«Μια τρύπα στο νερό» για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού χαρακτηρίζει επί της ουσίας την αποτελεσματικότητα του νόμου Κατρούγκαλου ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας.
Μιλώντας στο συνέδριο του Economist στην Αθήνα, ο Γιάννης Στουρνάρας επεσήμανε ότι ο νόμος Κατρούγκαλου δεν αντιμετωπίζει δομικά προβλήματα του ασφαλιστικού και φαίνεται ήδη ότι είναι πιθανό να απαιτηθεί και νέα μείωση των συντάξεων που ήδη δίδονται, καθώς όσοι έχουν βγει ήδη στη σύνταξη εξαιρέθηκαν από τις μεταρρυθμίσεις 2015-2016. Τα ποσοστά αναπλήρωσης είναι «υψηλά», όπως «υψηλές» είναι και οι συνταξιοδοτικές παροχές σε σχέση με τις εισφορές που έχουν καταβληθεί.
Ο κ. Στουρνάρας προέβλεψε πιθανή αύξηση της συνταξιοδοτικής δαπάνης λόγω καταβολής των εκκρεμών συντάξεων και υστέρησης εσόδων από εισφορές.
Παράλληλα, επιδεινώνεται η σχέση παροχών-εισφορών. Εξάλλου, το σύστημα δεν μπορεί πλέον να αυτοχρηματοδοτηθεί μέσω αύξησης των εισφορών, το ισχύον καθεστώτος επικουρικής ασφάλισης δημιουργεί επίσης μελλοντικές συνταξιοδοτικές υποχρεώσεις.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με όσα χαρακτηριστικά ανέφερε ο κ. Στουρνάρας:
1) «Τα εκτιμώμενα μεγέθη» της συνταξιοδοτικής δαπάνης «ενδέχεται στην πραγματικότητα να διαμορφωθούν ακόμη υψηλότερα, καθώς (α) υπάρχει σήμερα ένας σημαντικός αριθμός συνταξιούχων προς τους οποίους η καταβολή της σύνταξης εκκρεμεί, κάτι που δεν έχει ληφθεί υπ’ όψιν στις προβολές και (β) η είσπραξη των εσόδων του ΕΦΚΑ μέχρι τώρα αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις και εκτιμάται ότι θα υπάρξει υστέρηση σε σχέση με τον στόχο για το 2017».
2) «Αυτές οι δημοσιονομικές πιέσεις μπορεί να καταστεί αναγκαίο να μετριαστούν μέσω αναπροσαρμογών σε ορισμένες συντάξεις. Και τούτο διότι, αφενός, ορισμένες συνταξιοδοτικές παροχές στην Ελλάδα παραμένουν σχετικά γενναιόδωρες, με βάση τόσο τα ελληνικά όσο και τα διεθνή δεδομένα».
3) «Σε αρκετές περιπτώσεις, οι συνταξιοδοτικές παροχές είναι υψηλές σε σχέση με τις αντίστοιχες εισφορές που έχουν καταβληθεί».
4) «Η σχετική γενναιοδωρία του συστήματος αντανακλάται επίσης στα υψηλά ακαθάριστα ποσοστά αναπλήρωσης σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες».
5) «Ενώ οι μεταρρυθμίσεις του 2015 και του 2016 είχαν επιχειρήσει να περιορίσουν περαιτέρω τις συνταξιοδοτικές παροχές, προέβλεπαν εξαίρεση των ήδη συνταξιούχων μέχρι τον Ιούλιο του 2018».
6) «Το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής που προκύπτει από τις τελευταίες μεταρρυθμίσεις επωμίστηκαν οι νέες γενιές συνταξιούχων με περισσότερα έτη υπηρεσίας, με αποτέλεσμα να επιδεινώνεται η σχέση παροχών-εισφορών και να δημιουργούνται ζητήματα δικαιοσύνης μεταξύ των γενεών».
7) «Το σύστημα δεν μπορεί πλέον να αυτοχρηματοδοτηθεί μέσω αύξησης των εισφορών. Οι υψηλές εισφορές κοινωνικής ασφάλισης αυξάνουν τη φορολογική επιβάρυνση της εργασίας και οδηγούν σε μείωση του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα».
8) «Στο πλαίσιο του ισχύοντος καθεστώτος επικουρικής ασφάλισης καθορισμένων εισφορών δημιουργούν επίσης μελλοντικές συνταξιοδοτικές υποχρεώσεις».
9) «Ένα επαρκές και, ταυτόχρονα, βιώσιμο “αμιγώς κοινωνικοασφαλιστικό” σύστημα δεν είναι οικονομικά εφικτό υπό τις παρούσες συνθήκες στην Ελλάδα»
10) Χρειάζεται «η παράταση του εργασιακού βίου και η αύξηση της απασχολησιμότητας των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας, η ενθάρρυνση της ιδιωτικής αποταμίευσης ή η μέθοδος που είναι συνηθέστερη και πιο πρόσφορη, η συμπλήρωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που συσσωρεύονται στο πλαίσιο των δημόσιων συστημάτων του πρώτου πυλώνα με συστήματα επαγγελματικής ασφάλισης του δεύτερου πυλώνα και με προσωπικά συνταξιοδοτικά προϊόντα του τρίτου πυλώνα».