Το ρόλο της ανεξάρτητης αρχής της Τράπεζας της Ελλάδος υπερασπίστηκε για μια ακόμη φορά ο κεντρικός τραπεζίτης, Γιάννης Στουρνάρας.
Ειδικότερα, σε μήνυμά του προς το προσωπικό της ΤτΕ κατά τη διάρκεια της τελετής για την κοπή της πρωτοχρονιάτικης πίτας ο κ. Στουρνάρας υπογράμμισε:
«Στέκομαι ιδιαιτέρως στην υποχρέωση του θεσμικά ανεξάρτητου Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας να προειδοποιεί εγκαίρως και δημοσίως για ενδεχόμενους κινδύνους που μπορεί να διαταράξουν τη νομισματική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα, καθώς και να λαμβάνει υπόψη στις Εκθέσεις και στις αναφορές του το μακροχρόνιο ορίζοντα και το μακροπρόθεσμο συμφέρον της ελληνικής οικονομίας».
Αναλυτικά, όλο το μήνυμα του κ. Στουρνάρα προς το προσωπικό της ΤτΕ έχει ως εξής:
«Το 2018 η Τράπεζα της Ελλάδος συμπληρώνει 90 χρόνια λειτουργίας. Η αποτελεσματική αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων στη διάρκεια της μακράς πορείας της οφείλεται σε τρεις βασικούς παράγοντες.
Πρώτον, στην ισχυρή θεσμική της συγκρότηση και στο πλαίσιο λειτουργίας της, το οποίο συνδυάζει αρμονικά τη θεμελιώδη επιταγή της ανεξαρτησίας με το εύλογο αίτημα λογοδοσίας και ελέγχου.
Δεύτερον, στην προσήλωσή της στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της ελληνικής οικονομίας και στο καθήκον που της επιβάλλει η συμμετοχή της στο Ευρωσύστημα και το Καταστατικό της, δηλαδή η διατήρηση της νομισματικής σταθερότητας και η ευστάθεια του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Τρίτον, σε εσάς! Στο υψηλού επιπέδου ανθρώπινο δυναμικό που λειτουργώντας με αφοσίωση και συνέπεια έχει κάνει τους βασικούς στόχους της Τράπεζας δική του καθημερινή υπόθεση, ενεργώντας πάντα με γνώμονα το μακροπρόθεσμο όφελος των συμπολιτών μας.
Για εννέα δεκαετίες η Τράπεζα της Ελλάδος και τα στελέχη της υπήρξαμε θεματοφύλακες υλικών και άυλων αξιών των Ελλήνων, ο “κώδωνας του κινδύνου” για τους εκάστοτε κυβερνώντες αλλά και η πυξίδα στην οποία έστρεφαν όλοι τα βλέμματά τους όταν τα πράγματα άρχιζαν να παίρνουν το λάθος δρόμο. Παράλληλα δε, ως μέλος του Ευρωσυστήματος, λειτουργήσαμε ως άγκυρα πρόσδεσης της χώρας στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια.
Σε οικονομικό επίπεδο,προς το τέλος του 2017 επιτεύχθηκε τεχνική συμφωνία (Staff Level Agreement) με τους Θεσμούς για την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης του προγράμματος και χτες ψηφίστηκε το πολυνομοσχέδιο με τα προαπαιτούμενα μέτρα. Η πρόοδος στην εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής έχει θετικές επιδράσεις στην εμπιστοσύνη, τη ρευστότητα και την οικονομική δραστηριότητα.
H θετική πορεία της οικονομίας αντικατοπτρίζεται όχι μόνο στα στοιχεία του ΑΕΠ, αλλά και σε μια σειρά από σημαντικούς δείκτες οικονομικής δραστηριότητας, όπως η βιομηχανική παραγωγή, οι λιανικές πωλήσεις, οι ροές εξαρτημένης απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών και οι ξένες άμεσες επενδύσεις, καθώς και σε δείκτες προσδοκιών, όπως ο δείκτης PMI στη βιομηχανία και ο δείκτης οικονομικού κλίματος. Παράλληλα, βελτιωμένες ήταν οι επιδόσεις και στο χρηματοπιστωτικό τομέα: οι τραπεζικές καταθέσεις του μη χρηματοπιστωτικού ιδιωτικού τομέα αυξήθηκαν, η μείωση της τραπεζικής χρηματοδότησης προς το μη χρηματοπιστωτικό ιδιωτικό τομέα επιβραδύνθηκε, ενώ και η εξάρτηση των τραπεζών από την κεντρική τράπεζα περιορίστηκε σταδιακά.
