Για τις δυνατότητες που διανοίγονται για τους Ελληνες ορυζοκαλλιεργητές, μετά την απόφαση επιβολής δασμών στο εισαγόμενο ρύζι στην Ευρωπαϊκή Ένωση την επόμενη τριετία, αλλά και για τη θετική προοπτική που διαμορφώνει η είσοδος νεότερων αγροτών στη συγκεκριμένη καλλιέργεια, μίλησε στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ-ΜΠΕ, “Πρακτορείο 104,9 FM” η Γεωργία Κωστηνάκη, πρόεδρος του Συνδέσμου Ορυζόμυλων Ελλάδας (ΣΟΕ), του Συνδέσμου που με 15 μέλη επιχειρήσεις εκπροσωπεί σχεδόν το 100% των ορυζόμυλων στην Ελλάδα.

«Επιτέλους, μετά από μεγάλη προσπάθεια πολλών Νοτιοευρωπαίων η ΕΕ αποφάσισε να επιβάλει δασμούς στο εισαγόμενο ρύζι», σημείωσε στην αυγή του 2019 η κα Κωστηνάκη, αναφερόμενη στην πρόσφατη απόφαση της ΕΕ για επιβολή δασμών τα επόμενα τρία χρόνια, ενώ δεν παρέλειψε να σημειώσει για τον νεοσυσταθέντα Σύνδεσμο και τα μέλη του (σ.σ συστάθηκε μόλις τον Απρίλιο του 2018) πως η παρουσία νέων στο πρόσφατο 1ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ρυζιού ήταν το “μήνυμα” που έκανε τους εμπλεκόμενους στη συγκεκριμένη αγορά «να αισθάνονται πάρα πολύ καλά».

«Στην Ελλάδα μπορούν να καλλιεργηθούν οι διπλάσιες ποσότητες ρυζιού», τόνισε η κα Κωστηνάκη απαντώντας σε ερωτήματα που θα μπορούσαν να προκύψουν σε σχέση με έναν ενδεχόμενο κορεσμό της συγκεκριμένης αγοράς, στοιχείο που συνδυάζεται κατά την άποψη της προέδρου του Συνδέσμου Ορυζόμυλων Ελλάδας με το προαναφερθέν νέο της επιβολής δασμών από την ΕΕ. Έτσι με την άμεση ισχύ -όπως είπε η κα Κωστηνάκη- του νέου κανονισμού, αγορές που είχαν «χαθεί στη Βόρεια Ευρώπη τις έχουμε πάλι».

«Μπορούμε, μπορεί η Ελλάδα να προμηθεύσει ρύζι στη Αγγλία ή τη Γερμανία που έτρωγαν ρύζι από τρίτες χώρες. Άρα υπάρχει μεγάλο κομμάτι που μπορεί να καλυφθεί από την Ελλάδα, έχουμε χωράφια στα οποία μπορεί να καλλιεργηθεί ρύζι» πρόσθεσε η πρόεδρος του ΣΟΕ, που ταυτόχρονα εστίασε στη δυναμική περιοχών της Κεντρικής Μακεδονίας όπου τα μεγέθη είναι σημαντικά και στην ανάγκη εξαγωγικής στόχευσης.

«Για να καταλάβει κάποιος σε νούμερα, το παραγόμενο επεξεργασμένο προϊόν σε νούμερα στην Ελλάδα είναι 145.000 τόνοι, ενώ η Ελλάδα ως χώρα καταναλώνει περί τους 50.000 τόνους», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Οι παγκόσμιοι αριθμοί και «η Ελλάδα του ρυζιού»

«Η Ελλάδα παράγει ρύζι εδώ και πάρα πολλούς αιώνες και είναι στην τέταρτη θέση της ΕΕ ως παραγωγός ρυζιού» εξήγησε η πρόεδρος του ΣΟΕ, που τοποθέτησε τη χώρα μας σε μια παγκόσμια αγορά που παρουσιάζει αριθμούς που προκαλούν ζάλη, καθώς το ρύζι καλλιεργείται σε 113 χώρες και είναι τo βασικό τρόφιμο για περισσότερο από το μισό παγκόσμιο πληθυσμό.

«Το ρύζι ταΐζει όλο τον κόσμο, 840 εκατομμύρια άτομα που πάσχουν από χρόνια πείνα» τόνισε, ενώ την ίδια ώρα σημείωσε πως πάνω από το 50% όσων ζουν σε περιοχές των χωρών όπου διαβιούν τα εκατομμύρια αυτά των ανθρώπων, εξαρτώνται άμεσα από την παραγωγή ρυζιού.

«Η δε ετήσια παγκόσμια παραγωγή επεξεργασμένου ρυζιού είναι 503.000.000 τόνοι και η μέση ετήσια κατά κεφαλήν κατανάλωση ρυζιού παγκοσμίως στα 54 κιλά» σημείωσε.

Για τα ειδικά χαρακτηριστικά συγκεκριμένα της “Ελλάδας του ρυζιού” η κα Κωστηνάκη τόνισε πως το ρύζι στη χώρα μας «καλλιεργείται κυρίως στη Μακεδονία με τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις να αντιπροσωπεύουν το 92% της συνολικής εγχώριας παραγωγής» ενώ φέτος έχουν καλλιεργηθεί «2700 εκτάρια, τουτέστιν 270.000 στρέμματα».

Σε ό,τι αφορά τέλος το σύνολο της ετήσιας παραγωγής σε αναποφλοίωτο ρύζι της ΕΕ, η κα. Κωστηνάκη μίλησε για περίπου 2,8 εκατομμύρια τόνους εκ των οποίων το 75% ανήκει στην οικογένεια Japonica που είναι τα μικρόσπερμα και μεσόσπερμα ρύζια, «σε ελληνικά ονόματα η καρολίνα και το γλασέ» όπως εξήγησε, ρύζια στα οποία η ΕΕ είναι αυτάρκης με τις επιπλέον ποσότητες που παράγονται να είναι εξαγώγιμο προς άλλες εκτός ΕΕ αγορές.

Το άλλο 25% της ευρωπαϊκής παραγωγής ανήκει στην οικογένεια Indica «που είναι τα μακρύσπερμα ρύζια», εκείνα που «το ελληνικό κοινό γνωρίζει ως νυχάκι και parboiled».

Σήμερα η ελληνική παραγωγή αφορά κύρια το πρώτο είδος, το Japonica, «το μεγαλύτερο μέρος του οποίου εξάγεται», όπως τόνισε η πρόεδρος του Συνδέσμου Ορυζόμυλων Ελλάδας.