«Η κρισιμότητα της οικονομικής κατάστασης της χώρας απαιτεί δραστικά μέτρα που πρέπει να έχουν ως στόχευση την στήριξη και ενίσχυση του επιχειρείν. Μόνον έτσι θα βγούμε επιτέλους από τον καταστροφικό κλοιό της ύφεσης. Άρα το Επαγγελματικό Επιμελητήριο της Αθήνας λέει «ναι» στην αύξηση του κατώτατου αλλά με ταυτόχρονη ελάφρυνση των υπέρογκων βαρών που σηκώνουν στους ώμους τους οι μικρομεσαίοι της χώρας» δήλωσε ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθήνας Γιάννης Χατζηθεοδοσίου.
Σημειώνει ότι η απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει στην αύξηση του κατώτατου μισθού στα 650 ευρώ και στην κατάργηση του υποκατώτατου, θα δώσει “ανάσα” σε εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά. Και θυμίζει ότι πρώτο το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών είχε ζητήσει να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός, τονίζοντας ταυτόχρονα ότι η οποιαδήποτε αύξηση θα έπρεπε να συνδυαστεί με την ταυτόχρονη μείωση του μη μισθολογικού κόστους για επαγγελματίες και επιχειρήσεις.
Συγκεκριμένα δήλωσε ο κ. Χατζηθεοδοσίου:
«Σε αυτή τη λαίλαπα που έχουμε ζήσει τα τελευταία χρόνια, η οποιαδήποτε ενίσχυση των εισοδημάτων των πολιτών είναι σίγουρα προς τη θετική κατεύθυνση. Οπότε η απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει στην αύξηση του κατώτατου μισθού στα 650 ευρώ και στην κατάργηση του υποκατώτατου, θα δώσει “ανάσα” σε εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά.
Αυτή όμως είναι η μία πλευρά του νομίσματος. Γιατί βλέποντας την άλλη, καταλαβαίνει κανείς ότι για μία ακόμα φορά καλούνται οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να σηκώσουν βάρη που και δεν τους αναλογούν και μπορεί να αποδειχθούν καταστροφικά.
Για να μην παρεξηγηθώ, θυμίζω ότι πρώτο το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών είχε ζητήσει να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός. Βλέπαμε τις θετικές συνέπειες που θα είχε για την κοινωνία αλλά και στην επιχειρηματικότητα και την οικονομία, καθώς θα μπορούσε να δώσει ώθηση στην κατανάλωση. Είχαμε όμως τονίσει ότι η οποιαδήποτε αύξηση θα έπρεπε να συνδυαστεί με την ταυτόχρονη μείωση του μη μισθολογικού κόστους για επαγγελματίες και επιχειρήσεις.
Οι φορολογικές και ασφαλιστικές επιβαρύνσεις που καλείται σήμερα να αντιμετωπίσει ένας μικρομεσαίος, είναι υπερβολικές. Και αυτό είναι κάτι που το παραδέχονται όλοι. Και μέσα από την Κυβέρνηση. Αντί λοιπόν να υπάρξει μέριμνα για τη βελτίωση των συνθηκών του επιχειρείν, διαπιστώνουμε ότι τα βάρη αυτά αυξάνονται. Η αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού σημαίνει αυτόματα και αύξηση των εργοδοτικών εισφορών. Θα αντέξουν αυτά τα επιπλέον κόστη οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις; Φοβάμαι πως όχι.
Άρα είναι ορατός ο κίνδυνος για περισσότερα «λουκέτα», ενώ θεωρώ βέβαιο ότι θα δούμε πιο ευέλικτες μορφές απασχόλησης, απολύσεις και σίγουρα όχι αύξηση των θέσεων εργασίας. Ακόμα και οι αυτοαπασχολούμενοι που πλήρωναν έως σήμερα την πιο χαμηλή εισφορά των 157 ευρώ, θα υποχρεωθούν να βάλουν βαθύτερα το χέρι στην τσέπη.
Όταν είμαστε εν μέσω μίας προσπάθειας να μειωθούν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς εφορία και ταμεία, αυτή η εξέλιξη μπορεί να σηματοδοτήσει μία νέα γενιά οφειλετών επειδή δεν θα μπορούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους.
Είναι κατανοητό μία Κυβέρνηση εν μέσω προεκλογικής περιόδου να δώσει παροχές και να προσπαθήσει να δείξει ένα πιο φιλολαϊκό πρόσωπο. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνεται σε βάρος χιλιάδων επιχειρήσεων και επαγγελματιών που δίνουν αγώνα επιβίωσης. Η κρισιμότητα της οικονομικής κατάστασης της χώρας απαιτεί δραστικά μέτρα που πρέπει να έχουν ως στόχευση την στήριξη και ενίσχυση του επιχειρείν.
Μόνον έτσι θα βγούμε επιτέλους από τον καταστροφικό κλοιό της ύφεσης. ‘Αρα το Επαγγελματικό Επιμελητήριο της Αθήνας λέει «ναι» στην αύξηση του κατώτατου αλλά με ταυτόχρονη ελάφρυνση των υπέρογκων βαρών που σηκώνουν στους ώμους τους οι μικρομεσαίοι της χώρας. Οτιδήποτε άλλο μόνο αρνητικές συνέπειες θα έχει. Και για την επιχειρηματικότητα και για την κοινωνία και για την οικονομία μας».