Σημαντικές περικοπές έως και 45% στις νέες επικουρικές συντάξεις φέρνει η εφαρμοστική εγκύκλιος την οποία εξέδωσε το Υπουργείο Εργασίας.

Η εγκύκλιος αυτή αφορά όσους ασφαλίστηκαν στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ) έως 31 Δεκεμβρίου 2013 και καταθέτουν αίτηση συνταξιοδότησης από 1η Ιανουαρίου 2015 και έπειτα.

Σύμφωνα με την εγκύκλιο αυτή, το ποσό της επικουρικής σύνταξης αποτελείται από το άθροισμα δύο κομματιών.

Το πρώτο κομμάτι της σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισής τους έως 31.12.2014 υπολογίζεται με βάση ποσοστό αναπλήρωσης 0,45% για κάθε έτος ασφάλισης επί των συντάξιμων αποδοχών κάθε ασφαλισμένου που υπεβλήθησαν σε εισφορές υπέρ επικουρικής ασφάλισης.

Με άλλα λόγια, όπως εξηγούν αναλυτές της κοινωνικής ασφάλισης στο Capital.gr, ισχύει για τους ασφαλισμένους που θα αιτηθούν σύνταξη και μετά την 1η Ιανουαρίου του 2015, ο συντελεστής αναπλήρωσης με βάση τον οποίο επανυπολογίστηκαν όλες οι ήδη καταβαλλόμενες επικουρικές συντάξεις από την 1η Ιουνίου του 2016, με συνέπεια την περικοπή έως και 45% του 20% αυτών στο χρονικό διάστημα Αυγούστου – Οκτωβρίου 2016.

Το δεύτερο τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισής τους από την 1η Ιανουαρίου 2015 και εφεξής υπολογίζεται με το διανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση.

Επίσης, σύμφωνα με την ίδια εγκύκλιο, στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης με προϋποθέσεις μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος, το προβλεπόμενο ποσοστό μείωσης (1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται από το όριο ηλικίας πλήρους συνταξιοδότησης μέχρι πέντε έτη) εφαρμόζεται στο πρώτο κομμάτι της επικουρικής σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισης μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2014.

Το παραπάνω ποσοστό μείωσης δεν εφαρμόζεται στο δεύτερο κομμάτι της επικουρικής σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισης από 1η Ιανουαρίου 2015 και μετά, το οποίο υπολογίζεται με το διανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση, ούτε φυσικά στους ασφαλισμένους από 1η Ιανουαρίου 2014 που συνταξιοδοτούνται πλήρως με το νέο σύστημα.

Από την άλλη μεριά, όμως προβλέπεται, μεταξύ άλλων, προσαύξηση του ποσού της επικουρικής σύνταξης για όσους κατέβαλλαν αυξημένες εισφορές ή είχαν παράλληλη επικουρική ασφάλιση σε περισσότερους του ενός ενταχθέντες στο ΕΤΕΑΕΠ (τ.ΕΤΕΑ) φορείς επικουρικής ασφάλισης.
Αυτό ισχύει για όσους καταθέτουν αίτηση και συνταξιοδοτούνται από το ΕΤΕΑΕΠ από 1.1.2015 και μετά.

Διευκρινίζεται ότι η ανωτέρω προσαύξηση, της τάξεως του 0,075%, ισχύει για καθεμία ποσοστιαία μονάδα (1%) επιπλέον εισφοράς για κάθε έτος που έχει καταβληθεί επιπλέον εισφορά επί του συντάξιμου μισθού στον οποίο υπολογίστηκε η επιπλέον εισφορά, εφαρμόζεται μόνο στο πρώτο κομμάτι τμήμα της επικουρικής σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισης μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2014 και το οποίο υπολογίζεται με το σύστημα καθορισμένων παροχών και με ετήσιο ποσοστό αναπλήρωσης 0,45% για κάθε έτος ασφάλισης επί του συντάξιμου μισθού.

Για χρόνο ασφάλισης από 1η Ιανουαρίου 2014 και εφεξής (για τους ασφαλισμένους από την 1η Ιανουαρίου 2014 και έπειτα) και για χρόνο ασφάλισης από 1η Ιανουαρίου 2015 και εφεξής (για τους ασφαλισμένους μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2013 που καταθέτουν αίτηση και συνταξιοδοτούνται από 1η Ιανουαρίου 2015), δεν εφαρμόζονται γενικές διατάξεις για μείωση ή προσαύξηση του ποσού της επικουρικής σύνταξης, καθώς κατά τον υπολογισμό της σύνταξης με το σύστημα νοητής κεφαλαιοποίησης λαμβάνονται υπ’ όψιν το ύψος των συσσωρευμένων ασφαλιστικών εισφορών στην ατομική μερίδα του ασφαλισμένου και το προσδόκιμο ζωής κατά τη συνταξιοδότηση.

