«Η εύρυθμη λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ιδιαίτερα σε χώρες, όπως είναι η Ελλάδα, που είναι τραπεζο-κεντρική, αποτελεί προϋπόθεση για την αποτελεσματική κατανομή των διαθέσιμων, περιορισμένων οικονομικών πόρων» τόνισε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας που με πρωτοβουλία του ενημέρωσε την Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων σχετικά με τις εξελίξεις και τις προοπτικές του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, με ιδιαίτερη αναφορά στην περίπτωση της Τράπεζας Πειραιώς Α.Ε.

Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, για την επικείμενη ανακεφαλοποίηση της Τράπεζας Πειραιώς, ανέφερε ότι αυτό που σχεδιάζεται είναι «η προνομιακή κατανομή νέων μετοχών για τους υφιστάμενους μετόχους, με προτιμησιακή διαχείριση». Η Τράπεζα Πειραιώς, τόνισε «επιδιώκει την ταχεία αποκλιμάκωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στον ισολογισμό της και τον επιχειρηματικό μετασχηματισμό της.

Στο πλαίσιο αυτό σχεδιάζει την κεφαλαιακή της ενίσχυση, μέσα από μία μεγάλη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου» που είναι αναγκαία καθώς σύμφωνα με στοιχεία του Δεκεμβρίου 2020, «η Τράπεζα είχε δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων περίπου στο 45%, τον υψηλότερο στην Ελλάδα, και έναν από τους υψηλότερους μεταξύ των συστημικών τραπεζών υπό την εποπτεία του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού» δηλαδή «έχει «κόκκινο» το μισό χαρτοφυλάκιο δανείων της» που σημαίνει ότι υπάρχει πρόβλημα χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, και πρόβλημα δυνατότητας χρηματοδότησης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, και διάχυσης της ευνοϊκής νομισματικής πολιτικής στην πραγματική οικονομία». Παράλληλα, ο υπουργός, ανέφερε πως «η Τράπεζα προγραμματίζει να αυξήσει τις καθαρές χρηματοδοτήσεις της προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις κατά 10 δισ. ευρώ εντός της επόμενης 4ετίας, συνεισφέροντας στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας».

Επισήμανε, πως η κεφαλαιακή ανεπάρκεια της Τράπεζας Πειραιώς σημαίνει ότι «το εποπτικό κόστος της για τα “κόκκινα” δάνεια της στον ισολογισμό της είναι υψηλό και αυξανόμενο». Η Τράπεζα Πειραιώς για τις πωλήσεις δανείων εντός του 2021 και την εξυγίανση του ισολογισμού της, θα αφαιρέσει περίπου 6,5 ποσοστιαίες μονάδες από το συνολικό δείκτη της κεφαλαιακής της επάρκειας.

Ο Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας, με στοιχεία Δεκεμβρίου 2020, είναι στο 15,8%, ενώ, λαμβάνοντας υπόψη την πλήρη επίδραση από την εφαρμογή των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης 9, ο δείκτης μειώνεται στο 13,8%». Συνεπώς είπε ο υπουργός Οικονομικών «είναι ξεκάθαρο ότι χωρίς κεφαλαιακή ενίσχυση, είτε η τράπεζα δεν θα μπορούσε να εξυγιάνει τον ισολογισμό της, είτε θα έριχνε τους δείκτες φερεγγυότητας κάτω των ελαχίστων εποπτικών ορίων, με ότι αυτό συνεπάγεται».

Ο κ. Σταϊκούρας, εξήγησε πως δεν υπάρχει άλλη «εναλλακτική της κεφαλαιακής ενίσχυσης» καθώς «η μη εξυγίανση του ισολογισμού της τράπεζας θα παγίδευε το πιστωτικό ίδρυμα σε αδυναμία μεγέθυνσης του ισολογισμού της και παραγωγής οργανικών κερδών, εν μέσω ολοένα αυξανόμενων εποπτικών απαιτήσεων και δυσχερούς πρόσβασης στις αγορές χρήματος και κεφαλαίου» και θα οδηγούσε σε εφαρμογή μέτρων εξυγίανσης.

