Τις θέσεις του Ελληνικού Συνδέσμου Ηλεκτροπαραγωγών από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, ενόψει της κατάθεσης τροπολογίας του ΥΠΕΝ για τη μείωση της χρέωσης, παρουσιάζει σε ανακοίνωσή του ο ΕΣΗΑΠΕ.
Ο Σύνδεσμος υπεραμύνεται της σημασίας και της συνεισφοράς της χρέωσης προμηθευτή (απέτρεψε νέες αυξήσεις και μείωσε το ΕΤΜΕΑΡ), και υποστηρίζει ότι είναι αναγκαίο να υπάρξει μια συντηρητική προσέγγιση σε ό,τι αφορά τον υπολογισμό του πλεονάσματος του ΛΑΓΗΕ καθώς όπως επισημαίνεται υπάρχουν πολλές αβεβαιότητες.
Αναλυτικά οι θέσεις του ΕΣΗΑΠΕ, όπως αποτυπώνονται
Εν όψει της κατάθεσης και εν συνεχεία ψήφισης από τη Βουλή της τροπολογίας του ΥΠΕΝ για μείωση της Χρέωσης Προμηθευτών, αλλά και ως ουσιαστική συμβολή στη δημόσια συζήτηση που διεξάγεται τον τελευταίο καιρό για τη σκοπιμότητα και χρησιμότητα της χρέωσης αυτής, αλλά και για τη μετεξέλιξη ολόκληρου του συστήματος υποστήριξης των επενδύσεων ΑΠΕ στη χώρα μας, ο Ελληνικός Σύνδεσμος Ηλεκτροπαραγωγών από ΑΠΕ θεωρεί αναγκαίο να υπενθυμίσει και να τονίσει τα ακόλουθα:
Η Χρέωση Προμηθευτών, η οποία θεσμοθετήθηκε με το Ν.4416 τον Αύγουστο του 2016, και με ευρύτατη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία ανταποδοτική χρέωση, την οποία πληρώνουν οι προμηθευτές για το φθηνότερο (λόγω ΑΠΕ) ρεύμα που αγοράζουν.
Η χρέωση αυτή δεν έχει καμία σχέση με “τέλος” ή φόρο, ούτε και με το ΕΤΜΕΑΡ. Πλήθος έγκυρων και εξειδικευμένων μελετών τα τελευταία χρόνια (ΕΜΠ, ΑΠΘ, ΙΟΒΕ, κ.ά.) έχουν τεκμηριώσει, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι οι ΑΠΕ μειώνουν σημαντικά την Οριακή Τιμή Συστήματος (ΟΤΣ), τουλάχιστον κατά 8 ευρώ τη MWh μεσοσταθμικά.
2) Παρ’ όλα αυτά, και για πολλά χρόνια, η μείωση αυτή δεν μεταφερόταν από τους προμηθευτές στα τιμολόγια των καταναλωτών, ενώ παράλληλα δεν καταβαλλόταν στους δικαιούχους, εμπρόθεσμα και στο σύνολό του, το συμβολαιοποιημένο τίμημα για την παραγόμενη ανανεώσιμη ενέργεια.
Το γεγονός αυτό συνέβαλε καθοριστικά στη δημιουργία διαρκώς διογκούμενων ελλειμμάτων στον Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ), τα οποία για να αντιμετωπιστούν επιβάρυναν αφ’ ενός μεν τους καταναλωτές, με συνεχείς αυξήσεις του ΕΤΜΕΑΡ, αφ’ ετέρου τις ίδιες τις ΑΠΕ, κυρίως με αναδρομικές περικοπές στις συμβολαιοποιημένες τιμές πώλησης της παραγόμενης ανανεώσιμης ενέργειας, περικοπές που έφτασαν να απειλούν σοβαρά τη βιωσιμότητα του κλάδου, με όλους τους συνεπαγόμενους κινδύνους για την ενεργειακή αγορά, το περιβάλλον και την οικονομία της χώρας μας.
