Δεύτερη ευκαιρία να φέρουν στο φως τα… ξεχασμένα δίνει σε φορολογουμένους η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, η οποία άνοιξε εκ νέου τον δρόμο για υποβολή τροποποιητικών δηλώσεων στο πλαίσιο της ρύθμισης για την οικειοθελή αποκάλυψη εισοδημάτων.
Προϋπόθεση, ωστόσο, είναι με τη νέα δήλωση να μη μειώνεται η φορολογητέα ύλη και κατά συνέπεια το συνολικό ποσό των οφειλόμενων φόρων
Προϋπόθεση, ωστόσο, είναι με τη νέα δήλωση να μη μειώνεται η φορολογητέα ύλη και κατά συνέπεια το συνολικό ποσό των οφειλόμενων φόρων. Δηλαδή, οι φορολογούμενοι που έχουν ήδη υποβάλει δήλωση οικειοθελούς αποκάλυψης εισοδημάτων μπορούν να υποβάλουν νέα τροποποιητική δήλωση είτε για να αυξήσουν τη φορολογητέα ύλη είτε για να διορθώσουν λάθη τα οποία σε καμία περίπτωση δεν θα μειώνουν τη φορολογητέα ύλη και δεν θα προκύπτει επιστροφή φόρου. Άλλωστε, από τη ρύθμιση εξαιρούνται οι αρχικές ή τροποποιητικές πιστωτικές δηλώσεις.
Η ρύθμιση για την οικειοθελή αποκάλυψη εισοδημάτων λήγει στις 30 Σεπτεμβρίου 2017, ενώ, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, έχει ήδη αποφέρει έσοδα που υπερβαίνουν τα 250 εκατ. ευρώ.
Αναλυτικά στην εγκύκλιο που υπογράφεται από τον διοικητή της ΑΑΔΕ Γιώργο Πιτσιλή προβλέπονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
1. Αν ο φορολογούμενος έχει ήδη υποβάλει δήλωση του ν. 4446/2016 για την οικειοθελή αποκάλυψη φορολογητέας ύλης, δύναται να υποβάλει νέα τροποποιητική (συμπληρωματική) δήλωση, χρεωστική ή μηδενική, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, επικαλούμενος τις ευεργετικές διατάξεις του νόμου αυτού. Ωστόσο, ποσά που έχουν ήδη καταβληθεί δεν επιστρέφονται, καθώς δεν δύναται να υποβληθεί εκ των υστέρων τροποποιητική (ανακλητική) δήλωση φορολογίας με σκοπό την επιστροφή καταβληθέντος φόρου. Αντίθετα, μπορεί να υποβληθεί τροποποιητική δήλωση με σκοπό να διορθωθούν λάθη που έχουν προκύψει κατά την υποβολή προγενέστερης δήλωσης με βάση τις διατάξεις του νόμου αυτού, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα προκύπτει επιστροφή καταβληθέντος φόρου.
Αν ο φορολογούμενος έχει ήδη υποβάλει δήλωση του ν. 4446/2016 για την οικειοθελή αποκάλυψη φορολογητέας ύλης, δύναται να υποβάλει νέα τροποποιητική (συμπληρωματική) δήλωση, χρεωστική ή μηδενική
2. Δεν δύνανται να υπαχθούν στη ρύθμιση αρχικές ή τροποποιητικές πιστωτικές δηλώσεις, έστω και αν με την τροποποιητική δήλωση πρόκειται να μειωθεί το πιστωτικό υπόλοιπο που είχε προκύψει με την αρχικώς υποβληθείσα δήλωση και ανεξάρτητα αν είχε πραγματοποιηθεί η επιστροφή του φόρου ή όχι. Εντούτοις, εμπίπτουν στις διατάξεις αυτές δηλώσεις με τις οποίες το πιστωτικό υπόλοιπο μηδενίζεται ή μετατρέπεται σε χρεωστικό.
3. Δεν υπάγονται στη ρύθμιση αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, με τις οποίες δηλώνεται ζημία της χρήσης στην οποία αφορά η δήλωση, ανεξάρτητα αν από τη δήλωση προκύπτει παράλληλα και υποχρέωση καταβολής τέλους ή εισφοράς (π.χ. τέλος επιτηδεύματος, τέλος χαρτοσήμου), εκτός αν με αυτές μειώνεται η ζημία που είχε δηλωθεί με την αρχική δήλωση. Επίσης, στις ρυθμίσεις δεν δύνανται να υπαχθούν οι σύζυγοι ή συγγενείς των προσώπων της παραγράφου αυτής (πρωθυπουργοί, υπουργοί, κ.λπ.), εξ αίματος ή και εξ αγχιστείας μέχρι και β’ βαθμού.
4. Οι φορολογούμενοι μπορούν να υποβάλουν εκπρόθεσμη αρχική ή τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων και να δηλώσουν ποσά που προέρχονται από δωρεά ή γονική παροχή. Ωστόσο, τα ποσά αυτά δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη ή τον περιορισμό της διαφοράς μεταξύ πραγματικού και τεκμαρτού εισοδήματος. Τα ποσά αυτά δύνανται να χρησιμοποιηθούν κατά περίπτωση για τα επόμενα έτη (από το έτος υποβολής της δήλωσης και μετά). Παράλληλα, υπό την προϋπόθεση ότι αποδεικνύεται το πραγματικό γεγονός της δωρεάς ή της γονικής παροχής (π.χ. αναλήψεις και καταθέσεις σε τραπεζικούς λογαριασμούς), μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη δικαιολόγηση της πηγής προέλευσης των σχετικών κεφαλαίων.
5. Αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις των καταστάσεων φορολογικών στοιχείων, πελατών και προμηθευτών των ετών 2014, 2015 υποβάλλονται αποκλειστικά με ηλεκτρονικό τρόπο μέσωTaxisnet. Εφόσον γίνει αποδεκτή η υποβολή της κατάστασης, στη συνέχεια προσέρχεται ο φορολογούμενος στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. όπου δηλώνονται τα εξής:
α) ο αύξων αριθμός καταχώρησης (αριθμός υποβολής Taxisnet), ο οποίος είναι και ο αριθμός της δήλωσης
β) η ημερομηνία υποβολής της δήλωσης
γ) το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία του φορολογουμένου
δ) ο Α.Φ.Μ του φορολογουμένου
ε) η περίοδος και το έτος που αφορά η υποβληθείσα δήλωση.