Σε λεπτομέρειες για την αρχική δημόσια προσφορά της προέβη η Saudi Aramco, η πιο κερδοφόρος εταιρεία του πλανήτη, η οποία έχει αναγάγει την εισαγωγή της στο χρηματιστήριο σε «σημαία» της γενικότερης προσπάθειας της Σαουδικής Αραβίας να διαφοροποιήσει την οικονομία της και σε άλλους τομείς, πέραν του πετρελαίου.
Η Saudi Aramco θα δώσει την ευκαιρία στους μικροεπενδυτές να αρχίσουν να κάνουν τις εγγραφές τους για την αρχική δημόσια προσφορά της (IPO) από τις 17 Νοεμβρίου έως τις 4 Δεκεμβρίου, σύμφωνα με το ενημερωτικό έγγραφο της εταιρείας. Η Aramco ανακοίνωσε το σχέδιό της να προχωρήσει σε IPO στις 3 Νοεμβρίου, έπειτα από πολλές καθυστερήσεις. Η αρχική δημόσια εγγραφή θα αναδείξει την Aramco στην εταιρεία με τη μεγαλύτερη αξία στον πλανήτη, καθώς τραπεζικοί κύκλοι αποτιμούν την πολυαναμενόμενη IPO της γύρω στο 1,5 τρισ. δολάρια.
Επίσης, στο ενημερωτικό της έγγραφο, που αποτελείται από περισσότερες από 600 σελίδες, η εταιρεία γνωστοποίησε ότι θα πωλήσει έως το 0,5% των μετοχών της σε μεμονωμένους μικροεπενδυτές, χωρίς ωστόσο να παραθέτει λεπτομέρειες για τον τρόπο με τον οποίο θα εισαχθεί στο χρηματιστήριο ολόκληρη η εταιρεία ή για τις δεσμεύσεις που θα πρέπει να έχουν οι κύριοι επενδυτές. Ούτε γίνεται κάποια αναφορά στο πώς θα χρησιμοποιήσει η κυβέρνηση τα χρήματα που θα αντλήσει από την όλη διαδικασία.
Η κυβέρνηση
Πηγές αναφέρουν ότι η εταιρεία θα μπορούσε να πωλήσει 1% έως 2% των μετοχών της στο χρηματιστήριο του Ριάντ. Η κυβέρνηση θα μπορούσε να πωλήσει το 2% των μετοχών της Aramco. Ωστόσο, στο ενημερωτικό έγγραφο αναφέρεται ότι η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας, που είναι και ο μοναδικός ιδιοκτήτης της Saudi Aramco, δεν θα προσφέρει επιπλέον μετοχικό μερίδιο στη διάρκεια του 12μήνου που θα ακολουθήσει την IPO.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, το χρηματιστήριο της Σαουδικής Αραβίας απαγορεύει στην Aramco να εισαγάγει περαιτέρω μετοχές στο διάστημα των έξι μηνών αφότου θα αρχίσει η διαπραγμάτευση της μετοχής της. Παρ’ όλα αυτά, το Ριάντ διατηρεί το δικαίωμα να πωλήσει μετοχές σε ξένες κυβερνήσεις ή σε επενδυτές που έχουν άμεση σχέση με ξένες κυβερνήσεις.
Ενισχυμένο μέρισμα
Ο διάδοχος του θρόνου πρίγκιπας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν μείωσε τους φόρους στην Aramco για τρίτη φορά, δίδοντας κίνητρο στους επενδυτές να μην πωλήσουν τις μετοχές τους και διαμήνυσε ότι θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο το μέρισμα.
Επίσης, παρότι το ενημερωτικό έγγραφο περιλαμβάνει τα κέρδη της Aramco τους πρώτους εννέα μήνες του έτους και λεπτομέρειες για τις δραστηριότητες της εταιρείας, παραλείπει οιαδήποτε ένδειξη για την αποτίμηση που η κυβέρνηση φιλοδοξεί να επιτύχει. Κάποιες πρώτες ενδείξεις για την τιμολόγηση της IPO αναμένονται την επόμενη εβδομάδα, όμως πηγές έχουν αποκαλύψει ότι ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν θα ήταν ικανοποιημένος με μια αποτίμηση γύρω στο 1,6 έως 1,8 τρισ. δολάρια.
Αναλυτές από 16 τράπεζες έχουν ήδη αποτιμήσει την εταιρεία, με τις αποτιμήσεις τους να κυμαίνονται από 1,1 έως 2,5 τρισ. δολάρια. Τα καθαρά κέρδη της Aramco διαμορφώθηκαν στα 68,2 δισ. δολάρια το πρώτο εννεάμηνο, από 83,1 δισ. δολάρια την αντίστοιχη περσινή περίοδο, ενώ τα έσοδά της ανήλθαν στα 217 δισ. δολάρια, από 233 δισ. δολάρια.
Οι κίνδυνοι
Μεταξύ των κινδύνων που διατρέχουν οι επενδυτές είναι πιθανή τρομοκρατική επίθεση, πολιτική και κοινωνική αναστάτωση στη Μ. Ανατολή, καθώς και ένας δικαστικός αγώνας, συμπεριλαμβανομένων κατηγοριών για παραβιάσεις αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, εν μέρει από το γεγονός ότι η Σαουδική Αραβία είναι μέλος του ΟΠΕΚ. Επίσης, ένας πιθανός κίνδυνος απορρέει από το δικαίωμα της κυβέρνησης του Ριάντ να αποφασίσει να μεγιστοποιήσει στο έπακρο την παραγωγή αργού και να δώσει εντολή στην Aramco να αναλάβει προγράμματα πέραν των βασικών δραστηριοτήτων της.
Η Aramco θα μπορούσε ακόμη να αλλάξει τη μερισματική πολιτική της χωρίς να ενημερώσει εκ των προτέρων τους μειοψηφικούς μετόχους της. Η σαουδαραβική κυβέρνηση θα συνεχίσει να κρατά το μερίδιο ελέγχου και μετά την IPO και θα μπορεί να ελέγχει ζητήματα που χρειάζονται την έγκριση των μετόχων. Άλλωστε, το γεγονός ότι η Aramco διοχετεύει το 10% της παγκόσμιας προσφοράς, την καθιστά αυτομάτως ευάλωτη στις διακυμάνσεις των τιμών πετρελαίου.
Πηγή: Ναυτεμπορική