Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να διατηρήσει τη νομισματική πολιτική της αμετάβλητη στη σημερινή της συνεδρίαση, περιορίζοντας τις ανησυχίες για την πρόσφατη επιβράδυνση στην οικονομία της Ευρωζώνης και αφήνοντας την πόρτα ανοιχτή για το τέλος του QE μέχρι τα τέλη του έτους, εκτιμούν αναλυτές.
Έχοντας αλλάξει το guidance τον περασμένο μήνα, ώστε να αντικατοπτρίζει μια σταθερή ανάπτυξη, η ΕΚΤ πιθανώς να υποστηρίξει ότι η οικονομία βρίσκεται σε καλή πορεία και πως τα εντυπωσιακά οικονομικά στοιχεία των αρχών του έτους ήταν έτσι και αλλιώς απίθανο να διατηρηθούν.
Καθώς η οικονομία της Ευρωζώνης έχει επεκταθεί για 20 συνεχόμενα τρίμηνα, το νούμερο ένα θέμα των αξιωματούχων της ΕΚΤ είναι η ταχύτητα απόσυρσης των μέτρων τόνωσης των αγορών.
Συγκεκριμένα, τα μέλη πρέπει να συμφωνήσουν στην ημερομηνία λήξης του προγράμματος αγοράς ομολόγων ύψους 2,55 τρισεκατομμυρίων ευρώ, το οποίο έχει μειώσει το κόστος δανεισμού και έχει ωθήσει την ανάπτυξη, ακόμα και αν δεν κατάφερε να «πιάσει» τον στόχο του πληθωρισμού.
«Όταν τα πράγματα γίνονται πιο δύσκολα, οι κεντρικές τράπεζες τουλάχιστον αρχικά προτιμούν να ακούγονται πιο αισιόδοξες από ό,τι είναι πραγματικά» σημειώνει η Bank of America Merrill Lynch σε note προς τους πελάτες της.
«Σε μια περίοδο όπου τα οικονομικά μεγέθη αρχίζουν να κατεβάζουν ταχύτητα και η ρητορική του εμπορικού πολέμου παραμένει έντονη, είναι ίσως περισσότερο λογικό το Διοικητικό Συμβούλιο να προσπαθήσει να καθησυχάσει τις αγορές διατηρώντας την εκτίμηση ότι ο πληθωρισμός θα κινηθεί προς τον στόχο της ΕΚΤ», όπως προσθέτει.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι μπορεί σήμερα να υποστηρίξει ότι η ανάπτυξη είναι ακόμα σταθερή και θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλότερες τιμές πετρελαίου και κάποια βελτίωση στον πληθωρισμό.
Ωστόσο, είναι πιθανό να αποφύγει τα σχόλια σχετικά με τις μελλοντικές κινήσεις πολιτικής, διατηρώντας τις επιλογές της τράπεζας ανοιχτές όσον αφορά στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) καθώς και το timing της πρώτης αύξησης των επιτοκίων από το 2011, σε περίπτωση που οι οικονομικές προοπτικές συνεχίσουν να κινούνται υποτονικά.
«Αν και η επιβράδυνση θα πρέπει να είναι κατά κύριο λόγο παροδική, είναι απίθανο να έχουμε μια βελτιωμένη προοπτική για τον πληθωρισμό μέχρι τον Ιούνιο, αναγκάζοντας έτσι την ΕΚΤ να εξετάσει μια νέα επέκταση του QE» ανέφερε ο οικονομολόγος Societe Generale Anatoli Annenkov, ο οποίος αναμένει ότι οι πρώτες αυξήσεις επιτοκίων θα έλθουν τον Ιούνιο και τον Σεπτέμβριο του 2019, βάζοντας ένα τέλος στο αρνητικό επιτόκιο καταθέσεων.
«Η αγορά περιμένει ότι ο Ντράγκι θα επικεντρωθεί στα νέα δεδομένα της ανάπτυξης, στις ανησυχίες για την περαιτέρω δύναμη στο ευρώ και στους γεωπολιτικούς παράγοντες, όπως ο εμπορικός πόλεμος» σημειώνει ο Orlando Green, αναλυτής της Credit Agricole.
«Ο κίνδυνος είναι ότι θα χρησιμοποιήσει πιο ήπια ρητορική από ό,τι αναμενόταν» προσθέτει.
«Δεν αναμένουμε αποφάσεις σήμερα, ενώ γενικά η ”γλώσσα” θα παραμείνει αμετάβλητη κατά τη σημερινή συνεδρίαση» τονίζει ο Dirk Schumacher, αναλυτής της Natixis.
«Ωστόσο, αναμένουμε ένα σήμα που θα δείχνει ότι οι αποφάσεις για το QE θα ληφθούν στη συνεδρίαση του Ιουνίου» συμπληρώνει.
Με το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων να αναμένεται ευρέως ότι θα λήξει τον Σεπτέμβριο, η ΕΚΤ θα πρέπει να αποφασίσει τον Ιούνιο ή τον Ιούλιο εάν θα επεκτείνει τις αγορές ή θα τις καταργήσει.
Ωστόσο, με τον κίνδυνο του παγκόσμιου εμπορικού πολέμου να είναι ακόμα υπαρκτός, αυτό ενδέχεται να μην αποφασιστεί έως ότου κριθεί απολύτως αναγκαίο, διατηρώντας έτσι την ευελιξία της προσαρμογής της πολιτικής.
«Ένα πολύ σημαντικό ζήτημα για την ΕΚΤ είναι πλέον ο κίνδυνος προστατευτισμού που έχει προκαλέσει ο Αμερικανός πρόεδρος και που χτυπά τις επιχειρήσεις της Ευρωζώνης» σημειώνει ο οικονομολόγος της Berenberg, Florian Hense.
Σύμφωνα και με την BNP Paribas, η ΕΚΤ δεν θα αλλάξει τη ρητορική της. Με τα οικονομικά στοιχεία να είναι πιο αδύναμα, τις νομισματικές συνθήκες ελαφρώς πιο σφιχτές και τους κινδύνους να αυξάνονται λόγω των ανησυχιών για έναν εμπορικό πόλεμο, ο Ντράγκι αναμένεται να επαναλάβει το μήνυμα που έδωσε τον Μάρτιο, όταν η ΕΚΤ απέσυρε την υπόσχεση πως θα προχωρήσει σε περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, εάν χρειαστεί.
Με πληροφορίες από Capital