Έως και τρεις φορές υψηλότερη είναι η τιμή των αγροτικών προϊόντων που πωλούνται στα ράφια των σούπερ μάρκετ, συγκριτικά με αυτήν που πουλάει ο αγρότης- παραγωγός στο χωράφι.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο αρακάς, ένα προϊόν το οποίο φεύγει από τον παραγωγό με τιμή 0,43 λεπτά του ευρώ το κιλό, ενώ αντίστοιχα στα σούπερ μάρκετ τα 850 γραμμάρια συσκευασμένου αρακά πωλούνται προς 3,85 ευρώ.
Αν μάλιστα κάνουμε την αναγωγή στα 1.000 γραμμάρια, τουτέστιν στο ένα κιλό, με την απλή μέθοδο των τριών, την μαθηματική πράξη που διδαχθήκαμε στα σχολικά μας χρόνια, προκύπτει ότι το ένα κιλό στα σούπερ μάρκετ τιμάται προς 4,53 ευρώ.
Αν αφαιρέσουμε λοιπόν, τα 0,43 ευρώ την τιμή δηλαδή που πουλάει ο αγρότης- παραγωγός το προϊόν του, προκύπτει μια διαφορά της τάξης των 4,10 ευρώ.
Φυσικά θα πρέπει να συνυπολογίσουμε το γεγονός, ότι με τα 0,43 ευρώ που λαμβάνει ο αγρότης –παραγωγός, θα πρέπει να καλύψει τα κόστη της αγοράς πετρελαίου για τα γεωργικά του μηχανήματα, το νερό για την άρδευση του χωραφιού ή του θερμοκηπίου, να πληρώσει για φυτοφάρμακα και λιπάσματα, το ρεύμα και τα εργατικά για την φύτευση και τη συγκομιδή του προϊόντος, και πόσα άλλα ακόμη.
Η διαφορά της τιμής λοιπόν, από τον αγρότη μέχρι τον καταναλωτή που θα κληθεί να αγοράσει το προϊόν από τα ράφια των σούπερ μάρκετ είναι ιλιγγιώδης. Ξεκάθαρα λοιπόν, μιλάμε για μια κατάφωρη αδικία, εις βάρος εν πρώτοις του αγρότη- παραγωγού και κατ’ επέκταση ακολούθως του καταναλωτή.
Και η κυβέρνηση, μπροστά στην αισχροκέρδεια και τους μεσάζοντες, σηκώνει τα χέρια. Και το μόνο που κάνει είναι να προσπαθεί να κατευνάσει τους αγρότες με ψίχουλα και να προσπεράσει τη μπόρα και την κάθοδο των τρακτέρ στην Αθήνα. Γιατί με επικοινωνιακή διαχείριση δεν λύνονται τα προβλήματα αλλά με ριζικές λύσεις.
Όμως, το παράδειγμα με τον αρακά, δεν είναι το μόνο, καθώς σε όλα τα γεωργικά προϊόντα, συμβαίνει κάτι ανάλογο. Οι ανατιμήσεις σε φρούτα και λαχανικά, εξακολουθούν να τρέχουν με διψήφιο ρυθμό της τάξης του +15% .
Για να μιλήσουμε με συγκεκριμένα παραδείγματα, τα κολοκυθάκια, φεύγουν από τους παραγωγούς προς 0,80 λεπτά το κιλό, ενώ ο καταναλωτής καταλήγει να τα πληρώνει ακόμη και 2,5 ευρώ στους πάγκους της λαϊκής και στα σούπερ μάρκετ.
Σε ότι αφορά τις ντομάτες, φεύγουν από το χωράφι στα 0,80 λεπτά το κιλό, στην χονδρική πωλούνται στα 1,3 ευρώ και φτάνουν στο ράφι στα 2 ευρώ το κιλό στην καλύτερη περίπτωση. Μιλάμε δηλαδή για μια αύξηση της τάξης του 152,5%. Κατά 240% ακριβότερα σε σχέση με την τιμή παραγωγού αγοράζουν οι καταναλωτές το μαρούλι, το οποίο ξεκινά από τον παραγωγό στα 0,20 λεπτά το τεμάχιο, διατίθεται στη χονδρική στα 0,35 λεπτά και στη λιανική η τιμή του αγγίζει τα 0,68 λεπτά.
Στο 160% φτάνει φθάνει η διαφορά των τιμών στο μπρόκολο, με τον παραγωγό να πουλάει το προϊόν του στο 1 ευρώ το κιλό και οι καταναλωτές να το αγοράζουν από τα σούπερ μάρκετ στα 2,6 ευρώ το κιλό. Αντίστοιχα, τα μήλα στάρκιν φεύγουν από το χωράφι στα 60 λεπτά το κιλό, φτάνουν στη χονδρική στα 1,10 ευρώ και στα ράφια κοστίζουν 1,45 ευρώ το κιλό.
Πέρα από τη μειωμένη παραγωγή λόγω της κλιματικής κρίσης, οι αγρότες -παραγωγοί καταγγέλλουν κερδοσκοπικά παιχνίδια από τους μεσάζοντες, οι οποίοι «φουσκώνουν» τις τιμές για τον τελικό καταναλωτή.