Επιμέλεια: Μιχάλης Παπανίδης
Το δικό της «ΟΧΙ» είπε η Ιταλία. Όχι σε κάποιον εισβολέα αλλά στην Κομισιόν, η οποία ούτε λίγο
ούτε πολύ της ζήτησε το προηγούμενο διάστημα να ξαναγράψει τον… προϋπολογισμό της. «Θα συνεχίσουμε με αυτόν» απάντησαν οι Ιταλοί, την ώρα που τα spreads έχουν αρχίσει τον ανοδικό χορό τους, πιέζοντας, αλλά όχι ακόμη αφόρητα, την ιταλική οικονομία.
Οι αποδόσεις των ιταλικών 10ετών ομολόγων οι οποίες «χτυπούν» υψηλά τριών εβδομάδων διαμορφώνονται στο 3,459%, ενώ οι αποδόσεις των υπόλοιπων ομολόγων της ευρωπεριφέρειας, όπως των πορτογαλικών και των ιρλανδικών, σημειώνουν πτώση
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέχρι αργά το μεσημέρι της Τετάρτης είχε αποφύγει να κάνει τη δική της κίνηση στη σκακιέρα και όλα δείχνουν ότι πέρα από κάποιες διαρροές και περιφερειακές δηλώσεις η απάντηση θα έλθει την 21η Νοεμβρίου με τον πιο επίσημο τρόπο.
Δεν μπορεί να κάνει, όμως, πολλά.
Η Κομισιόν αναμένεται να προχωρήσει στο επόμενο βήμα, που είναι η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, αφού λάβει υπ’ όψιν της και τα στοιχεία για τη δυναμική του ιταλικού χρέους, δίνοντας στη Ρώμη περιθώριο τριών έως έξι μηνών για να προβεί στη λήψη διορθωτικών μέτρων, προτού απειληθεί η επιβολή προστίμου από τις Βρυξέλλες. Η «ιταλική ανυπακοή» θα πάρει μια χλιαρή απάντηση από την Ευρώπη, που για τρεις έως έξι μήνες δεν θα σημαίνει απολύτως τίποτα. Κι αυτό το γνωρίζουν στη Ρώμη.
Βεβαίως, τα επιτόκια των ιταλικών ομολόγων αυξάνονται, αλλά οι χρηματοδοτικές ανάγκες της γείτονος δεν είναι σπουδαίες μέχρι τις αρχές του 2019.
Η «ιταλική ανυπακοή» θα πάρει μια χλιαρή απάντηση από την Ευρώπη, που για τρεις έως έξι μήνες δεν θα σημαίνει απολύτως τίποτα. Κι αυτό το γνωρίζουν στη Ρώμη
Οι πραγματικές αντοχές του ιταλικού Υπουργείου Οικονομικών και της εγχώριας αγοράς ομολόγων της γειτονικής χώρας θα αρχίσουν να δοκιμάζονται το πρώτο δίμηνο του νέου έτους, όταν θα ζητηθεί η αναχρηματοδότηση του ιταλικού δημόσιου χρέους και θα χρειασθεί να εκδοθούν ομόλογα της τάξεως των 260 δισ. ευρώ!
Οι τιμές των αποδόσεων και των spreads τότε θα δοκιμάσουν τις πολιτικές και οικονομικές αντοχές της ιταλικής κυβέρνησης, η οποία όμως σε επίπεδο διαδικασιών ευρωπαϊκού εξαμήνου θα έχει στην διάθεσή της έως και έξι μήνες περιθώριο για να «διορθώσει», εφόσον το θέλει, το σχέδιο προϋπολογισμού, που στο μεταξύ θα έχει αρχίσει να εφαρμόζει.
Και σε κάθε περίπτωση πολιτικά θα έχει ξεπεράσει τον σκόπελο των ευρωεκλογών, οι οποίες θα αλλάξουν και τη σύνθεση της Κομισιόν.
Αυτός είναι και ο πολιτικός στόχος της ιταλικής κυβέρνησης, που στο εσωτερικό εμφανίζεται αγέρωχη, ενώ διά στόματος του υπουργού Οικονομικών Τζιοβάνι Τρία δείχνει διαλλακτικότερη στο εξωτερικό και στα κυρίαρχα ευρωπαϊκά όργανα.
Εγκλωβισμένη η Ελλάδα στην ιταλική δίνη
Οι εξελίξεις στην Ιταλία καθώς και η επιδείνωση του κλίματος στο ελληνικό χρηματιστήριο επιβαρύνουν εκ νέου την εικόνα των ελληνικών ομολόγων, με το spread να εκτοξεύεται σήμερα στις 413,3 μονάδες βάσης, τη στιγμή που το ιταλικό spread, παρά τις αντιπαραθέσεις μεταξύ Ρώμης και Βρυξελλών για τον προϋπολογισμό του 2019 οι οποίες επιμένουν, αφού η κυβέρνηση δεν έκανε κάποιο βήμα πίσω σε σχέση με το προσχέδιο, διαμορφώνεται στις 310 μ.β.
Τα ελληνικά ομόλογα φαίνονται πλέον «εγκλωβισμένα» στο μη ευνοϊκό διεθνές αλλά και εγχώριο κλίμα, παρόλο που η κυβέρνηση μετρά ήδη σχεδόν τρεις μήνες από την ημέρα της εξόδου από το τρίτο μνημόνιο.
Οι αποδόσεις του 10ετούς ομολόγου δεν μπορούν να «ξεκολλήσουν» από τα απαγορευμένα επίπεδα του άνω του 4% και πλέον διαμορφώνονται στο 4,523% με άνοδο της τάξεως του 1,55% από χθες.
Ακόμη πιο έντονη είναι η άνοδος στην απόδοση του 5ετούς ομολόγου, η οποία φτάνει το 3,558% (αύξηση 2,5% από χθες) στα υψηλότερα επίπεδα από τις αρχές Οκτωβρίου.
Οι αποδόσεις των ιταλικών 10ετών ομολόγων, οι οποίες «χτυπούν» υψηλά τριών εβδομάδων, διαμορφώνονται στο 3,459% με άνοδο 1,1% μικρότερη από αυτήν των ελληνικών, ενώ οι αποδόσεις των υπόλοιπων ομολόγων της ευρωπεριφέρειας, όπως των πορτογαλικών και των ιρλανδικών, σημειώνουν πτώση.
Είναι ξεκάθαρο πλέον πως η Ιταλία έχει μπει για τα καλά στον δρόμο της ρήξης με την Κομισιόν, γεγονός που ωστόσο παραμένει ακόμη «απομονωμένο» από την υπόλοιπη Ευρωζώνη με μοναδική εξαίρεση την Ελλάδα, αφού εξακολουθεί να είναι η μόνη η οποία επηρεάζεται από τις εξελίξεις στη γειτονική χώρα, υπογραμμίζοντας τη ρηχότητα της ελληνικής αγοράς αλλά και την υψηλή ευαισθησία της στα εξωτερικά σοκ.