3)Ενάμιση χρόνο μετά τη θεσμοθέτησή της, η εφαρμογή της Χρέωσης Προμηθευτών είχε σημαντικο-τατα θετικά αποτελέσματα:
α) Αρχικά συγκράτησε και στη συνέχεια μείωσε το έλλειμμα του ΕΛΑΠΕ, το οποίο μηδενίστηκε λογιστικά μέσα στο 2017 και έκτοτε εμφανίζει πλεόνασμα, ενισχύοντας έτσι καθοριστικά την αξιοπιστία και λειτουργικότητα του ΛΑΓΗΕ, στον κρίσιμο ρόλο που αυτός διαδραματίζει ως Λειτουργός και Εγγυητής της εγχώριας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και την εν γένει ασφάλεια των επενδύσεων, υφιστάμενων και νέων.
β) Όχι μόνον απέτρεψε νέες αυξήσεις του ΕΤΜΕΑΡ και αντίστοιχες αυξήσεις των τιμολογίων των καταναλωτών, αλλά επέτρεψε και τη μείωση του ΕΤΜΕΑΡ και την περαιτέρω μείωση των τιμολογίων του ρεύματος.
4) Οι αιτιάσεις που κατά καιρούς προβάλλονται από ορισμένους συμμετέχοντες στην εγχώρια ενεργειακή αγορά, περί των δήθεν εμποδίων που προκύπτουν στο άνοιγμα της λιανικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από τη Χρέωση Προμηθευτών, είναι απολύτως προσχηματικές και ατεκμηρίωτες.
Υπενθυμίζουμε ότι η συγκεκριμένη χρέωση βαρύνει αναλογικά όλους τους προμηθευτές, ΔΕΗ και εναλλακτικούς. Συνεπώς, το όποιο πλεονέκτημα-περιθώριο, σε μοναδιαίες τιμές χονδρεμπορικού κόστους (€/MWh), υπήρχε πριν από τη θεσμοθέτηση της Χρέωσης Προμηθευτών (π.χ. λόγω των δημοπρασιών ΝΟΜΕ), παρέμεινε ως είχε και μετά τη θεσμοθέτησή της.
Επομένως, όσοι ψάχνουν τα αίτια (ή τις δικαιολογίες) για το σχετικά χαμηλό μερίδιο των εναλλακτικών προμηθευτών στη λιανική αγορά, ας ψάξουν αλλού, για παράδειγμα στις σημαντικά αυξημένες, λόγω του έντονου μεταξύ τους ανταγωνισμού, τιμές των τελευταίων δημοπρασιών NOME (παρά τις σημαντικά μεγαλύτερες ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας που δημοπρατήθηκαν), στη δυναμική εκπτωτική πολιτική του δεσπόζοντα προμηθευτή, στα ζητήματα εμπιστοσύνης που έχει ο τελικός καταναλωτής, κ.α., και πάντως όχι στη Χρέωση Προμηθευτών.
5) Όσον αφορά την εκτίμηση του πλεονάσματος του ΕΛΑΠΕ για το 2018, από την οποία και θα προκύψει το εύλογο ύψος της μείωσης της Χρέωσης Προμηθευτών για το τρέχον έτος, είναι απολύτως αναγκαίο να υιοθετηθεί μια συντηρητική προσέγγιση, καθώς υπάρχουν πάρα πολλές αβεβαιότητες για τον υπολογισμό του, οι οποίες επισημαίνονται ξεκάθαρα τόσο στις Οικονομικές Καταστάσεις του ΛΑΓΗΕ και τα Μηνιαία Δελτία του ΕΛΑΠΕ που εκδίδει, όσο και στην πρόσφατη απόφαση της ΡΑΕ για το ύψος του ΕΤΜΕΑΡ του 2018, αλλά και προκύπτουν, ως μείζονες επισφάλειες, από τον πρόσφατο νόμο για το Χρηματιστήριο Ενέργειας.
