριστούν μεγάλα, αντικυκλικά ελλείμματα, καθώς οι δανειστές αρνούνται να δώσουν επαρκή πίστωση υπό επιθυμητούς όρους. Ώσπου να γίνει κάτι ώστε να μπορέσουν τα κράτη μέλη να αντιπαλέψουν αυτούς τους χρηματοπιστωτικούς περιορισμούς (δηλαδή μια πολιτική ένωση και η δημιουργία ενός ομοσπονδιακού [της ΕΕ] προϋπολογισμού, ή η δημιουργία ενός νέου πιστωτικού οργανισμού, σχεδιασμένου να συνδράμει τα κράτη μέλη στην επιδίωξη ενός ευρέος φάσματος πολιτικών στόχων), οι προοπτικές σταθεροποίησης στην ευρωζώνη μοιάζουν ζοφερές».
Μάργκαρετ Θάτσερ
Σύμφωνα με την αυτοβιογραφία της, πίσω στο 1990 η πρώην πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου προειδοποιούσε ότι το ενιαίο νόμισμα δεν θα μπορούσε να χωρέσει ισχυρότερες και πιο αδύναμες οικονομίες. Στο παρακάτω απόσπασμα περιγράφει τη διαφωνία της με τον Τζόν Μέιτζορ επί του ζητήματος:
«Είχαμε διαφωνίες που θα μπορούσαν να πείσουν τόσο τους Γερμανούς –οι οποίοι θα ανησυχούσαν για την αποδυνάμωση των αντιπληθωριστικών πολιτικών– όσο και τις φτωχότερες χώρες – στις οποίες κάποιος έπρεπε να πει ότι δεν θα μπορούσαν να γλιτώσουν απ’ τις συνέπειες ενός ενιαίου νομίσματος, το οποίο κατ’ επέκταση θα κατέστρεφε τις αναποτελεσματικές οικονομίες τους».
Γουόρεν Μόσλερ
Ήδη από το 2001 είχε διακρίνει ο Αμερικανός θεωρητικός τα ελαττώματα της ευρωζώνης, επειδή η πολιτική της δομή δεν επιτρέπει σε επιμέρους κράτη μέλη να διαχειριστούν μια χρηματοπιστωτική κρίση λόγω της νομισματικής ένωσης.
«Η ιστορία και η λογική επιτάσσουν ότι οι πιστωτικά ευάλωτες 12 εθνικές κυβερνήσεις του ευρώ και το τραπεζικό σύστημα θα δοκιμαστούν. Οι δείκτες της αγοράς θα προκαλέσουν μια αρχικά περιορισμένη κρίση ρευστότητας, η οποία αμέσως θα προσβάλει και ραγδαία θα ανακόψει ολόκληρο το σύστημα πληρωμών του ευρώ. Μόνο η αναπόφευκτη, απαγορευμένη σήμερα, άμεση παρέμβαση της ΕΚΤ θα είναι ικανή να επιτελέσει τη νεκρανάσταση, κι από τις στάχτες αυτού του διάττοντα φλεγόμενου αστέρα ένα αθάνατο κυρίαρχο νόμισμα αναμφίβολα θα αναδυθεί.»
Λ. Ράνταλ Ρέι
O Αμερικανός καθηγητής οικονομικών επέκρινε τη διάρθρωση της ευρωζώνης στο βιβλίο του «Understanding Modern Money» του 1998:
«Στην ΟΝΕ, η νομισματική πολιτική υποτίθεται ότι θα αποσυνδεθεί από τη δημοσιονομική πολιτική, με έναν μεγάλο βαθμό ανεξαρτησίας της νομισματικής πολιτικής προκειμένου να επικεντρωθεί το ενδιαφέρον στον πρωταρχικό στόχο της σταθερότητας των τιμών. Η δημοσιονομική πολιτική, με τη σειρά της, θα είναι στενά περιορισμένη από κριτήρια που επιβάλλουν ανώτατους δείκτες ελλείμματος/ΑΕΠ και χρέους/ελλείμματος. Και το σημαντικότερο, όπως αναγνωρίζει ο Γκούντχαρτ, αυτό θα είναι το πρώτο σύγχρονο πείραμα ευρείας κλίμακας του κόσμου που θα επιχειρούσε να σπάσει τον δεσμό μεταξύ μιας κυβέρνησης και του νομίσματός της. (…) Με τον σημερινό σχεδιασμό της, η ΟΝΕ θα έχει μια κεντρική τράπεζα (την ΕΚΤ) αλλά δεν θα έχει κανέναν δημοσιονομικό βραχίονα. Αυτό θα έμοιαζε πολύ με μια Αμερική που θα λειτουργούσε με Ομοσπονδιακή Τράπεζα αλλά μόνο πολιτειακά Υπουργεία Οικονομικών. Θα είναι σαν κάθε κράτος μέλος της ΟΝΕ να επιχειρεί να κάνει δημοσιονομική πολιτική σε ξένο νόμισμα∙ η χρηματοδότηση των δαπανών από το έλλειμμα θα απαιτεί τον δανεισμό σε αυτό το ξένο νόμισμα σύμφωνα με τις επιταγές των ιδιωτικών αγορών».
Πηγή: Bloomberg
Eπιμέλεια: Βάννα Μπρούσαλη