Επιστολή με την οποία υπεραμύνεται των προσπαθειών της ΔΕΗ για την επιτυχία του διαγωνισμού για τους λιγνίτες, επισημαίνει τα προβλήματα που προέκυψαν στην πορεία και δεσμεύεται για την ταχεία ολοκλήρωση του νέου διαγωνισμού, έστειλε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Μ. Παναγιωτάκης στους γενικούς διευθυντές ανταγωνισμού και ενέργειας της Κομισιόν.
Στην ίδια επιστολή ο κ. Παναγιωτάκης ζητεί από πλευράς Κομισιόν να υπάρξει ανταπόκριση με την αποστολή comfort letter για το θέμα των ΑΔΙ, ενώ εμφανίζεται ανοιχτός στο να επαναληφθεί η αποτίμηση με συνυπολογισμό παραμέτρων που ενδεχομένως δεν είχαν ληφθεί υπόψη σε συνεργασία με τον Trustee (επιβλέποντα για λογαριασμό της Κομισιόν) του διαγωνισμού.
Αναλυτικά η επιστολή Παναγιωτάκη αναφέρει:
“Αξιότιμε κύριε
Ενόψει των τελευταίων εξελίξεων και της προοπτικής για την κοινή μας υπόθεση, της αποεπένδυσης των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, θεωρώ αναγκαίο να έχετε άμεση ενημέρωση για τις δικές μας εκτιμήσεις και απόψεις.
Παρά το γεγονός ότι η αποεπένδυση ήρθε ως επακόλουθο της γνωστής απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τον τερματισμό του μονοπωλίου της ΔΕΗ στη λιγνιτική παραγωγή, η σημερινή Διοίκηση της εταιρείας και εγώ προσωπικά τη θεωρούμε ως ευκαιρία για να αλλάξουμε το μίγμα παραγωγής με έμφαση στις ΑΠΕ. Τη θέση αυτή την έχω διατυπώσει επανειλημμένα δημόσια σε διάφορα fora, αλλά και προς διάφορους αξιωματούχους της Commission. Άρα η πώληση των λιγνιτικών μονάδων είναι στρατηγικός στόχος της ΔΕΗ!.
Το όλο εγχείρημα, σε συνθήκες απομάκρυνσης από τη χρήση στερεών καυσίμων και ενόψει των πολιτικών της ΕΕ για την κλιματική αλλαγή είναι εξαιρετικά δύσκολο. Ας προσθέσουμε σ’ αυτό και δυσμενείς παράγοντες που ανάγονται στο παρελθόν, όπως το υπεράριθμο προσωπικό του Σταθμού της Μεγαλόπολης και το πρόβλημα της τροφοδοσίας με λιγνίτη του Σταθμού της Μελίτης.
Επί πλέον η πώληση συνέπεσε με δύο σοβαρές εκκρεμότητες και συγκεκριμένα α) μη ύπαρξη εθνικού ενεργειακού προγραμματισμού, στον οποίο να προσδιορίζεται η αναγκαιότητα λιγνιτικής παραγωγής για την οικονομία και την ασφάλεια εφοδιασμού της Ελλάδας, και β) η μη έγκριση των μηχανισμών αποζημίωσης ισχύος και για τη λιγνιτική παραγωγή.
Όλοι οι ανωτέρω παράγοντες επέδρασαν αποτρεπτικά σε πολλούς επενδυτές, με συνέπεια την αποδυνάμωση του ανταγωνισμού. Έτσι εκείνοι που έλαβαν τελικά μέρος υπέβαλαν προσφορές απαράδεχτα χαμηλές, στα πλαίσια των δικών τους στρατηγικών επιδιώξεων, οι οποίες δεν ήταν δυνατό να γίνουν αποδεκτές.
Οι υπηρεσίες της ΔΕΗ, στα πλαίσια και της κατά τα ανωτέρω στρατηγικής της επιχείρησης, λειτούργησαν με αναμφισβήτητο επαγγελματισμό και έδωσαν λύσεις σε όλα τα ζητήματα που αφορούσαν στη διαδικασία της αποεπένδυσης. Έτσι η ΔΕΗ ήταν έτοιμη, ήδη από τις αρχές Οκτωβρίου 2018, απολύτως εντός των προθεσμιών που προέβλεπε ο νόμος, να δεχτεί προσφορές. Οι παρατάσεις δόθηκαν προκειμένου να ετοιμαστούν καλύτερα οι ενδιαφερόμενοι, κατόπιν αίτησής τους ή με απόφαση του Υπουργείου.
Στο σημείο αυτό επιτρέψτε μου να τονίσω, χωρίς να αναφερθώ σε λεπτομέρειες, ότι η διαχείριση του όλου θέματος στο εσωτερικό της ΔΕΗ, και ειδικότερα στο προσωπικό των προς πώληση Μονάδων, καθώς και στις τοπικές κοινωνίες της Μεγαλόπολης και της Δυτικής Μακεδονίας ήταν ένα project εξαιρετικά δύσκολο.
Σε ότι αφορά στην προοπτική οι απόψεις μας έχουν ως εξής:
α. Αν και όσο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα διαρκέσει η διαδικασία πώλησης, τόσες περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας θα έχει, συμφωνούμε να ολοκληρωθεί ο νέος διαγωνισμός τον προσεχή Μάιο προκειμένου να αντιμετωπιστεί κάθε ενδεχόμενο πολιτικών εξελίξεων. Η ΔΕΗ θα κάνει ότι μπορεί προς την κατεύθυνση αυτή.
β. Πρέπει να διευρυνθεί η συμμετοχή στη διαδικασία. Ήδη η ΔΕΗ και εγώ προσωπικά έχουμε αποδυθεί σε αγώνα δρόμου και είμαστε σε επαφή με έγκριτους επενδυτές από ΗΠΑ, Ρωσία και Κίνα οι οποίοι εξετάζουν τη συμμετοχή τους αναλύοντας τα στοιχεία που ήδη τους έχουμε δώσει.
γ. Προϋπόθεση για την επιτυχία είναι η επίλυση των εκκρεμοτήτων, που έδρασαν αποτρεπτικά στην πρώτη φάση. Συγκεκριμένα:
γ1. Ήδη υπάρχει το σχέδιο του εθνικού ενεργειακού προγραμματισμού, στα πλαίσια του οποίου καταδεικνύεται η αναγκαιότητα λιγιντικής παραγωγής μεσοπρόθεσμα, βεβαίως σε σαφώς μικρότερες ποσότητες σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα.
γ2. ΑΔΙ: είναι εκ των ων ουκ άνευ να υπάρχει από την Commission ένα θετικό σήμα (π.χ. Comfort Letter). Κατανοούμε ότι στην απευκταία περίπτωση, που δεν γίνει κατορθωτή η πώληση των μονάδων οπότε η ΔΕΗ θα διατηρήσει -έστω προσωρινά- τη μονοπωλιακή της θέση στη λιγνιτική παραγωγή, τα ΑΔΙ που θα εγκριθούν από τις αρμόδιες υπηρεσίες σας θα είναι διαφορετικά από την ελληνική πρόταση (pre notification). Ωστόσο επιβάλλεται από την πλευρά της Commission το θετικό σήμα που προανέφερα ώστε να ληφθεί υπόψη από τους επενδυτές.
γ3. Ήδη υλοποιείται η μείωση προσωπικού με σοβαρή αντανάκλαση στο μισθολογικό κόστος. Στη Μεγαλόπολη το κόστος αυτό εκτιμάται σε πλέον των 25 εκατ. το χρόνο!.
γ4. Έχουμε ξεκινήσει σκληρές διαπραγματεύσεις, με εξάντληση των νομικών περιθωρίων που υπάρχουν από τη σύμβαση ΔΕΗ- Προμηθευτή λιγνίτη για την τροφοδοσία του ΑΗΣ Μελίτης. Πιστεύουμε, ότι με τη στήριξη και του Υπουργείου θα υπάρξει σύντομα θετικό αποτέλεσμα.
δ. Σε ότι αφορά σε ζητήματα όπως η επανάληψη της αποτίμησης με συνυπολογισμό παραμέτρων που ενδεχομένως δεν είχαν ληφθεί υπόψη, η ΔΕΗ προφανώς δεν έχει αντίρρηση. Προσβλέπουμε σε μια εποικοδομητική συνεργασία του Trustee με τον ανεξάρτητο εκτιμητή. Σε κάθε περίπτωση βαρύνοντα ρόλο για το Δ.Σ. της ΔΕΗ θα έχει το fairness opinion που θα πάρουμε για το τίμημα.
Κύριε
Παρέθεσα εντελώς συνοπτικά τις απόψεις και προτάσεις της ΔΕΗ για την επιτυχία της αποεπένδυσης, η οποία -επαναλαμβάνω- αποτελεί στρατηγικό μας στόχο.
Βεβαίως πρέπει να διασφαλιστεί μια δίκαιη τιμή, λαμβανομένων φυσικά υπόψη των συνθηκών. Πιστεύω ότι και σεις θα συμφωνείτε ότι άλλο δίκαιη τιμή με τον επιβαλλόμενο ρεαλισμό, και άλλο εκχώρηση των περιουσιακών στοιχείων της ΔΕΗ με ζημιά ή μηδενικό όφελος.
Είμαι στη διάθεσή σας για κάθε διευκρίνιση.
Δικός σας
Ε.Μ. Παναγιωτάκης”