Παρατήρησε ότι «η ανάγκη για άμεση ενίσχυση κεφαλαίων, σε συνδυασμό με τους όρους για τη μετατροπή των Υπό Αίρεση Μετατρέψιμων Ομολογιών (Contingent Convertible Securities – CoCos) σε κοινές μετοχές, που νομοθέτησε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2015, είχαν ήδη προεξοφλήσει τη μετατροπή του και απομειώσει την αξία του» με αποτέλεσμα «τα CoCos των 2 δισ. ευρώ να έχουν μηδενική αξία».

Ο υπουργός Οικονομικών, αναφερόμενος στο ρόλο που θα έχει το ΤΧΣ ως μέτοχος της Τράπεζας Πειραιώς, είπε πως «δεσμεύεται να ενεργεί με γνώμονα την εξυπηρέτηση του σκοπού του, ο οποίος δεν είναι άλλος από την συνεισφορά στη διατήρηση της σταθερότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, χάριν δημοσίου συμφέροντος». Το Ταμείο, είπε όπως σαφώς ορίζει ο ιδρυτικός του νόμος, δεν ανήκει στον δημόσιο ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, διαθέτει οικονομική και διοικητική αυτοτέλεια, και λειτουργεί αμιγώς κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας. Αυτός ο αμιγώς ιδιωτικός χαρακτήρας του Ταμείου δεν αναιρείται ούτε από την κάλυψη του συνόλου του κεφαλαίου του από το Ελληνικό Δημόσιο, ούτε από την έκδοση των προβλεπομένων αποφάσεων του υπουργού Οικονομικών» και πρόσθεσε πως το ΤΧΣ «έχει ήδη εκφράσει, με την από 23 Νοεμβρίου 2020, ανακοίνωσή του, την ετοιμότητά του να στηρίξει την Τράπεζα Πειραιώς στην προσπάθειά της για την ενίσχυση του ισολογισμού της, τη σημαντική απομείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, την αποτελεσματική ενίσχυση των λειτουργιών της, καθώς και τη θεμελίωση μιας βιώσιμης και επαναλαμβανόμενης οργανικής κερδοφορίας».

Ο υπουργός Οικονομικών κατά την πρωτολογία του επέκρινε την κριτική της αξιωματικής αντιπολίτευσης λέγοντας ειδικά ότι οι ανακοινώσεις που εκδίδει «περί μη προστασίας του δημοσίου συμφέροντος από τη σημερινή κυβέρνηση» χαρακτηρίζοντάς την ως «πρωταπριλιάτικη φάρσα» ας κοιτάξει το τι έπραξε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για το τραπεζικό σύστημα της χώρας και που το οδήγησε. Μάλιστα ο υπουργός έκανε μια αποτίμηση στο ποια ήταν η κατάσταση του τραπεζικού συστήματος έως το 2015, και τι έγινε το 2015 όπου με τους «λανθασμένους και ανερμάτιστους» της κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ «έφεραν το τραπεζικό σύστημα αντιμέτωπο με μεγάλους κινδύνους» καταθέτοντας σειρά στοιχείων για τις απομειώσεις των τραπεζικών κεφαλαίων. Χαρακτήρισε εξαιρετικά δυσμενείς τις «αριστερές» «ανακεφαλαιοποιήσεις των συστημικών τραπεζών» και αναρωτήθηκε πως ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα «τολά να μιλάει προστασία δημοσίου συμφέροντος».

Ο κ. Σταίκούρας, επίσης αναφέρθηκε εκτενώς και στον τρόπο που η κυβέρνηση της ΝΔ μέσα από χρηματοδιοτικά εργαλεία έχει καταφέρει άμεσα και με συνεκτικό και ρεαλιστικό σχέδιο να απομειώσει τα «κόκκινα» τραπεζικά δάνεια.