Επίσης, οι αποδόσεις των κρατικών τίτλων κατέγραψαν σημαντικότατη υποχώρηση και η καμπύλη αποδόσεων εξομαλύνθηκε σε συνέπεια με τη σταδιακή βελτίωση του οικονομικού περιβάλλοντος στη χώρα, την έκδοση νέου πενταετούς τίτλου από το Ελληνικό Δημόσιο για πρώτη φορά από το 2014, ενώ στα τέλη του έτους δόθηκε η δυνατότητα ομαδοποίησης των τίτλων που είχαν εκδοθεί στο πλαίσιο του PSI ώστε να αυξηθεί η ρευστότητά τους.
Τη χρονιά που μας πέρασε, η Τράπεζα της Ελλάδος ενίσχυσε την εποπτεία του τραπεζικού τομέα σε στενή συνεργασία με τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό και συνέχισε να παρέχει έγκαιρη και έγκυρη ενημέρωση με τις δημόσιες παρεμβάσεις της για καίρια θέματα της ελληνικής οικονομίας.
Κατά τη διάρκεια της μακράς της ιστορίας η Τράπεζα της Ελλάδος έγινε στόχος, σε πολλές περιπτώσεις, συμφερόντων που επιθυμούσαν την αποδυνάμωση του θεσμικού της ρόλου, προς όφελος πολιτικών που αντίκεινται στις βασικές αρχές του Καταστατικού της. Δυστυχώς τέτοιες επιθέσεις δεχθήκαμε και τη χρονιά που μας πέρασε, με αποκορύφωμα την τρομοκρατική επίθεση κατά του π. Διοικητή Λουκά Παπαδήμου.
Θέλω να τονίσω κατηγορηματικά ότι παρόμοιες πρακτικές δεν μας πτοούν, καθώς εκτός των άλλων επιβεβαιώνουν και το ότι βαδίζουμε στο σωστό δρόμο, εις πείσμα όσων επιμένουν να παραβλέπουν θεσμούς, να παρεμβαίνουν στη λειτουργία τους, να αμφισβητούν τη χρησιμότητά τους ή να μην αποδέχονται τις αποφάσεις τους και τις συνέπειες που συνεπάγεται η μη συμμόρφωση σε αυτές.
Στέκομαι ιδιαιτέρως στην υποχρέωση του θεσμικά ανεξάρτητου Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας να προειδοποιεί εγκαίρως και δημοσίως για ενδεχόμενους κινδύνους που μπορεί να διαταράξουν τη νομισματική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα, καθώς και να λαμβάνει υπόψη στις Εκθέσεις και στις αναφορές του το μακροχρόνιο ορίζοντα και το μακροπρόθεσμο συμφέρον της ελληνικής οικονομίας.
Επιτρέψτε μου να κλείσω με μια αναφορά που ξεχώρισα στο βιβλίο του Η. Βενέζη «Το Χρονικόν της Τραπέζης της Ελλάδος”. Ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε η ακροτελεύτια πρόταση του μηνύματοςτου Διοικητικού Συμβουλίου των υπαλλήλων κατά την επέτειο των 25 χρόνων λειτουργίας της Τράπεζας το 1953:
«Οι αρχαιότεροι των υπαλλήλων μεταβιβάζομεν εις τους νεωτέρους μας την παράδοσιν της αρετής και του χρέους. Και δίδομεν την υπόσχεσιν όλοι ότι η παράδοσις θα συνεχισθή».
Με μεγάλη ικανοποίηση διαπιστώνω πως στα χρόνια που μεσολάβησαν η υπόσχεση αυτή τηρήθηκε στο ακέραιο, κάτι που αποτυπώνεται στο έργο σας, το ήθος σας και την προσήλωσή σας στο καθήκον, πέραν του συμβατικού και του αναμενομένου.
Θα ήθελα να σας καλέσω να ανανεώσουμε την υπόσχεση αυτή και να συνεχίσουμε τις προσπάθειές μας προς όφελος των συμπολιτών μας στα χρόνια που έρχονται.
Εύχομαι σε όλους σας υγεία, ευτυχία και χρόνια πολλά».