Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέληξε σε συμφωνία όσον αφορά το σχέδιο να γίνουν επενδύσεις οι οποίες συνδυαστικά θα ανέλθουν στα 315 δισ. ευρώ προκειμένου να ενισχυθεί η οικονομική δραστηριότητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δήλωσαν χθες ευρωπαϊκές πηγές, παρότι αμφισβητείται το κατά πόσον μπορεί να τονώσει πράγματι την οικονομία της ευρωζώνης ή να μειώσει τα υψηλά επίπεδα της ανεργίας στην Ευρώπη.
Η ευρωζώνη βγήκε από την ύφεση πέρυσι, αλλά δυσκολεύεται έκτοτε να επιτύχει αξιόπιστη ανάκαμψη της οικονομίας της. Η ανάπτυξη είναι οριακή, η ανεργία παραμένει σε επίμονα υψηλά επίπεδα κι ο πληθωρισμός είναι πολύ κάτω του ποσοστού που έχει οριστεί ως στόχος (2%).
Η Επιτροπή πρότεινε χθες να συστηθεί ένα νέο ειδικό ταμείο, το οποίο θα διαχειρίζεται η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) για να χρηματοδοτήσει έργα υποδομών σε τομείς όπως οι ευρυζωνικές συνδέσεις στο Διαδίκτυο, η ενέργεια, οι μεταφορές, η παιδεία, η έρευνα και η καινοτομία.
Την ιδέα είχε προτείνει ο νέος πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντά του νωρίτερα αυτόν τον μήνα. Το σχέδιό του προβλέπει να χρησιμοποιηθούν τα κεφάλαια αυτά για να παρακινηθούν ιδιώτες επενδυτές να κάνουν τοποθετήσεις σε σχέδια τα οποία σήμερα θεωρείται ότι ενέχουν υψηλό βαθμό οικονομικού κινδύνου.
Το σχέδιο
Βάσει του σχεδίου, ο υπό εκτέλεση προϋπολογισμός της ΕΕ θα αξιοποιηθεί για να χρηματοδοτηθούν εγγυήσεις ύψους 16 δισ. ευρώ, ενώ η ΕΤΕπ θα διαθέσει ακόμη 5 δισ. Αυτό εκτιμάται στις Βρυξέλλες ότι θα προσελκύσει ένα δεκαπενταπλάσιο όγκο επενδύσεων από τον ιδιωτικό τομέα, που θα ανέλθει στα €315 δισεκ., σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Επιτροπής.
Η Κομισιόν ευελπιστεί επίσης ότι τα κράτη μέλη της ευρωζώνης θα συνεισφέρουν επιπλέον χρηματοδότηση. Για να τα παρακινήσει, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαβεβαίωσε ότι θα αντιμετωπίσει «ευνοϊκά» σε τέτοια περίπτωση τα σχέδια προϋπολογισμού που της υποβάλλουν.
Η ΕΕ έχει θεσπίσει ιδιαίτερα αυστηρούς κανόνες για το επίπεδο του χρέους και του ελλείμματος των κρατών μελών της ευρωζώνης. Η Ιταλία είναι μια από τις χώρες οι οποίες καλούν οι κανόνες να τροποποιηθούν ώστε να μην συνυπολογίζονται σε αυτά τα δημοσιονομικά μεγέθη οι δημόσιες δαπάνες και οι επενδύσεις οι οποίες αποσκοπούν στην τόνωση της ανάπτυξης και στη δημιουργία θέσεων εργασίας.
«Η έλλειψη ευελιξίας είναι παράλογη», έκρινε ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Ματέο Ρέντσι ενώπιον των ευρωβουλευτών στο Στρασβούργο νωρίτερα σήμερα. «Χωρίς ευελιξία, δεν μιλάμε για πολιτική—εισερχόμαστε στον κόσμο της διακυβέρνησης από τους τεχνοκράτες», επιχειρηματολόγησε ο ίδιος.
Το σχέδιο Γιούνκερ, για το οποίο απαιτείται η έγκριση των εθνικών κυβερνήσεων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αναμένεται να τεθεί σε εφαρμογή στα μέσα του 2015.
Αλλά ήδη πριν παρουσιαστεί —αύριο Τετάρτη—, έχει ήδη επικριθεί από πολιτικές ομάδες στο ΕΚ, που υπέβαλαν τις δικές τους προτάσεις, αλλά και από οικονομολόγους και ειδήμονες.
«Θέλαμε να προωθηθεί μια θεραπεία-σοκ», δήλωσε ο Τζάνι Πιτέλα των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών την περασμένη εβδομάδα, όταν η πολιτική αυτή ομάδα πρότεινε ένα σχέδιο ύψους 800 δισ., καλώντας τα κράτη μέλη να συνεισφέρουν 100 δισ. μέσα σε έξι χρόνια.
Η Συμμαχία Φιλελεύθερων και Δημοκρατών για την Ευρώπη (ALDE) κάλεσε από τη δική της πλευρά να υπάρξει μια «τολμηρή πρόταση» ώστε να διατεθούν 700 δισ. για να αναζωογονηθεί η οικονομία, «όχι με τη δημιουργία νέου χρέους, αλλά με την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων», όπως δήλωσε ο επικεφαλής της Γκι Φερχόφστατ. Η πρόταση αυτή περιλάμβανε φοροαπαλλαγές και φιλελευθεροποίηση αγορών και καλωσορίστηκε από το λόμπι BusinessEurope, ο διευθυντής του οποίου Μάρκους Μπέιρερ την αποκάλεσε «μια καλή αρχή».
Το σχέδιο του Γιούνκερ μπορεί να δημιουργήσει έως και 1 εκατ. θέσεις εργασίας, με βάση τις εκτιμήσεις της Κομισιόν. Το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων (EFSI), που θα παρουσιαστεί σήμερα στο ΕΚ από τον Γιούνκερ, ελπίζεται να προσθέσει έως και 1% στον ρυθμό ανάπτυξης της ΕΕ σε ετήσια βάση για τα επόμενα τρία χρόνια.
Ωστόσο, οι κυβερνήσεις δεν θα είναι σε θέση να καθορίσουν σε ποια έργα θα επενδύει το Ταμείο αυτό, ή πού. Αυτό θα γίνεται από μια ομάδα ειδικών.
Η επικεφαλής οικονομολόγος του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) Κάθριν Μαν αντιμετώπισε μάλλον θετικά το σχέδιο του Γιούνκερ, επισημαίνοντας πως παρότι είναι δύσκολο να προβλεφθεί το αποτέλεσμά του, είναι καλύτερο να μην δαπανώνται δημόσια κονδύλια. «Τα 315 δισεκατομμύρια είναι ένας νεφελώδης αριθμός, είναι ένας αριθμός στα σύννεφα. Υπάρχουν στην πραγματικότητα πολύ λιγότερα χρήματα στο τραπέζι. Αλλά στο βαθμό που μπορούν να αποτελέσουν τον καταλύτη για να γίνουν ιδιωτικές επενδύσεις, αυτό θα είναι καλύτερο», έκρινε.