Την πρόθεση της Τράπεζας της Ελλάδας να ενεργοποιήσει – σε συνεννόηση με την ελληνική κυβέρνηση – σχέδιο για την αντιμετώπιση του 60% των κόκκινων δανείων, που εκτιμάται ότι θα αφήσει πίσω του ο «Ηρακλής», «ο οποίος είναι ένα θετικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά μικρό βήμα», γνωστοποίησε απόψε, από το βήμα του 4ου Thessaloniki Summit ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ), Γιάννης Στουρνάρας.
Επισήμανε ακόμη ότι εκτιμά πως η Ελλάδα θα τα πάει «κάπως καλύτερα», σε σχέση με την πρόβλεψη του ΔΝΤ για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας τον επόμενο χρόνο, όπως αυτή διατυπώνεται στη νέα έκθεσή του, αλλά και ότι δεν συμμερίζεται την απαισιόδοξη πρόβλεψη του Ταμείου για την παραγωγικότητα στη χώρα.
Πρόσθεσε δε ότι θεωρεί πως είναι πλέον ώριμες οι συνθήκες, ώστε η ελληνική κυβέρνηση να ζητήσει μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος: «Πρέπει να πείσουμε τους εταίρους μας, και ειδικά τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και το Eurogroup ότι αυτό πρέπει να γίνει, ότι αυτό είναι win-win αφού έτσι θα κερδίσουμε τόσο εμείς, όσο και οι δανειστές μας» είπε χαρακτηριστικά.
Το σχέδιο μετά τον «Ηρακλή»
Αναλυτικότερα, σε ό,τι αφορά τα κόκκινα δάνεια, ο διοικητής της ΤτΕ επισήμανε: «Εχθές το βράδυ, μετά από πολλές ημέρες διαβουλεύσεων με τον υπουργό Οικονομικών, καταλήξαμε σε μια στρατηγική για τις τράπεζες. Καταρχήν υπάρχει σημαντική βελτίωση. Οι τράπεζες μείωσαν τα κόκκινα δάνεια κατά 30 δισ. από το σημείο κορύφωσής τους. Οι Τράπεζες στην Ελλάδα «μολύνθηκαν» από το υψηλό δημόσιο χρέος. Αν θέλουμε το 2021-2022 να πλησιάσουμε το ποσοστό της ΕΕ. στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, ο «Ηρακλής» δεν αρκεί. Είναι ένα θετικό βήμα στη σωστή κατεύθυνση, αλλά ένα μικρό βήμα»
Με τον «Ηρακλή», εξήγησε, καλύπτεται περίπου ένα 40% των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Μένει ένα 60%, το οποίο θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με άλλους τρόπους. «Άπαξ και ο νόμος περάσει και οι τράπεζες αρχίσουν και τον χρησιμοποιούν, θα είναι η στιγμή να πάρουν μπροστά τα εναλλακτικά σχέδια για το υπόλοιπο 60%. Η ΤτΕ έχει καταθέσει ένα τέτοιο σχέδιο, αυτό το σχέδιο θα είναι το επόμενο βήμα, σε συνεννόηση βέβαια με τον υπουργό Οικονομικών, ώστε να ληφθούν όλες οι πρόνοιες (…) και πάλι όμως αυτό δεν είναι αρκετό. Χρειάζεται να βελτιώσουμε το οικοσύστημα, χρειάζεται ενοποίηση των κανόνων φερεγγυότητας. Τους επόμενους μήνες το υπουργείο Οικονομικών θα αναλάβει πρωτοβουλία ενοποίησης όλων των κανόνων φερεγγυότητας», υπογράμμισε ο κ.Στουρνάρας.
