Τη λήψη βραχυπρόθεσμων μέτρων για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων που έχουν προκληθεί από τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο στον αγροδιατροφικό τομέα της Ε.Ε., ζήτησε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Γιώργος Γεωργαντάς, κατά την τοποθέτησή του στο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του ΥΠΑΑΤ, ο υπουργός τόνισε μεταξύ άλλων, ότι η αύξηση στο κόστος παραγωγής έχει δημιουργήσει μια άνευ προηγουμένου πίεση στους αγρότες και κτηνοτρόφους, ενώ η άνοδος των επιτοκίων έχει, επίσης σοβαρό αντίκτυπο στην ικανότητα υλοποίησης επενδύσεων, που περιλαμβάνονται στα στρατηγικά σχέδια της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ).
Την ελληνική πρόταση συνυπέγραψαν δώδεκα χώρες και συγκεκριμένα, η Αυστρία, το Βέλγιο, η Βουλγαρία, η Κροατία, η Κύπρος, η Τσεχία, η Ουγγαρία, η Λετονία, η Μάλτα, η Πολωνία, η Ρουμανία και η Σλοβενία, ενώ κατά τη συζήτηση, έλαβε τη στήριξη ακόμα πέντε χωρών: της Γαλλίας, της Ολλανδίας, της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Σλοβακίας.
Θετικά εκφράστηκε και ο Επίτροπος της Ε.Ε. για τη Γεωργία, Γιάνους Βοϊτσεχόφσκι, επισημαίνοντας την ανάγκη έναρξης συζήτησης για τις επιπτώσεις των κρίσεων αυτών στον προϋπολογισμό της ΚΑΠ.
Όσον αφορά τις ευκαιρίες βιοοικονομίας στις αγροτικές περιοχές, ο κ. Γεωργαντάς υπογράμμισε ότι θα συμβάλουν στην τόνωση της γεωργικής παραγωγής και της παραγωγής τροφίμων, ιδιαίτερα στις απομακρυσμένες και μειονεκτικές περιοχές.
Αναφορικά με την αναθεώρηση του ευρωπαϊκού κανονισμού για την καλή μεταχείριση και προστασία των παραγωγικών ζώων κατά τη μεταφορά τους, ο Έλληνας υπουργός τόνισε ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη, η χρήση νέων τεχνολογιών, τα επιστημονικά δεδομένα και οι γεωγραφικές ιδιαιτερότητες κρατών όπως η Ελλάδα, με νησιά που παρουσιάζουν έντονη κτηνοτροφική δραστηριότητα.
Σε ό,τι έχει να κάνει με την αναθεώρηση της Οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών και ειδικότερα σε σχέση με τις γεωργικές πτυχές της, σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση ο κ. Γεωργαντάς κατά την τοποθέτησή του, αφού εξέφρασε την κατ’ αρχήν συμφωνία του με την ανάγκη μετάβασης σε μια πιο βιώσιμη οικονομία, υποστήριξε την ανάγκη να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα των επηρεαζόμενων γεωργικών κλάδων, με συγκεκριμένες εξαιρέσεις και εύλογα όρια.
Τέλος, σε σχέση με την παρατηρούμενη αύξηση στη διακίνηση του νοθευμένου μελιού στην εσωτερική αγορά, ανέφερε ότι «πρέπει να δράσουμε άμεσα, όχι μόνο για την προστασία των μελισσοκόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και για την προστασία των καταναλωτών και της δημόσιας υγείας».