Την θέση του για τον δημοσιονομικό χώρο ξεδίπλωσε το ΔΝΤ μέσα από ειδική έκθεση την οποία δημοσίευσε, αλλά και ενέκρινε σε επίπεδο Διοικητικού Συμβουλίου. Στο επίκεντρο είναι το πώς θα πρέπει να διανέμουν (ή όχι) τα κράτη-μέλη το δημοσιονομικό χώρο που έχουν.
Σημείο κλειδί σε αυτή την έκθεση είναι η απουσία της Ελλάδος από την λίστα κρατών ανά τον κόσμο τα οποία έχουν διαθέσιμο έστω και λίγο δημοσιονομικό χώρο.
Βεβαίως αυτή η απουσία εξηγείται από το γεγονός ότι τα στοιχεία της μελέτης είναι “παλαιά” και προέρχονται από εκθέσεις του Άρθρου 4 που έχουν ολοκληρωθεί τα προηγούμενα χρόνια (σ.σ. τώρα συντάσσεται η νέα έκθεση για την Ελλάδα).
Ωστόσο, η θέση του ΔΣ δίνει το “στίγμα” των προθέσεων. Ως δημοσιονομικό χώρο ορίζει το περιθώριο που έχουν τα κράτη για να θέσουν σε εφαρμογή μέτρα επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής “χωρίς να θέτουν σε κίνδυνο την πρόσβασή τους στις αγορές και την βιωσιμότητα του χρέους τους”, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει.
Στην έκθεση, που συνοδεύει την τοποθέτηση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, τίθενται παραδείγματα κρατών-μελών τα οποία έχουν αυτή τη δυνατότητα (με χαρακτηριστική περίπτωση τη Γερμανία και την πρόταση του Ταμείου να χρησιμοποιήσει το σημαντικό περιθώριο που έχει δημιουργήσει για την μείωση των εισφορών στην εργασία, για την ενσωμάτωση των μεταναστών, αλλά και για νέες τεχνολογίες), αλλά και γίνονται συστάσεις προς την Ιταλία και την Ισπανία, οι οποίες όπως αναφέρεται πρέπει να δώσουν έμφαση στη μείωση του δημόσιου χρέους και στη δημοσιονομική προσαρμογή αντίστοιχα.
Η θέση του Ταμείου δημοσιοποιείται σε μία συγκυρία κατά την οποία είναι σε εξέλιξη η διαπραγμάτευση των θέσεων του για τη μετά-μνημονιακή εποχή με την Ελλάδα, θέσεις τις οποίες λαμβάνουν εξαιρετικά σοβαρά υπόψη οι αγορές αλλά και ξεδιπλώνεται η “παροχολογία” από κυβερνητικής πλευράς και μάλιστα όχι με… ομοφωνία.