Τρεις κλειστούς προϋπολογισμούς ζητεί η ελληνική φαρμακοβιομηχανία, ως γραμμή άμυνας στην παρατεταμένη επιβολή του claw back, του αυτόματου μηχανισμού επιστροφής στο κράτος του ποσού που υπερβαίνει τη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη.
Με βάση τα στοιχεία του ΕΟΠΥΥ, υπολογίζεται ότι για το 2018 το claw back θα ξεπεράσει τα 600 εκατ. ευρώ. Συνυπολογίζοντας και τις υποχρεωτικές εκπτώσεις (rebate), η επιβάρυνση για τις φαρμακευτικές εταιρείες θα φτάσει εφέτος το 1,4 δισ. ευρώ, πρωτοφανές επίπεδο για τα ευρωπαϊκά δεδομένα.
Η μεγάλη υπέρβαση του κρατικού προϋπολογισμού για το φάρμακο οφείλεται αφενός στη χαμηλή φαρμακευτική δαπάνη που δεν φτάνει να καλύψει τις πραγματικές ανάγκες των πολιτών, αφετέρου στην καθυστέρηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για τον έλεγχο του όγκου της συνταγογράφησης.
Οι ελληνικές φαρμακευτικές επιχειρήσεις ζητούν δικαιότερη κατανομή του claw back, ώστε κάθε κατηγορία φαρμάκων να πληρώνει για την επιβάρυνση που προκαλεί. Προτείνουν να δημιουργηθούν τρεις κατηγορίες κλειστών προϋπολογισμών: για τα φάρμακα εντός καθεστώτος προστασίας, για τα φάρμακα που έχει λήξει το πατέντο τους μαζί με τα γενόσημα και τέλος για τα ακριβά φάρμακα του ν. 3816 που διατίθενται από τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ.
Η Πανελλήνια Ένωση Φαρμακοβιομηχανίας μελέτησε την εξέλιξη της δαπάνης του ΕΟΠΥΥ ανά κατηγορία φαρμάκων για το διάστημα 2014 – 2018. Όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα, η δαπάνη στα ιδιωτικά φαρμακεία παραμένει σχεδόν σταθερή τα τελευταία χρόνια, με πολύ μικρές διαφοροποιήσεις.
Αντίθετα, διαρκώς αυξανόμενη είναι η δαπάνη για τα Φάρμακα Υψηλού Κόστους των φαρμακείων του ΕΟΠΥΥ.
Εύλογα, λοιπόν, η ελληνική φαρμακοβιομηχανία λέει ότι επιβαρύνεται αδίκως για την υπέρβαση που δημιουργούν τα ακριβά φάρμακα και όχι τα οικονομικά εκτός πατέντου σκευάσματα και γενόσημα που κυρίως παράγει.
Το ύψος του προϋπολογισμού κάθε κατηγορίας από τις τρεις μπορεί επίσης να προσδιοριστεί από τα ίδια στοιχεία που διαθέτει ο ΕΟΠΥΥ. Άλλα μοντέλα που κατά καιρούς έχει παρουσιάσει το Υπουργείο Υγείας απορρίπτονται συνολικά από τη φαρμακοβιομηχανία, γιατί θεωρεί ότι θα δημιουργήσουν νέα προβλήματα.
Πάντως, το θέμα δεν έχει λήξει, με τις σχετικές αποφάσεις από το Υπουργείο Υγείας να αναμένονται με το νέο έτος.