Ρύθμιση – ανάσα για περίπου 4 εκατομμύρια οφειλέτες της εφορίας προβλέπει το νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών που κατατέθηκε στη Βουλή.

Σε αυτό καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή των οφειλετών στη ρύθμιση των 120 δόσεων. Μεταξύ αυτών προβλέπεται η κλίμακα με βάση την οποία θα προσδιορίζεται το ετήσιο ποσό δόσης και ο συνολικός αριθμός των δόσεων για κάθε οφειλέτη ανάλογα με το ετήσιο δηλωθέν εισόδημά του εφόσον αυτό υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ. Οφειλέτες με εισόδημα κάτω από 10.000 ευρώ εντάσσονται απευθείας στη ρύθμιση και μοναδικό κριτήριο που καθορίζει τον αριθμό των δόσεων είναι η ελάχιστη μηνιαία δόση των 30 ευρώ. Επίσης για οφειλές ως 3.000 ευρώ από οφειλέτες με εισοδήματα έως 10.000 ευρώ η ρύθμιση είναι άτοκη ενώ για μεγαλύτερες οφειλές προβλέπεται ετήσιο επιτόκιο 5%

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Για όσους υπαχθούν στη ρύθμιση παγώνουν τα αναγκαστικά μέτρα (κατασχέσεις πλειστηριασμοί) ενώ η ρύθμιση θα χάνεται με τη μη καταβολή δύο συνεχόμενων δόσεων.

Το εισοδηματικό κριτήριο

Η εισοδηματική με βάση την οποία θα καθορίζεται το αριθμός των δόσεων και το ποσό που θα πρέπει να εξοφλεί ο οφειλέτης ανάλογα με το εισόδημα του είναι η εξής:

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
  • Από 10.000 έως 15.000 ευρώ με συντελεστή 4%
  • Από 15.000 έως 20.000 ευρώ με συντελεστή 6%
  • Από 20.000 έως 25.000 ευρώ με συντελεστή 8%
  • Από 25.000 έως 30.000 ευρώ με συντελεστή 10%
  • Από 30.000 έως 50.000 ευρώ με συντελεστή 12%
  • Από 50.000 έως 75.000 ευρώ με συντελεστή 15%
  • Από 75.000 έως 100.000 ευρώ με συντελεστή 20%
  • Από 100.000 και άνω με συντελεστή 25%.

Ο ανωτέρω συντελεστής μειώνεται κατά μία ποσοστιαία μονάδα, ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων του οφειλέτη, ως εξής:

– κατά 1 μονάδα για ένα τέκνο,

– κατά 2 μονάδες για δύο τέκνα,

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

– κατά 3 μονάδες για τρία τέκνα και άνω.

Το άθροισμα των γινομένων των τμημάτων του εισοδήματος με τους αντίστοιχους συντελεστές αναγόμενο σε μηνιαία βάση διαιρεί το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής. Το πλήθος των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης που έχει ορισθεί σε 30 ευρώ.

Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος κατά το φορολογικό έτος 2017, χορηγείται το μέγιστο πλήθος δόσεων, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης. Στην αίτηση υπαγωγής αναγράφονται το έτος ή τα έτη εντός της ανωτέρω πενταετίας για τα οποία ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης.

Εάν ο οφειλέτης επιλέξει πριν από την υπαγωγή της οφειλής του στη ρύθμιση να καταβάλει την οφειλή του σε μικρότερο πλήθος δόσεων από αυτό που προτείνεται από τη Φορολογική Διοίκηση, δικαιούται μείωσης των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε συνάρτηση με το ποσοστό απομείωσης του πλήθους δόσεων που επιλέγεται από τον φορολογούμενο, το οποίο υπολογίζεται στην πλησιέστερη ακέραιη μονάδα, ως εξής:

– για ποσοστό απομείωσης δόσεων είκοσι τοις εκατό χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό.

– για ποσοστό απομείωσης δόσεων 30% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 25%.

– για ποσοστό απομείωσης δόσεων 40% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 35%

– για ποσοστό απομείωσης δόσεων 50% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 45%,

– για ποσοστό απομείωσης δόσεων 60% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 55%

– για ποσοστό απομείωσης δόσεων 70% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 75%.

– για ποσοστό απομείωσης δόσεων 80% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 85%

– για ποσοστό απομείωσης δόσεων 90%, χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 90%

– σε περίπτωση που ο οφειλέτης εξοφλήσει εφάπαξ την οφειλή του, χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά 100%.

Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια της παρούσας περίπτωσης.

Ο αριθμός των δόσεων που προτείνεται από τη Φορολογική Διοίκηση, δεν μπορεί να είναι μικρότερος των 18

Νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα:

Για οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, με συνολικό εισόδημα (φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο,) κατά το φορολογικό έτος 2017 μέχρι 10.000 ευρώ χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως και 120 δόσεις, υπό του περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης.

Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017.

Νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα:

Για οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους, σε έως 18 μηνιαίες δόσεις και κατ’ εξαίρεση σε έως 30 μηνιαίες δόσεις εφόσον πρόκειται για οφειλές που βεβαιώνονται από έκτακτη αιτία ή φόρους που καταβάλλονται εφάπαξ, με ταυτόχρονη απαλλαγή από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, σε συνάρτηση με το πλήθος των δόσεων που επιλέγονται, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης.

