Ο αριθμός των νεκρών στα οδικά δυστυχήματα ανέρχεται σε περίπου 1,35 εκατομμύρια παγκοσμίως κάθε χρόνο, ενώ το 2020 ανερχόταν σε περισσότερους από 18.500 στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 και στους 579 στην Ελλάδα, καθιστώντας τα οδικά ατυχήματα ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της σύγχρονης κοινωνίας παγκοσμίως.

Αξιοσημείωτο είναι ότι την προηγούμενη δεκαετία (2010-2020) η Ελλάδα κατέγραψε εντυπωσιακή μείωση του αριθμού των νεκρών σε οδικά δυστυχήματα κατά 54%, πετυχαίνοντας τον στόχο για μείωση του αριθμού των νεκρών κατά 50%, ενώ τα οδικά δυστυχήματα μειώθηκαν κατά 39%. Το 2020, ο αριθμός των νεκρών ανά εκατομμύριο πληθυσμού επίσης μειώθηκε (54), με την Ελλάδα να κάνει σημαντική πρόοδο ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ, φτάνοντας πιο κοντά στον μέσο όρο της ΕΕ (42) συγκριτικά με τις χώρες που έχουν τις χειρότερες επιδόσεις (70-90).

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που αποτυπώνονται σε ενημερωτικό δελτίο του Συλλόγου Ελλήνων Συγκοινωνιολόγων, το οικονομικό κόστος των καταγεγραμμένων οδικών δυστυχημάτων με παθόντες στην Ελλάδα εκτιμάται περίπου στα 2,4 δισ. ευρώ ετησίως (και ενδεχομένως τριπλασιάζεται εάν υπολογιστεί ο πραγματικός αριθμός των παθόντων αλλά και τα ατυχήματα με υλικές ζημιές μόνο).

Παρά την πρόσφατη πρόοδο, οι επιδόσεις οδικής ασφάλειας της Ελλάδας και της κυκλοφοριακής παιδείας των Ελλήνων οδηγών, συγκρινόμενες με εκείνες των άλλων ανεπτυγμένων κρατών, παραμένουν κατώτερες του γενικότερου βιοτικού επιπέδου της χώρας.

Σε αντίθεση με τους περισσότερους Ευρωπαίους, οι Έλληνες πολίτες εξακολουθούν να μην έχουν αντιληφθεί ότι η πολυπλοκότητα της κυκλοφορίας πεζών και οχημάτων, η ταχύτητα και η οδική ασφάλεια δεν μπορούν να συνυπάρξουν, ειδικά όταν μεγάλος αριθμός Ελλήνων οδηγεί επιθετικά και με ταχύτητες άνω του επιτρεπτού ορίου.

Έτσι, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα κατάφερε να περιορίσει τους νεκρούς στην άσφαλτο κατά 54% την τελευταία δεκαετία, οι προηγούμενοι μήνες, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, αποδείχθηκαν ιδιαίτερα ανησυχητικοί σε αυτό το ζήτημα.

Τον προηγούμενο Απρίλιο είχαμε αύξηση των τροχαίων δυστυχημάτων κατά 140% και έχασαν τη ζωή τους 35 άτομα (αύξηση κατά 52,2% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2020).

Αύξηση κατέγραψαν οι βαριά τραυματίες που ανήλθαν σε 36 (+28,6%) και οι ελαφρά τραυματίες που ανήλθαν σε 709 (+140,7%).

Φυσικά, αυτά τα αρνητικά στοιχεία συνεχίστηκαν και τον Ιούνιο, όπου σημειώθηκαν 15% περισσότερα ατυχήματα (1.033 έναντι 898 τον Ιούνιο του 2020) και έχασαν τη ζωή του 48 άτομα έναντι 50 τον Ιούνιο του 2020. Επίσης υπήρξαν 65 βαριά τραυματίες έναντι 56 και 1.150 ελαφρά τραυματίες έναντι 1.042.

Την πρωτιά στα ατυχήματα είχε η Αττική τον Ιούνιο με 544 ατυχήματα και 13 νεκρούς και ακολούθησε η Θεσσαλονίκη με 169 ατυχήματα και 4 νεκρούς.

Ο περιορισμός της κίνησης το προηγούμενο διάστημα λόγω της καραντίνας της πανδημίας μείωσαν τα ατυχήματα, αλλάζοντας τον χάρτη ως προς τα τροχαία ατυχήματα. Οι ασφαλέστεροι δρόμοι στην Ευρώπη παραμένουν αυτοί της Σουηδίας (18 θάνατοι ανά εκατομμύριο πολιτών) και οι χειρότεροι είναι της Ρουμανίας με 85 θανάτους ανά εκατομμύριο πολιτών.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Μεταφορών αναφέρει ότι η μείωση του όγκου της κυκλοφορίας οφείλεται στην πανδημία και είχε αντίκτυπο στον αριθμό των θανάτων από τροχαία ατυχήματα.

Στην Ελλάδα, στο Στρατηγικό Σχέδιο 2011-2020, υιοθετήθηκε ο ευρωπαϊκός στόχος της μείωσης κατά 50% του αριθμού των νεκρών έως το 2020. Έτσι προτάθηκε μία νέα αποτελεσματική δομή διαχείρισης των προτεινόμενων μέτρων οδικής ασφάλειας και εντάχθηκε -για πρώτη φορά στη χώρα- η έννοια της παιδείας οδικής ασφάλειας, ως βασικός σκοπός της πολιτικής οδικής ασφάλειας στην Ελλάδα.

Τέλος, σύμφωνα με τις εξειδικευμένες αναλύσεις των στοιχείων ατυχημάτων και τη συγκριτική τους εξέταση με αντίστοιχες αναλύσεις (ECERSO, ITF-IRTAD), προκύπτει ότι οι πιο κρίσιμοι παράγοντες που συμβάλλουν στην πρόκληση των οδικών ατυχημάτων στην Ελλάδα είναι η οδήγηση με υψηλές ταχύτητες, τα υψηλά ποσοστά κυκλοφορίας μοτοσικλετιστών, τα χαμηλά ποσοστά χρήσης ζώνης και κράνους, ιδίως στους συνεπιβάτες, η ανοργάνωτη και απροστάτευτη κυκλοφορία ευάλωτων χρηστών της οδού, η οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ και με χρήση κινητού τηλεφώνου και η γενικευμένη επιθετική οδήγηση.