Να επεκταθεί, σταδιακά, η υποχρεωτική ασφάλιση για επιχειρήσεις με τζίρο 1 εκατ. ευρώ και 0,5 εκατ. ευρώ, το 2026 και το 2027, αντίστοιχα, πρότεινε η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος στο κείμενο παρατηρήσεων που έστειλε στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης για το σχέδιο νόμου «Ιδιωτική ασφάλιση έναντι φυσικών καταστροφών, κρατική αρωγή και προστασία, στεγαστική συνδρομή».
Οι παρατηρήσεις αφορούν, κυρίως, στην υποχρέωση ασφάλισης για τις επιχειρήσεις με ετήσια ακαθάριστα έσοδα άνω των 2 εκ. ευρώ, από 1η Ιανουαρίου 2025, για πυρκαγιά από φυσικά αίτια, πλημμύρα και σεισμό. Παρατηρήσεις υπάρχουν και για τη σύσταση και λειτουργία Εθνικού Παρατηρητικού Ιδιωτικής Ασφάλισης.
Επιγραμματικά, η ένωση ζητάει:
* Την σταδιακή μείωση του ορίου των ακαθαρίστων εσόδων σε 1 εκ. και 0,5 εκ. το 2026 και 2027 αντίστοιχα.
* Την αντικατάσταση του όρου της «πυρκαγιάς από φυσικά αίτια» με τον ορθότερο ορισμό «δασική πυρκαγιά».
* Την προσθήκη των κινδύνων: θύελλα, καταιγίδα, χιόνι, χαλάζι, που επίσης σχετίζονται με τις φυσικές καταστροφές και την κλιματική αλλαγή.
* Την διαγραφή του αναφερόμενου ποσοστού 70% (ως κατ’ ελάχιστον επιβαλλόμενη κάλυψη) από την διάταξη του νόμου και την ρύθμιση της κάλυψης με συμφωνία ασφαλισμένου – ασφαλιστή είτε σε μεταγενέστερο στάδιο, με την έκδοση της εξουσιοδοτικής διάταξης του άρθρου 45.
* την καθιέρωση ισχυρού ελέγχου της ασφάλισης των επιχειρήσεων, αντί της ύπαρξης ή αύξησης ενδεχομένως του προστίμου,
Τέλος υπογραμμίζεται η σημασία του Συμβουλίου Ιδιωτικής Ασφάλισης έναντι Φυσικών Καταστροφών για την υιοθέτηση ενός ολοκληρωμένου νομοθετικού πλαισίου για την κάλυψη των επιχειρήσεων από τις φυσικές καταστροφές και για την περαιτέρω ανάπτυξη του κλάδου.
Από την άλλη, με ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα κυμαίνεται ο αριθμός των ελληνικών επιχειρήσεων στην χώρα μας, που έχει προχωρήσει σε ασφαλιστικές καλύψεις. Αναλυτικότερα, σύμφωνα με στοιχεία που έχουν ανακοινωθεί, το ποσοστό ασφαλισμένων επιχειρήσεων στη χώρα μας εκτιμάται μόλις στο 18%, δηλαδή λιγότερες από 2 στις 10 επιχειρήσεις έχουν προχωρήσει σε ασφαλιστικές καλύψεις.
Για νέους κινδύνους και απειλές που έχουν προκύψει από την εμφάνιση των νέων τεχνολογιών, όπως οι κυβερνοεπιθέσεις (Cyber Attack) το ποσοστό ασφάλισης των επιχειρήσεων είναι ακόμη χαμηλότερο και κυμαίνεται μόλις στο 12% στην Ελλάδα, όταν στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης προσεγγίζει το 70%.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του διευθύνοντος συμβούλου του ασφαλιστικού Ομίλου The Business Insurance (ΤΒΙ) που εξειδικεύεται στον τομέα των επιχειρηματικών ασφαλίσεων Kωνσταντίνου Καρούση, η κρατική παρέμβαση προ ολίγων μηνών περί υποχρέωσης ασφάλισης των επιχειρήσεων με ετήσιο κύκλο εργασιών πάνω από 2 εκατ. ευρώ «αποτελεί μια όαση στην αχαρτογράφητη έρημο των επιχειρηματικών ασφαλίσεων, έχοντας όμως ακόμα να διανύσουμε αρκετή απόσταση μέχρι να φτάσουμε στον τελικό στόχο».
Επιχειρήσεις- Τα βήματα προς μια συντεταγμένη ασφαλιστική κάλυψη
Ποια όμως τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσει μια επιχείρηση, ιδιαίτερα μια μικρομεσαία, προκειμένου να ασφαλιστεί σε κινδύνους που την αφορούν και θα της προσδώσουν ταυτόχρονα προστιθεμένη αξία.