Οι μεγάλες αυτές αβεβαιότητες και επισφάλειες στις χρηματορροές του ΕΛΑΠΕ για το 2018, ύψους πολλών δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ, αφορούν:
α) τον κίνδυνο επιβαρύνσεων από εκκρεμούσες εκκαθαρίσεις ΕΤΜΕΑΡ των ετών 2012-2016 (ενδεικτικά αναφέρεται ότι η μόνη ολοκληρωθείσα εκκαθάριση της περιόδου αυτής, για το έτος 2015, κατέληξε σε πρόσθετη επιβάρυνση του ΕΛΑΠΕ ύψους 42 εκατ. € περίπου),
β) τον κίνδυνο επιβαρύνσεων από τις αγωγές για τις συναλλαγές στον Ημερήσιο Ενεργειακό Προγραμματισμό, και συγκεκριμένα για τόκους υπερημερίας, διεκδικήσεις αποζημιώσεων, κλπ., της τάξης των πολλών εκατομμυρίων ευρώ,
γ) τον κίνδυνο επιβαρύνσεων αντίστοιχα από τις δίκες (αγωγές, κλπ.) που σχετίζονται με τον ΕΛΑΠΕ,
δ) την πραγματική λογιστική εικόνα του ΕΛΑΠΕ για τους 2 πρώτους μήνες του 2018 (1/1-28/2/2018), η οποία δεν επιβεβαιώνει την πρόβλεψη του προηγούμενου Δελτίου του ΛΑΓΗΕ και εμφανίζει μειωμένα έσοδα κατά 30 εκατ. € περίπου, και ε) τον κίνδυνο μειωμένων εσόδων μέχρι την αντικατάσταση της Χρέωσης Προμηθευτών από ένα μηχανισμό που θα παράγει μετρήσιμο και εν πολλοίς προβλέψιμο αποτέλεσμα και δεν θα βασίζεται σε μέτρα αμφιβόλου οικονομικής απόδοσης, όπως π.χ. ο προταθείς μηχανισμός Εγγυήσεων Προέλευσης.
6) Πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους ότι, μεσοπρόθεσμα, η σημαντική και μόνιμη μείωση στα τιμολόγια των καταναλωτών στην Ελλάδα δεν πρόκειται να έλθει από τον ανταγωνισμό στην προμήθεια – στις προηγμένες αγορές, τα οικονομικά περιθώρια της προμήθειας είναι της τάξης του 3 με 4% – αλλά από τη μείωση του κόστους παραγωγής.
Μόνον η διατηρήσιμη μείωση του κόστους αυτού, μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές και μόνιμες μειώσεις των τιμολογίων του ρεύματος.
Οι ΑΠΕ, πέραν του περιβαλλοντικού και των άλλων πλεονεκτημάτων τους, επιτυγχάνουν και το στόχο αυτό, και γι αυτό προωθούνται πλέον κατά προτεραιότητα στην ΕΕ και διεθνώς έναντι όλων των άλλων τεχνολογιών.
7) Τέλος, χρήσιμο είναι να αναδειχθεί και το γεγονός ότι ορισμένοι από τους πλέον ηχηρά φωνασκούντες κατά της Χρέωσης Προμηθευτών και έντονα διαμαρτυρόμενους για τον “…Έλληνα καταναλωτή που πληρώνει το υψηλότατο ΕΤΜΕΑΡ…”, όπως για παράδειγμα η ενεργοβόρος βιομηχανία, ανήκουν ακριβώς στην κατηγορία εκείνη των καταναλωτών που συνεισφέρει ελάχιστα στο κόστος αυτό, απολαμβάνοντας, εδώ και χρόνια, χαμηλότατες τιμές ΕΤΜΕΑΡ, που είναι περίπου το 1/10 αυτών που πληρώνει ο οικιακός καταναλωτής και άλλες κατηγορίες επαγγελματικών καταναλωτών.
Λόγω της ευνοϊκής αυτής μεταχείρισης, οι ως άνω βιομηχανίες, ενώ αποτελούν το 20% της συνολικής ηλεκτρικής κατανάλωσης, συνεισφέρουν μόνο το 2% των εσόδων του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ.
Μάλιστα, εάν τελικά εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η προταθείσα από το ΥΠΕΝ περαιτέρω ελάφρυνση των βιομηχανιών αυτών από το ΕΤΜΕΑΡ, τότε το τέλος που θα πληρώνουν οι εν λόγω βιομηχανίες θα μειωθεί δραστικά έτι περαιτέρω, με αποτέλεσμα οι βιομηχανίες αυτές να συνεισφέρουν πλέον μηδαμινό ποσοστό, της τάξης του 0,2%, στα έσοδα του ΕΤΜΕΑΡ, ενώ το πρόσθετο κόστος που με τον τρόπο αυτό θα δημιουργηθεί θα το επωμιστούν, βεβαίως, οι υπόλοιπες κατηγορίες καταναλωτών.