Περίπου 100.000 επιχειρήσεις με 230.000 εργαζόμενους ωφελούνται από τα νέα κριτήρια για τις επιστρεπτέες προκαταβολές 1, 2 και 3, για τις οποίες δεν θα επιστραφεί το 30%-50% της ενίσχυσης, βάσει κριτηρίων για τις απώλειες που υπέστησαν οι επιχειρήσεις εντός του 2020, όπως ανακοίνωσε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θόδωρος Σκυλακάκης.
Ειδικότερα:
-Για όσες επιχειρήσεις είχαν το 2020 μείωση τζίρου τουλάχιστον 15% σε σχέση με το 2019, δεν επιστρέφεται το 30%. Για όσες επιχειρήσεις είχαν το 2020 μείωση τζίρου τουλάχιστον 30% σε σχέση με το 2019, δεν επιστρέφεται το 50%. Για επιχειρήσεις που έχουν κάνει έναρξη μετά την 1η Ιανουαρίου 2018 ή άνοιξαν υποκατάστημα από την 1η Οκτωβρίου 2019 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020 δεν επιστρέφεται το 50%, ανεξαρτήτως του τζίρου το 2020.
Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η διατήρηση θέσεων εργασίας όπως προβλεπόταν σε κάθε κύκλο της Επιστρεπτέας Προκαταβολής. Επιπλέον, ισχύει ο όρος ότι οι επιχειρήσεις που είχαν πάνω από 20 εργαζομένους και τους διατηρούν σύμφωνα με τα προβλεπόμενα σε κάθε ΚΥΑ, δεν επιστρέφουν το 40% ανεξαρτήτως τζίρου, εκτός εάν με βάση τα παραπάνω εντάσσονται στο πιο ευνοϊκό καθεστώς του 50%.
Το δημοσιονομικό κόστος που θα επηρεάσει τον προϋπολογισμό του 2021 εκτιμάται σε 570 εκατ. ευρώ, χωρίς ταμειακή εκταμίευση. Οι ωφελούμενοι από τα παραπάνω είναι περίπου 100.000 επιχειρήσεις, με 230.000 εργαζόμενους.
-Διεύρυνση περιόδου αποπληρωμής όλων των επιστρεπτέων προκαταβολών: Η περίοδος αποπληρωμής για όλες τις Επιστρεπτέες (1 έως 7) επεκτείνεται από 40 σε 60 δόσεις, με πενταετή περίοδο αποπληρωμής από 31/1/2022 έως 31/1/2027. Δίνεται η δυνατότητα επιστροφής εφάπαξ του ποσού προς επιστροφή σε μία δόση έως το τέλος του 2021, με έκπτωση 15% επί του επιστρεπτέου ποσού. Ωφελούμενοι είναι περίπου 550.000 επιχειρήσεις με 800.000 εργαζόμενους.
Επίσης θεσπίζεται η δυνατότητα για επιχειρήσεις με εργαζομένους που είχαν όλο το 2020 μείωση τζίρου τουλάχιστον 30% και δικαιούνται έκπτωση 50% στις Επιστρεπτέες 1 έως 3, να λάβουν το 35% του συνολικού ποσού των Επιστρεπτέων 1 έως 3 ως ένα πιστωτικό που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πληρωμή μελλοντικών φορολογικών και ασφαλιστικών οφειλών έως τα τέλη του 2021. Στη συνέχεια θα πρέπει να αποπληρωθεί το 100% της Επιστρεπτέας σε 60 δόσεις από 31/1/2022.
Δυνητικοί ωφελούμενοι: Τουλάχιστον 25.000 επιχειρήσεις που συμμετείχαν στις επιστρεπτέες 1 έως 3, έχουν εργαζόμενους και έχουν πτώση τζίρου μεγαλύτερη του 30%
Σύμφωνα με τον κ. Σκυλακάκη, το μέτρο αυτό αφορά σε οριακές θέσεις εργασίας που κινδυνεύουν να χαθούν, καθώς δίνει στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις με εργαζομένους, που είναι σε δυσκολία και δεν έχουν πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό, πρόσθετη ρευστότητα άμεσα, με τη μορφή του πιστωτικού που μπορούν να χρησιμοποιήσουν για τις άμεσες φορολογικές και ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις. Έχει μεγάλη σημασία για επιχειρήσεις που έχουν μείνει χωρίς ρευστό μετά τη μακρά κρίση και ενώ είναι βιώσιμες έχουν δυσκολία στη φάση της επανεκκίνησης.
Ο αναπληρωτής υπουργός επεσήμανε, παράλληλα, ότι στόχος είναι η μεγαλύτερη δυνατή εξατομίκευση και στόχευση των μέτρων, έτσι ώστε να είναι και πιο δίκαια κοινωνικά, αλλά και πιο αποτελεσματικά από πλευράς οικονομικών επιπτώσεων. Καθώς, όπως ανέφερε, η χρηματοδότηση των μέτρων συνεπάγεται έλλειμμα, κατά κύριο λόγο δηλαδή δανεισμό, συνεπώς έχει πολύ μεγάλη σημασία για τον φορολογούμενο. Γι’ αυτό και τα μέτρα που αφορούν στην έξοδο από την πανδημία είναι πολύ πιο στοχευμένα από τα μέτρα της εισόδου.
Με τη στόχευση επιδιώκεται:
Πρώτη και κύρια επιδίωξη είναι να μην χαθούν χωρίς λόγο θέσεις εργασίας, είτε αυτές αφορούν σε μισθωτούς, είτε σε μικρούς επιχειρηματίες και ελεύθερους επαγγελματίες. Γι’ αυτόν τον λόγο προσθέτονται στα γενικά μέτρα, όπως είναι οι Επιστρεπτέες και οι αναστολές συμβάσεων εργασίας, επιπλέον ειδικά μέτρα, όπως είναι οι ρυθμίσεις για την Επιστρεπτέα 1, 2, 3 και η επιδότηση δαπανών που προσφέρουν πρόσθετη ρευστότητα και ενίσχυση σε επιχειρήσεις που έχουν πληγεί περισσότερο, όπως αυτό προκύπτει από τη μείωση του τζίρου τους και το ύψος των ζημιών που έχουν πραγματοποιήσει το 2020.
Αναπόφευκτα οι ενισχύσεις αυτές αφορούν κατά προτεραιότητα ή επικεντρώνονται περισσότερο σε εκείνους που δήλωναν μεγαλύτερο ποσοστό του τζίρου τους. Ωστόσο, όπως είπε ο κ. Σκυλακάκης, στην οικονομία υπάρχει και ένα ικανό μέρος άτυπης οικονομίας, το οποίο είναι σημαντικό και κατατάσσει την Ελλάδα στις χώρες με μεγάλες απώλειες του φόρου προστιθέμενης αξίας με βάση τις ευρωπαϊκές στατιστικές.
Για τον λόγο αυτό, προβλέφθηκαν σε διάφορες φάσεις της πανδημίας και ελάχιστα ποσά, μέρος των οποίων δεν είναι επιστρεπτέο, ανεξαρτήτως τζίρου. Όπως, ανεξαρτήτως τζίρου ήταν και το μέτρο της μείωσης του ενοικίου, αλλά και το μέτρο των αναστολών συμβάσεων εργασίας. Η γενική, όμως, κατεύθυνση είναι η στόχευση στη βάση των στοιχείων που πραγματικά δηλώνουν οι ίδιες οι επιχειρήσεις και οι ίδιοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες.