Καλύτερα από τα αναμενόμενα καθαρά κέρδη ανακοίνωσε σήμερα η Deutsche Bank για το πρώτο τρίμηνο, καθώς η ευρωστία της επενδυτικής της τράπεζας βοήθησε στην αντιμετώπιση του αντίκτυπου από την αναδιάρθρωσή της και την πανδημία.
Η Deutsche περιέγραψε μία πιο αισιόδοξη προοπτική για το 2021, αναφέροντας ότι αναμένει τώρα «ουσιαστικά σταθερά» έσοδα έναντι της προηγούμενης εκτίμησής της για «οριακά χαμηλότερα» έσοδα. Η μετοχή της άνοιξε με άνοδο 4,4%.
Η μεγαλύτερη γερμανική τράπεζα κατέγραψε καθαρά κέρδη για τους μετόχους ύψους 908 εκατ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο έναντι ζημίας 43 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο περσινό διάστημα και ενώ οι αναλυτές ανέμεναν κέρδη σχεδόν 600 εκατ. ευρώ.
Πρόκειται για το καλύτερο τρίμηνο για την Deutsche από το πρώτο τρίμηνο του 2014, καθώς εκτινάχθηκαν τα έσοδά της από τις συναλλαγές της σε τίτλους σταθερού εισοδήματος και τις δανειοδοτικές και συμβουλευτικές υπηρεσίες, όπως συνέβη και με ανταγωνίστριές της τράπεζες.
Τα στοιχεία αυτά αποτελούν καλά νέα για τον διευθύνοντα σύμβουλο της τράπεζας Κρίστιαν Ζέβινγκ, ο οποίος επέμεινε στη ριζική αναδιάρθρωσή της πριν από δύο χρόνια που προέβλεπε και την κατάργηση 18.000 θέσεων εργαζομένων σε μία προσπάθεια για επάνοδό της στην κερδοφορία.
«Τα αποτελέσματα αυτά μας δίνουν την εμπιστοσύνη ότι θα επιτύχουμε τους στόχους μας για το 2022» δήλωσε ο Ζέβινγκ σε ανακοίνωσή του.
Αναλυτές της Citigroup έκαναν λόγο για «ένα εντυπωσιακό τρίμηνο» αλλά δικαιολόγησαν τη σύστασή τους για «πώληση» (της μετοχής) με τις προσδοκίες ότι η τράπεζα δεν θα επιτύχει έναν βασικό στόχο κερδοφορίας της – μία απόδοση 8% επί του μετοχικού της κεφαλαίου το 2022.
H ανθεκτικότητα της Deutsche πέρυσι τη βοήθησε να καταγράψει μικρά κέρδη για το 2020, για πρώτη φορά μετά από πέντε έτη ζημιών.
Τα έσοδα της τράπεζας από συναλλαγές σε τίτλους σταθερού εισοδήματος και νομίσματα, που αυξήθηκαν 34% σε σχεδόν 2,5 δισ. ευρώ, ήταν τα καλύτερα τριμηνιαία από το 2015. Η αύξηση αυτή ήταν μεγαλύτερη από ορισμένων αμερικανικών επενδυτικών τραπεζών. Η Goldman Sachs κατέγραψε αύξηση 31% στο πρώτο τρίμηνο, ενώ η JPMorgan 15%.
Τα έσοδα από δανειοδοτικές και συμβουλευτικές υπηρεσίες αυξήθηκαν 40%, το υψηλότερο ποσοστό από το 2017.
Ωστόσο, τα χαμηλά επιτόκια και η επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου άσκησαν πίεση στις άλλες διευθύνσεις της γερμανικής τράπεζας, όπως αυτών για τις επιχειρήσεις και τη λιανική, ενώ τα έσοδα από τη διαχείριση ενεργητικού αυξήθηκαν 23%.