Σημαντική διψήφια βελτίωση εμφανίζουν τα οικονομικά αποτελέσματα του Ομίλου Jumbo το πρώτο εξάμηνο του 2024, σε σχέση με πέρυσι, γεγονός που σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην σωστή και επαγγελματική ασφαλιστική κάλυψη των καταστημάτων και των δραστηριοτήτων που επλήγησαν από τις καταστροφικές πλημμύρες του περασμένου Φθινοπώρου, σύμφωνα με όσα αναφέρονται σε σχετική ανακοίνωση.

«Οι μεγάλες αρρυθμίες της παγκόσμιας τροφοδοτικής αλυσίδας συνεχίζονται. Ο διπλασιασμός του χρόνου παράδοσης των εμπορευμάτων και η εκτόξευση του κόστους μεταφοράς θα επηρεάσουν το δεύτερο μισό του χρόνου. Η γεωπολιτική ένταση στην Ερυθρά Θάλασσα με το κλείσιμο του Σουέζ οδήγησε σε υπερδιπλασιασμό του κόστους μεταφοράς των προϊόντων.

Η χρήση των ήδη υπάρχοντων αποθεμάτων, η καλύτερη ισοτιμία έναντι του δολαρίου, καθώς και η ανάληψη μέρους του κόστους μεταφοράς από τους προμηθευτές βοήθησε στην συγκράτηση του μικτού περιθωρίου στα περσινά επίπεδα.

Ο Όμιλος Jumbo έχει προσαρμόσει ανάλογα την πολιτική αποθεματοποίησης και τροφοδοσίας, με αποκλειστικό γνώμονα τη διατήρηση των τιμών λιανικής σε επίπεδα εναρμονισμένα με τα εισοδήματα των καταναλωτών. Με βάση τα δεδομένα όπως ισχύουν σήμερα και εφόσον δεν υπάρξει κάποια αλλαγή, εκτιμάται ότι ο ρυθμός αύξησης των πωλήσεων για το 2024 θα είναι στο +4%, με την οργανική κερδοφορία να φλερτάρει με τα επίπεδα του 2023» επισημαίνεται.

Αναλυτικότερα, το πρώτο εξάμηνο οι πωλήσεις αυξήθηκαν 8,37% σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2023 και ανήλθαν σε 460,38 εκατ. ευρώ (από 424,83 εκατ. ευρώ).

Το μικτό περιθώριο κέρδους παρέμεινε στα ίδια επίπεδα με την προηγούμενη αντίστοιχη περίοδο και διαμορφώθηκε σε 55,27% από 55,30%. Τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) του Ομίλου ανήλθαν σε 164,68 εκατ. ευρώ (από 146,49 εκατ. ευρώ την προηγούμενη αντίστοιχη περίοδο), παρουσιάζοντας αύξηση 12,42%.

Χωρίς την επίδραση των ασφαλιστικών αποζημιώσεων τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) του Ομίλου ανήλθαν σε 154,47 εκατ. ευρώ αυξημένα κατά 5,45%.

Η αύξηση στα λειτουργικά κόστη οφείλεται στον προγραμματισμό για την λειτουργία νέων καταστημάτων καθώς και στην λειτουργία νέων αποθηκευτικών χώρων στην Ρουμανία. Τα καθαρά κέρδη του Ομίλου ανήλθαν σε 121,69 εκατ. ευρώ (από 106,45 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 14,32%.

Χωρίς την επίδραση των ασφαλιστικών αποζημιώσεων τα καθαρά κέρδη του Ομίλου ανήλθαν σε 111,48 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 4,73%.

Σημειώνεται ότι κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024 η Jumbo εμφάνισε το ποσό των 10,21 εκατ. ευρώ ως ασφαλιστική αποζημίωση για τα καταστήματά της στην Λάρισα και στην Καρδίτσα που παρέμεναν κλειστά λόγω του πρωτοφανούς πλημμυρικού φαινομένου στις αρχές Σεπτεμβρίου του 2023.

Κατά την 30η Ιουνίου 2024, τα ταμειακά διαθέσιμα και ισοδύναμα του Ομίλου ήταν ανώτερα του συνολικού ποσού υποχρεώσεών του από μισθώσεις, κατά το ποσό των EUR 351,37 εκατ. ευρώ (έναντι 370,41 εκατ. ευρώ κατά την 31η Δεκεμβρίου 2023).

Υπενθυμίζεται ότι η τακτική γενική συνέλευση των μετόχων στις 22.05.2024 ενέκρινε την πρόταση της διοίκησης για την καταβολή μερίσματος από τα κέρδη της εταιρικής χρήσης 2023 ποσού 1,00 ευρώ ανά μετοχή (μικτό), προ παρακράτησης νόμιμου φόρου μερισμάτων, ήτοι συνολικά 136,06 εκατ. ευρώ.

Η καθαρή έκτακτη χρηματική διανομή, μετά την παρακράτηση φόρου 5%, όπου απαιτείται, ανήλθε σε 0,95 ευρώ ανά μετοχή και η πληρωμή στους δικαιούχους ξεκίνησε στις 16 Ιουλίου 2024.

Συνολικά από τις αρχές του 2024 μέχρι και σήμερα, ο Όμιλος Jumbo έχει καταβάλει στους μετόχους -συνεταίρους του, συνολικό ποσό 1,60 ευρώ ανά μετοχή (μικτό), προ παρακράτησης νόμιμου φόρου μερισμάτων, ήτοι συνολικά 217,7 εκατ. ευρώ.

Κατά την έκτακτη γενική συνέλευση που θα πραγματοποιηθεί σήμερα (26 Σεπτεμβρίου 2024) οι μέτοχοι της Jumbo καλούνται να εγκρίνουν την πρόταση της διοίκησης για υιοθέτηση προγράμματος επαναγοράς ιδίων μετοχών με διάρκεια 2 ετών και μέχρι το 10% του μετοχικού κεφαλαίου, με σκοπό την ακύρωσή τους.

Η διοίκηση θεωρεί ότι το πρόγραμμα επαναγοράς ιδίων μετοχών επιβραβεύει τους υφιστάμενους μετόχους για την εμπιστοσύνη που δείχνουν στην εταιρεία δίνοντάς τους την, να επενδύσουν έμμεσα στην εταιρεία, αυξάνοντας το ποσοστό τους χωρίς την καταβολή μετρητών.

Ως κατώτατη τιμή αγοράς τους προτείνεται το ποσό του 1 ευρώ /μετοχή και ως ανώτατη τιμή αγοράς τους, το ποσό των 27,20 ευρώ η κάθε μία.