Τι ισχύει για τους αυταπασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες

Για τους αυτοαπασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες, ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό του πρώτου κομματιού της επικουρικής σύνταξης που αντιστοιχεί σε χρόνο ασφάλισης μέχρι και 31 Δεκεμβρίου 2014, λαμβάνεται υπ’ όψιν το εισόδημα του ασφαλισμένου, το οποίο υπόκειται σε εισφορές υπέρ επικουρικής ασφάλισης για το χρονικό διάστημα από 1η Ιανουαρίου 2002 έως και 31 Δεκεμβρίου 2014.

1) Ως εισόδημα νοείται το ποσό που θα αποτελούσε το ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα, αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που πράγματι καταβλήθηκε για κάθε μήνα ασφάλισης κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα (από το έτος 2002 έως και το έτος 2014).

Στο ποσό της ασφαλιστικής εισφοράς που πράγματι καταβλήθηκε για κάθε ασφαλισμένο συνυπολογίζεται, όπου υπήρχε, και η ασφαλιστική εισφορά που έχει καταβληθεί από τον εργοδότη.

Στην κατηγορία αυτή υπάγονται και οι μισθωτοί ασφαλισμένοι που χαρακτηρίζονται ως αμειβόμενοι με κυμαινόμενες αποδοχές, απασχολούμενοι σε συγκεκριμένες κατηγορίες και ειδικότητες (π.χ. μπάρμαν), οι οποίοι κατατάσσονταν μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2016 σε Ασφαλιστικές Κλάσεις Τεκμαρτών Ημερομισθίων και οι εισφορές τους υπολογίζονταν επί αυτών των κλάσεων.

Οι μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές τους υπολογίζονται, συνεπώς, ως το γινόμενο των κατά μήνα ημερών ασφάλισης επί το τεκμαρτό ημερομίσθιο που αντιστοιχεί στο έτος αναφοράς.

2) Για τους ασφαλισμένους με ποσό εισφοράς υπέρ επικουρικής ασφάλισης που προκύπτει ανάλογα με την αξία ή την ποσότητα επί των αγοραζομένων ή πωλουμένων προϊόντων, ως συντάξιμες αποδοχές – ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα νοείται ο μέσος όρος μηνιαίων τεκμαρτών αποδοχών που προκύπτουν από την αναγωγή των πραγματικά καταβληθεισών μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών, των ετών 2002 έως και 2014, θεωρώντας ως ποσοστό εισφοράς το 6%.

Για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα του ασφαλισμένου για κάθε ημερολογιακό έτος, αναπροσαρμοζόμενο κατά τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή (ΔτΚ) της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.

Τι ισχύει για τις συντάξιμες αποδοχές τουλάχιστον 5 ετών και για τους πλασματικούς χρόνους
Αν για τον προσδιορισμό των συντάξιμων αποδοχών σύμφωνα με τα ανωτέρω δεν προκύπτουν ασφαλιστικά στοιχεία από πραγματικό ή πλασματικό χρόνο ασφάλισης ή από προαιρετική ασφάλιση, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε ετών από 1η Ιανουαρίου 2002 μέχρι και 31 Δεκεμβρίου 2014, τότε για τον υπολογισμό του πρώτου κομματιού της επικουρικής σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισης έως και 31 Δεκεμβρίου 2014, αναζητούνται τα ασφαλιστικά στοιχεία και κατά το πριν το έτος 2002 χρονικό διάστημα μέχρι τη συμπλήρωση συνολικά πέντε ετών.

Ως συντάξιμες αποδοχές που αφορούν χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται πλασματικά, ύστερα από την καταβολή του προβλεπόμενου ποσού εξαγοράς, ορίζεται το ποσό που θα αποτελούσε το μηνιαίο μισθό – εισόδημα, αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που καταβλήθηκε για την εξαγορά κάθε μήνα ασφάλισης.

Σημειώνεται ότι οι συντάξιμες αποδοχές υπολογίζονται στο αρχικό ποσό εξαγοράς, πριν από την εφαρμογή τυχόν έκπτωσης που παρέχεται σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής του ποσού.

Επίσης, το ποσό των συνταξίμων αποδοχών, που αφορούν τον χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται ως πλασματικός, θα ληφθεί υπ’ όψιν για τον υπολογισμό του (Α) τμήματος της επικουρικής σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισης από 1η Ιανουαρίου 2002 έως και 31 Δεκεμβρίου 2014, εφόσον η αίτηση αναγνώρισης έχει υποβληθεί κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, δηλαδή από 1η Ιανουαρίου 2002 έως και 31 Δεκεμβρίου 2014 και θα αναπροσαρμοστεί με βάση τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή (ΔτΚ) της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.

Στο δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης προβλέπεται ρητά ότι οι πλασματικοί χρόνοι που αναγνωρίστηκαν χωρίς εξαγορά (π.χ. χρόνος επιδότησης λόγω ασθένειας και χρόνος επιδότησης λόγω τακτικής ανεργίας) δεν συνυπολογίζονται για τον υπολογισμό του ποσού του παραπάνω πρώτου κομματιού της επικουρικής σύνταξης.