Ειδικότερα:

– Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως δεκαοκτώ δόσεις:

α) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 100%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ,

β) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 80%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 2 έως 6 μηνιαίες δόσεις,

Υ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 50%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 7 έως 12 μηνιαίες δόσεις,

δ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 30%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 13 έως 16 μηνιαίες δόσεις,

– Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως τριάντα δόσεις:

α) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 100%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ,

β) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 85%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 2 έως 6 μηνιαίες δόσεις,

γ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 70%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 7 έως 12 μηνιαίες δόσεις,

δ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 50%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 13 έως 18 μηνιαίες δόσεις,

ε) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 30%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται 19 έως 24 μηνιαίες δόσεις.

Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια της παρούσας περίπτωσης.

Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017.

Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης ορίζεται σε τριάντα (30) ευρώ.

Με την υπαγωγή στο πρόγραμμα ρύθμισης, συμπεριλαμβανομένης και της εφάπαξ καταβολής και υπό την προϋπόθεση της τήρησης αυτού, δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα των άρθρων 57 του Κ.Φ.Δ. και 6 του Κ.Ε.Δ.Ε.

Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος μέρους και είναι βεβαιωμένες σε περισσότερες της μίας Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου ή Τελωνείου, αυτές ρυθμίζονται ανά υπηρεσία.

Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των ληξιπρόθεσμων έως και 31.12.2018 οφειλών που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων των Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικών Κέντρων και Τελωνείων μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση και δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής από οποιαδήποτε αιτία ή άλλη ρύθμιση τμηματικής καταβολής βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή προσωρινής διαταγής.

Βασικές οφειλές που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε. και κατά Κ.Φ.Δ. τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, από την ημερομηνία υπαγωγής τους σε ρύθμιση επιβαρύνονται με τόκο που ανέρχεται σε 5%, ετησίως. Κατ’ εξαίρεση, βασικές συνολικές οφειλές μέχρι 3.000 ευρώ ανά Υπηρεσία που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος δεν επιβαρύνονται πλέον με προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, εφόσον ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο και το συνολικό εισόδημά του δεν υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ.

Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση της με μηνιαία προσαύξηση που ανέρχεται σε 2%.

Η αίτηση για την υπαγωγή σε πρόγραμμα ρύθμισης υποβάλλεται ηλεκτρονικά στη Φορολογική Διοίκηση μέχρι την 28.6.2019. Μόνο σε περιπτώσεις που υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η υποβολή αίτησης διενεργείται στην υπηρεσία (Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικό Κέντρο/Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης/Τελωνείο) ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής. Η ανωτέρω προθεσμία δύναται να παρατείνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

Καταβολή πρώτης δόσης

Για την υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος μέρους πρέπει να καταβληθεί η πρώτη δόση εντός 3 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση.

Απώλεια ρύθμισης

Η ρύθμιση χάνεται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής, σύμφωνα με τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης και την άμεση επιδίωξη της είσπραξής της με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα, εάν ο οφειλέτης:

– δεν καταβάλει 2 συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις της ρύθμισης ή καθυστερήσει την καταβολή των 2 τελευταίων δόσεων της ρύθμισης για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα,

– δεν υποβάλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας, καθ’ όλο το διάστημα της ρύθμισης των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή της, εντός 3 μηνών το αργότερο από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους ή εντός 3 μηνών από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση εφόσον η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει πριν την υπαγωγή σε αυτή.

γ) δεν εξοφλήσει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις οφειλές του, καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης του παρόντος μέρους, εντός διμήνου από τη λήξη προθεσμίας καταβολής τους ή εντός διμήνου από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος, εφόσον η προθεσμία καταβολής τους έχει παρέλθει πριν την υπαγωγή σε αυτή.

δ) υποπέσει σε σοβαρές φορολογικές παραβάσεις

Ευεργετήματα από την υπαγωγή στη ρύθμιση

Η υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα:

α) χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 4174/2013,

β) αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα και

γ) αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις. Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.

Εξαιρέσεις

Εξαιρούνται και δεν υπάγονται στη ρύθμιση:

α) Οφειλές που έχουν υπαχθεί σε νομοθετική ρύθμιση κατά τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 17 του ν. 4321/2015 (Α’ 32) ή του άρθρου 51 του ν. 4305/2014 (Α’ 237), η οποία ρύθμιση απωλέσθη μετά την κατάθεση του παρόντος νόμου.

β) Οφειλές που έχουν υπαχθεί σε σύμβαση/ρύθμιση με τη Φορολογική Διοίκηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4469/2017 (Α’ 62) και η οποία ρύθμιση απωλέσθη μετά την κατάθεση του παρόντος νόμου.

γ) Οφειλέτες που κατά το χρόνο υπαγωγής έχουν καταδικαστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για φοροδιαφυγή ή λαθρεμπορία.

δ) Οφειλές, οι οποίες δεν δύνανται να ρυθμίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 22 του ν. 4002/2011 (Α’ 180) και αφορούν σε ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών ή που δεν δύνανται να ρυθμίζονται σύμφωνα με άλλες διατάξεις.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης