Μετά τις πολυεθνικές φαρμακοβιομηχανίες και οι ελληνικές αντιτίθενται στις αλλαγές που προωθούνται στην αγορά του φαρμάκου.

Επιπλέον απώλειες, ύψους τουλάχιστον 120 εκατ. ευρώ, επιφέρουν στον κλάδο της φαρμακοβιομηχανίας τα νέα μέτρα του πολυνομοσχεδίου που έρχονται προς ψήφιση. Ο εντεταλμένος σύμβουλος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας Βασίλης Πενταφράγκας, μιλώντας χθες στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής αναφορικά με τις παρεμβάσεις που επιβάλλονται στην αγορά του φαρμάκου, είπε πως οι συνέπειες των μέτρων, σε συνδυασμό με τις αλλεπάλληλες μειώσεις στις τιμές των γενοσήμων σκευασμάτων, ξεπερνούν κατά πολύ τα επίπεδα του κύκλου εργασιών των βιομηχανιών του κλάδου, απειλώντας τη βιωσιμότητα των εταιρειών και του δημόσιου συστήματος περίθαλψης.

«Αντιλαμβανόμαστε πλήρως την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα και την ανάγκη να αντιμετωπίζουμε την πραγματικότητα με σύνεση και με διάθεση συναίνεσης. Από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης προσπαθήσαμε να βοηθήσουμε την εκάστοτε πολιτική ηγεσία, ώστε να θεσπιστούν τα κατάλληλα διαρθρωτικά μέτρα που θα εξασφαλίζουν τη βιωσιμότητα του κλάδου και του συστήματος υγείας, αλλά και την πρόσβαση των ασθενών στις θεραπείες τους. Όμως, η εγχώρια παραγωγή αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 25% της αγοράς και το 90% του όγκου των φαρμάκων που παράγει έχει τιμές χαμηλότερες από 7 ευρώ. Η εγχώρια παραγωγή έχει πληγεί βαριά. Με αυτά τα δεδομένα και λόγω των συνεχόμενων μειώσεων των τιμών, οι επιπτώσεις ξεπερνούν τα όρια της κερδοφορίας και του κύκλου εργασιών» ανέφερε ο κ. Πενταφράγκας.

Όπως είπε, ο νέος τρόπος υπολογισμού των επιστροφών, που θα επιβαρύνει τη φαρμακοβιομηχανία με  120 εκατ. ευρώ, αποτελεί ουσιαστικά ακόμη ένα οριζόντιο μέτρο φοροεισπρακτικού χαρακτήρα που έρχεται να προστεθεί στις υπάρχουσες επιστροφές και εκπτώσεις που κάνουν οι βιομηχανίες του χώρου προς τον ΕΟΠΥΥ και τα δημόσια νοσοκομεία.

«Η φαρμακευτική δαπάνη δεν εξορθολογίζεται μέσω περικοπών, υπερτιμολογήσεων και μετάθεσης του κόστους στους παραγωγούς με υποχρεωτικές επιστροφές μέσω rebate και claw back, αλλά με επενδύσεις» τόνισε ο εντεταλμένος σύμβουλος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας.

Ενώ στο μνημόνιο προβλέπεται η μείωση του claw back κατ’ ελάχιστον 30% μέσω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ελέγχου της ζήτησης, στη θέση αυτών, στο πολυνομοσχέδιο μπαίνει πρόσθετη οικονομική επιβάρυνση σε όλα τα φαρμακευτικά προϊόντα, μέσω ενοποίησης της κλίμακας των υφισταμένων rebates, σε αυξημένα συνολικά ποσοστά, από 18% σε 30%, που θα εισπράττονται προκαταβολικά ως άλλη μία αναγκαστική έκπτωση.

Σύμφωνα με στελέχη της φαρμακοβιομηχανίας, η νέα κλίμακα εκπτώσεων θα επιβαρύνει τις επιχειρήσεις κατά τουλάχιστον 17-20%. «Η επιβάρυνση θα ξεπεράσει κάθε ανεκτό όριο. Στην ουσία πρόκειται για έμμεσες υποχρεωτικές μειώσεις τιμών» πρόσθεσε κατά την ομιλία του.

Υπάρχει, όμως, ακόμη μια σημαντική παράμετρος στα νέα μέτρα που φέρνει το Υπουργείο Υγείας.

Όπως αναφέρουν φορείς της αγοράς, το τέλος του 25% που μπαίνει στις νέες δραστικές (προκειμένου να ενταχθούν στη θετική λίστα και να αποζημιώνονται από τα ταμεία) είναι ένα μέτρο που θα περιορίσει τις δυνατότητες συνεργασιών μεταξύ πολυεθνικών και ελληνικών επιχειρήσεων.

Ειδικότερα, το Υπουργείο Υγείας πενταπλασιάζει κατ’ ελάχιστον το τέλος εισόδου για τις νέες δραστικές που προστατεύονται από δίπλωμα ευρεσιτεχνίας και διαμορφώνει το σχετικό ποσοστό σε 25%. Στο πολυνομοσχέδιο προβλέπεται τέλος πως ένα νέο προϊόν δεν θα αποζημιώνεται εφόσον κυκλοφορεί σε εννέα χώρες και αποζημιώνεται σε έξι, εκ των οποίων οι τρεις διαθέτουν Αξιολόγηση Τεχνολογιών Υγείας.

Υπάρχουν πιο ήπιες και περισσότερο αποδοτικές λύσεις, ανέφερε ο κ. Πενταφράγκας, προτείνοντας μεταξύ άλλων τον έλεγχο της συνταγογράφησης, την ορθολογική χρήση των φαρμάκων και τη δίκαιη τιμολόγηση για τα γενόσημα φάρμακα και τα σκευάσματα χωρίς πατέντα.

«Δεν χρειάζονται τόσες πολλές χώρες με τόσο διαφορετικά συστήματα αποζημίωσης» επεσήμανε.