Οι ιδιοκτήτες ακινήτων άνω των 50 τ.μ. θα πρέπει να προσκομίζουν στις εφορίες ενεργειακά πιστοποιητικά, προκειμένου να τα νοικιάσουν, καθώς η σχετική υποχρέωση που ίσχυε από πέρυσι για τις αγοραπωλησίες επεκτείνεται και στις μισθώσεις. Το κόστος έκδοσης των πιστοποιητικών κυμαίνεται από 1 – 2,5 ευρώ το τετραγωνικό μέτρο, ανάλογα με τη χρήση του ακινήτου, και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ιδιοκτητών (ΠΟΜΙΔΑ) ζητεί, εφόσον δεν εισακούστηκε το αίτημα για αναβολή του μέτρου, να μειωθούν οι αμοιβές των μηχανικών που εκδίδουν τα πιστοποιητικά.
Η εφαρμογή του μέτρου, πάντως, προκάλεσε την αντίδραση και του επιχειρηματικού κόσμου. Τη Δευτέρα το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο της Θεσσαλονίκης υπογράμμισε την αναγκαιότητα αναβολής τουλάχιστον για ένα έτος, τονίζοντας πως για ακόμη μία φορά η ακίνητη περιουσία γίνεται βορά της Πολιτείας.
«Την ώρα που το επιχειρείν πνέει τα λοίσθια και η αγορά ακινήτων έχει παγώσει, το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής βρήκε έναν ακόμη τρόπο για να κάνει επιδρομή στα εισοδήματα. Το ενεργειακό πιστοποιητικό, που έρχεται να προστεθεί στο χαράτσι μέσω της ΔΕΗ, επιβάλλεται σε μία περίοδο μείωσης των ενοικίων και αδυναμίας πλέον των επιχειρηματιών και των πολιτών να σηκώσουν άλλα οικονομικά βάρη» αναφέρει ο πρόεδρος του Β.Ε.Θ., Παναγιώτης Παπαδόπουλος.
Τα πιστοποιητικά ενεργειακής απόδοσης κατατάσσουν κτήρια ή μεμονωμένες ιδιοκτησίες σε βαθμίδες ανάλογα με τις ανάγκες κατανάλωσης ενέργειας, ώστε ο χρήστης του ακινήτου να γνωρίζει τις δαπάνες που θα κληθεί να καταβάλει.
Έτσι, ένα κτήριο με μονώσεις, διπλά τζάμια, σύγχρονο καυστήρα κ.λπ. κατατάσσεται σε ανώτερη βαθμίδα σε σχέση με άλλα που δεν έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά.
Επιμέλεια: Άννα Μορφούλη