Σε ό,τι αφορά την έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), που προβλέπει ανάπτυξη 2,3% για το 2020, έναντι εκτίμησης της ελληνικής κυβέρνησης για 2,8%, ο κ.Στουρνάρας επισήμανε ότι αφενός το 2,3% δεν είναι απαισιόδοξη προοπτική σε μια εποχή που οι ευρωπαϊκές οικονομίες αντιμετωπίζουν προβλήματα και ακόμη και η ισχυρή Γερμανία «παρατρίχα ξέφυγε από την ύφεση», δηλαδή τα δύο συνεχόμενα τρίμηνα αρνητικής ανάπτυξης. «Το πρόβλημα δεν είναι για το 2020, το πρόβλημα είναι για μετά, όπου το ΔΝΤ ρίχνει πολύ τους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης και θεωρώ πως δεν έχει δίκιο (…) Νομίζω πως τα τελευταία χρόνια το ΔΝΤ κάνει ορισμένα λάθη και ως προς τα δημοσιονομικά και ως προς τους ρυθμούς ανάπτυξης» σημείωσε.
Πρόσθεσε, σε ό,τι αφορά την παραγωγικότητα, σε συνδυασμό μεταξύ άλλων και με το δημογραφικό πρόβλημα, ότι το ΔΝΤ παραδοσιακά ακολουθεί μακροχρόνια μια πολύ συντηρητική προσέγγιση όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για άλλες χώρες, που έχει να κάνει με τη γήρανση του πληθυσμού. «Δεν συμφωνώ με αυτό και νομίζω πως δεν συμφωνεί ούτε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τις προβλέψεις αυτές. Αλίμονο αν μετά από τρία μνημόνια και τόσες διαρθρωτικές αλλαγές, δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι θα επιταχυνθεί η παραγωγικότητα. Δεν συμμερίζομαι αυτή την απαισιόδοξη πρόβλεψη του ΔΝΤ» είπε.
Σχετικά με την κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζών, ο κ. Στουρνάρας επισήμανε ότι οι ελληνικές τράπεζες σήμερα έχουν κεφάλαια κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο και δεν είναι άμεσο το πρόβλημα των κεφαλαίων τους. «Αν οι τράπεζες λύσουν το θέμα των NPLs και της αναβαλλόμενης φορολογίας, τότε θα μπορούμε να πούμε ότι θα έρχονται επενδύσεις στις ελληνικές τράπεζες, γιατί (οι επενδυτές) θα τις βλέπουν πλέον ως μεγάλη επενδυτική ευκαιρία. Καλός ο Ηρακλής, αλλά χρειάζεται να προχωρήσουμε ένα βήμα παραπάνω για να αντιμετωπίσουμε και το θέμα της αναβαλλόμενης φορολογίας» υπογράμμισε και κάλεσε τις τράπεζες να προχωρήσουν σε αναδιαρθρώσεις των δανείων για τις επιχειρήσεις που μπορούν να είναι βιώσιμες.
Πρόσθεσε πως ό,τι βγαίνει σήμερα από τις ελληνικές τράπεζες πηγαίνει σε προβλέψεις και δεν υπάρχει κάτι που να δημιουργεί κεφάλαιο, άρα αυτό πρέπει οπωσδήποτε να αλλάξει. Κατά τον κ.Στουρνάρα, τα κέρδη των ελληνικών τραπεζών προ προβλέψεων είναι συγκρίσιμα, αν όχι καλύτερα σε σχέση με εκείνα των τραπεζών της υπόλοιπης Ευρώπης και το ίδιο ισχύει και για το κόστος.
Σχολιάζοντας τέλος, το θέμα της εγγύησης του κινδύνου των καταθέσεων, σημείωσε ότι η ελληνική πλευρά διεκδικούσε risk share και η απάντηση που ελάμβανε ήταν «risk reduction first», αλλά ακόμη και η Γερμανία, δια στόματος του υπουργού Οικονομικών, Όλαφ Σολτς, επιτέλους κατάλαβε και αποδέχεται την εξασφάλιση -«reassurance»- των καταθέσεων, ζητώντας όμως ανταλλάγματα: μείωση του ρίσκου, οι τράπεζες που έχουν στο χαρτοφυλάκιό τους ομόλογα να μην παίρνουν zero risk weight, το solvency να είναι ενιαίο σε όλη την Ευρώπη. Όπως είπε, αν αυτά υιοθετηθούν, θα δημιουργηθούν προβλήματα, για αυτό η κυβέρνηση θα πρέπει να υιοθετήσει μέτρα.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