Μαζικά στις εφορίες σπεύδουν οι φορολογούμενοι, προκειμένου να αμφισβητήσουν τον ΕΝΦΙΑ ή τουλάχιστον να γλυτώσουν ή έστω να κερδίσουν χρόνο για την πληρωμή του φόρου στα ακίνητα. Έτσι, καταθέτουν ενδικοφανείς προσφυγές στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών αμφισβητώντας ουσιαστικά τη νομιμότητα του φόρου, πριν προσφύγουν στα διοικητικά δικαστήρια.

Ιδιοκτήτες ακριβών ακινήτων

Μάλιστα, όπως αναφέρουν από το Υπουργείο Οικονομικών, οι περισσότεροι από όσους αμφισβητούν τον ΕΝΦΙΑ, μέσω προσφυγής στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, είναι φορολογούμενοι που έχουν στην κατοχή τους ακίνητα σημαντικής αντικειμενικής αξίας, για τα οποία καλούνται να καταβάλλουν πολύ υψηλά ποσά ετήσιου ΕΝΦΙΑ. Πρόκειται κυρίως για φορολογουμένους που έχουν ακίνητα στις θεωρούμενες «ακριβές» περιοχές, όπως το Παλαιό Ψυχικό, η Εκάλη και η Βουλιαγμένη.

Στις προσφυγές που υποβάλλουν αμφισβητούν την αξία βάσει της οποίας υπολογίζεται ο κύριος και κυρίως ο συμπληρωματικός ΕΝΦΙΑ. Μάλιστα, θεωρούν ότι, παρά την αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών που έγινε στα μέσα του τρέχοντος έτους, ήταν παράνομο το γεγονός ότι στις περιοχές με τιμή ζώνης άνω των 5.000 ευρώ δεν έγινε μείωση.

Υποστηρίζουν ότι ειδικά σε αυτές τις περιοχές έχουν καταρρεύσει οι εμπορικές αξίες λόγω της γενικότερης κρίσης στην οικονομία και της υπερφορολόγησης, και ότι καλούνται να πληρώσουν φόρο ακινήτων για περιουσία την οποία δεν έχουν. Μάλιστα, πολλοί ιδιοκτήτες μαζί με την ενδικοφανή προσφυγή υποβάλλουν και αίτημα για την πλήρη αναστολή της πληρωμής του φόρου, δηλαδή ζητούν να μην τους βεβαιωθεί ούτε το 50%.

Ωστόσο, σύμφωνα με ανακοίνωση της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, η νομοθεσία δεν επιτρέπει την αναστολή επί πράξεων διοικητικού προσδιορισμού του φόρου βάσει στοιχείων που περιλαμβάνονται σε δήλωση του φορολογουμένου, στην προκειμένη περίπτωση στο Ε9.

Αρνητικές είναι και οι απαντήσεις της ΔΕΔ στις προσφυγές, καθώς τυχόν αποδοχή τους θα άνοιγε μια κερκόπορτα για τη μη πληρωμή του φόρου και μια «τρύπα» στα κρατικά έσοδα.

Να σημειωθεί, πάντως, ότι με την υποβολή της προσφυγής βεβαιώνεται το 50% του φόρου.