Όπως αναφέρει ο κ.Καρούσης θα πρέπει να βασίζεται σε τρία στάδια: Collective (συλλογή δεδομένων), R&D Lab, Consultancy (συμβουλευτικές υπηρεσίες)
• Το πρώτο στάδιο, Collective, είναι το στάδιο που έχει ως σκοπό να εξάγει όλα τα αναγκαία δεδομένα που θα οδηγήσουν στην κατανόηση των ασφαλιστικών αναγκών μιας επιχείρησης. Αρχικά αφορά σε μια εξειδικευμένη διαδικασία συλλογής πληροφοριών που σχετίζονται με την επιχείρηση, όχι μόνο τα στοιχεία της ως νομικό πρόσωπο, αλλά κυρίως πληροφορίες σχετικές με τη δραστηριότητα της. Στην ΤΒΙ ως δραστηριότητα δε νοείται απλά ο κλάδος δραστηριοποίησης μιας επιχείρησης αλλά και ο τρόπος δραστηριοποίησης και στρατηγικής που ακολουθεί μια επιχείρηση, όσο και το επιθυμητό αποτέλεσμα αυτής της στρατηγικής. Αφού συλλεχθούν οι απαραίτητες πληροφορίες ακολουθεί η ανάλυση αναγκών υπό το πρίσμα του επιχειρείν. Συζητούνται παραδοσιακοί και σύγχρονοι κίνδυνοι και πως αυτοί θα μπορούσαν να βλάψουν μια επιχείρηση σήμερα. Όλες οι πληροφορίες καταγράφονται σε ένα ειδικό έντυπο αναγκών. Συλλέγονται τα εν ισχύ συμβόλαια της επιχείρησης με σκοπό τη διερεύνηση και την κατανόηση της υπάρχουσας ασφαλισμένης κατάστασης, αλλά και τα τελικά συμπεράσματα για την διακράτηση, την αλλαγή ή την κατάργηση μέρους ή όλων.
• Στο δεύτερο στάδιο R&D Lab,το έντυπο αναγκών θα αποτελέσει τη βάση στην αναζήτηση των κατάλληλων λύσεων. Οι πληροφορίες που έχουν συλλεχθεί χρησιμεύουν στη διερεύνηση των καλύτερων δυνατών επιλογών από το σύνολο της εγχώριας και της διεθνούς ασφαλιστικής αγοράς. Είναι πολλές οι φορές που οι ανάγκες μιας επιχείρησης δεν μπορούν να καλυφθούν από έτοιμα προτιμολογημένα προγράμματα της αγοράς και είναι επιβεβλημένη μια εξατομικευμένη (tailor made) προσέγγιση κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της υπό ασφάλισης επιχείρησης. Η προτεινόμενη λύση θα πρέπει να μπορεί να απαντά εξατομικευμένα στις ανάγκες της, ενώ την ίδια στιγμή να μην είναι η καταλληλότερη για μια άλλη επιχείρηση του ίδιου κλάδου. Ως αποτέλεσμα αυτής της εργαστηριακής μελέτης είναι πάντοτε η σύσταση κι η δημιουργία εξειδικευμένων προτάσεων επί του συνόλου των πιθανών λύσεων που διερευνήθηκαν.
•Στο τρίτο και τελευταίο στάδιο, το Consultancy, η μελέτη κι η διερεύνηση αρχίζουν και παίρνουν μορφή. Προτείνονται στην υπό ασφάλιση επιχείρηση τρεις συγκεκριμένες εναλλακτικές που απαντούν στις ανάγκες της. Ευθύνη της ασφαλιστικής εταιρίας είναι να υποδείξουν τη μια εξ αυτών που με αντικειμενικά κριτήρια υπερτερεί των άλλων, περιγράφοντας και τους λόγους.
Όπως τονίζει ο κ. Καρούσης, διευθύνων σύμβουλος της TBI, που έχει ενταχθεί στον ελληνικό όμιλο επιχειρήσεων GPA, ο ρόλος μιας ασφαλιστικής εταιρείας δε σταματά εκεί, καθώς η έκδοση ενός ασφαλιστηρίου συμβολαίου δεν είναι το τέλος μιας εργασίας αλλά είναι η αρχή μιας συνεργασίας.
Σε τακτά και προκαθορισμένα χρονικά σημεία, επανέρχονται κι ελέγχουν εάν οι συνθήκες που οδήγησαν σε μια συγκεκριμένη επιλογή υφίστανται ακόμη ή όχι, κι αναλόγως επεμβαίνουν στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο. Η συγκεκριμένη προσέγγιση βασίζεται στην μέθοδο 3LPS (3 Level Personalized Solution) που ακολουθεί η TBI και αρχίζει να εφαρμόζεται από την πρώτη επικοινωνία με τον πελάτη και δεν περατώνεται ποτέ, καθώς είναι μια συνεχής διαδικασία με απώτερο σκοπό τη διασφάλιση της ασφαλισμένης επιχείρησης.