Την έντονη αντίδραση των εργαζομένων στο Δημόσιο προκάλεσε διάταξη του υπουργείου Οικονομικών που ψηφίστηκε από τη Βουλή και προβλέπει σημαντικές αυξήσεις στους μισθούς μόνο των νέων υπαλλήλων του, καθώς και των εργαζομένων στους εποπτευόμενους από αυτό φορείς, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) και το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΝΣΚ).
Οι εκπρόσωποι των δημοσίων υπαλλήλων θεωρούν ότι πρόκειται για αυξήσεις με έντονο προεκλογικό αλλά και συντεχνιακό άρωμα, καθώς δίνεται μόνο στους νέους υπαλλήλους του υπουργείου Οικονομικών, που προσελήφθησαν ή μετατάχθηκαν μετά την 1η Νοεμβρίου του 2011.
Βασικό επιχείρημα του υπουργείου Οικονομικών για την ψήφιση της σχετικής διάταξης, με συνολικό ετήσιο κόστος που ξεπερνά τα 10,5 εκατ. ευρώ (9,8 εκατ. ευρώ για τον κρατικό προϋπολογισμό και 800.000 ευρώ για τους προϋπολογισμούς των φορέων), είναι λόγοι ισότητας και δικαιοσύνης.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην εισηγητική έκθεση που συνόδευσε το νομοσχέδιο στη Βουλή, η διάταξη προβλέπεται «κατ’ εφαρμογήν της συνταγματικής αρχής της ισότητας, με δεδομένο ότι πρόκειται για υπαλλήλους οι οποίοι παρέχουν τις ίδιες υπηρεσίες και ασκούν όμοια καθήκοντα με όσους υπηρετούσαν πριν την κρίσιμη ημερομηνία».
Είναι οι ίδιο λόγοι «ισότητας» που επικαλούνται άλλωστε και οι εκπρόσωποι των εργαζομένων στο υπουργείο και τους εποπτευόμενους φορείς, ώστε να χαιρετίσουν τη διάταξη ανεξάρτητα από το ποια κομματική παράταξη εκπροσωπούν.
Η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών φαίνεται πως υπέκυψε στις έντονες πιέσεις των εργαζομένων – συνδικαλιστών, που διαρκούσαν τουλάχιστον δύο χρόνια, οι οποίοι ζητούσαν μετ’ επιτάσεως τη μισθολογική εξομοίωση όλων των εργαζομένων στο υπουργείο Οικονομικών και στην ΑΑΔΕ. Η απόφαση προκάλεσε βέβαια την έντονη αντίδραση των υπαλλήλων άλλων υπουργείων, καθώς στην πράξη επανέρχονται καμουφλαρισμένες ανισότητες και συντεχνιακές πρακτικές των προηγούμενων ετών, που διαμόρφωσαν έντονες ανισότητες στα μισθολογικά κλιμάκια των δημοσίων υπαλλήλων, με τους υπαλλήλους στο συγκεκριμένο υπουργείο να θεωρούνται οι πλέον ευνοημένοι εργαζόμενοι…
Τι προβλέπεται
Αναλυτικά, το νομοσχέδιο με τίτλο « (Ι) Κεντρικά Αποθετήρια Τίτλων, (ΙΙ) Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας (Ε.Ε.) 2016/2258 και άλλες διατάξεις, (ΙΙΙ) Λοιπές διατάξεις του υπουργείου Οικονομικών», που ψηφίστηκε στο τέλος Σεπτεμβρίου, προβλέπει ότι από την 1η Σεπτεμβρίου 2018 θα χορηγείται η προσωπική διαφορά, που είχε προκύψει από την εφαρμογή των ενιαίων μισθολογίων των ετών 2011 και 2015, σε όλους τους υπαλλήλους αορίστου χρόνου του υπουργείου Οικονομικών, της ΑΑΔΕ, της ΕΛΣΤΑΤ, του ΝΣΚ, του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων (ΤΠΔ) και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (Ε.Κ.), οι οποίοι διορίστηκαν ή μετατάχθηκαν μετά την 1η Νοεμβρίου 2011.
Στην πράξη, η διάταξη που υπογράφει σύσσωμη η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, και δη ο υπουργός Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο αναπληρωτής υπουργός Γιώργος Χουλιαράκης και η υφυπουργός Αικατερίνη Παπανάτσιου, οδηγεί σε σημαντικές αυξήσεις τις μηνιαίες αποδοχές των εν λόγω υπαλλήλων, καθώς στη διαφορά αυτή περιλαμβάνονται τα «υπολείμματα» των μηνιαίων παροχών ΔΙΒΕΕΤ και ΔΕΤΕ, που λάμβαναν επί πολλά χρόνια οι παλιοί υπάλληλοι του υπουργείου Οικονομικών. Το νομοσχέδιο ορίζει ότι η προσωπική διαφορά θα χορηγηθεί για την περίοδο από την 1η Σεπτεμβρίου 2018 και μετά, δηλαδή οι υπάλληλοι δεν θα λάβουν αναδρομικά.
Η συνολική ετήσια δαπάνη που προκαλούν οι αυξήσεις αυτές στον κρατικό προϋπολογισμό ανέρχεται περίπου σε 9,8 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Μόνο για το τρέχον έτος, ήτοι για το 4μηνο Σεπτεμβρίου – Δεκεμβρίου, το κόστος εκτιμάται σε 3,3 εκατ. ευρώ. Επιπλέον 300 χιλ. ευρώ το έτος θα καταβάλλει το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, 15 χιλ. ευρώ η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και 486 χιλ. ευρώ η Ελληνική Στατιστική Αρχή.