Υποχωρεί σημαντικά η πρόβλεψη για μακροχρόνια ανάπτυξη σε μόνο 1% μετά το 2022 στην Έκθεση Βιωσιμότητας Χρέους που ολοκλήρωσε και δημοσίευσε η Κομισιόν ως μέρος της έκθεσης συμμόρφωσης και η οποία είναι προσαρμοσμένη στις αποφάσεις του Eurogroup του Λουξεμβούργου.
Η έκθεση έχει αλλάξει σημαντικά στις παραδοχές της, σε σχέση με την αντίστοιχη που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο, μόλις δηλαδή τρεις μήνες πριν, στο πλαίσιο της τρίτης αξιολόγησης: τότε υπολόγιζε άνοδο του ΑΕΠ 1,5% από το 2023 έως το 2030 και 1,25% στη συνέχεια.
Η επιβράδυνση στο πραγματικό ΑΕΠ (η οποία μετά την προσθήκη πληθωρισμού 2% οδηγεί σε πρόβλεψη για άνοδο του ονομαστικού ΑΕΠ κατά 3% έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για 4% το 2020 και μετά 3,3% μακροπρόθεσμα), αποδίδεται στη γήρανση του πληθυσμού.
Με τη νέα αυτή θέση ουσιαστικά οι θεσμοί της Ε.Ε. «εναρμονίζονται» με τη -δεδομένη εδώ και καιρό- θέση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (η αντίστοιχη έκθεσή του αναμένεται).
Ανάλογη επιδείνωση καταγράφεται – μέσα σε τρεις μόλις μήνες – σε μία σειρά από παραδοχές που επηρεάζουν την πορεία του χρέους. Επίσης, μεταξύ άλλων γίνεται λόγος για υψηλά πλεονάσματα (3% το 2023, 2,5% το 2024 και 2,2% από το 2025 και μετά), ενώ υπάρχουν ρητές δεσμεύσεις για αυστηρή εποπτεία που θα «εξεταστεί» το 2032, αλλά και καθίσταται σαφής η αμφισβήτηση της δυνατότητας για επίτευξη υψηλών πλεονασμάτων σε βάθος χρόνου.
Περιλαμβάνεται επίσης σενάριο «Β» για πρωτογενή πλεονάσματα 1,5% από το 2023 και μετά, κάτι που οδηγεί σε νέες παρεμβάσεις στο χρέος.
Καταγράφεται επιδείνωση των προβλέψεων για το χρέος αλλά και για τα έσοδα ιδιωτικοποιήσεων. Αναβάλλεται για το τέλος του 2018 η εξόφληση των οφειλών προς ιδιώτες, ενώ το «μαξιλάρι» διαθεσίμων γίνεται σαφές ότι «γεμίζει» με εσωτερικό δανεισμό μέσω repos.
Αναλυτικά, η νέα έκθεση (DSA) αναφέρει ότι:
• Στο 3% το πλεόνασμα το 2023. Επιβεβαιώνονται οι πληροφορίες του Capital.gr ότι η προσαρμογή των πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2022 θα είναι σταδιακή. Θα μειώνονται κατά 0,5% ετησίως. Δηλαδή το 2023 θα περιοριστούν από το 3,5% στο 3% του ΑΕΠ, το 2024 θα υποχωρήσουν στο 2,5% του ΑΕΠ και από το 2025 έως το 2060 θα διαμορφωθούν στο 2,2% του ΑΕΠ.
• Ιδιωτικοποιήσεις με χαμηλότερους στόχους. Χαμηλότερα θα είναι τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις. Υπολογίζονται πλέον στα 14 δισ. ευρώ την περίοδο 2018- 2060 (έναντι 17 δισ. ευρώ προηγουμένως). Από αυτά τα 11,5 δισ. ευρώ προέρχονται από ιδιωτικοποιήσεις εκτός τραπεζών (έναντι 13 δισ. ευρώ προηγουμένως).
• Υψηλότερα επιτόκια. Υψηλότερα αναμένονται και τα επιτόκια της αγοράς τα επόμενα χρόνια (ορίζονται ως το μέσο επιτόκιο αναχρηματοδότησης του χρέους). Υπολογίζεται αύξηση από το 4,1% το 2019 στο 5,4% το 2030 (αντί για 5,2% προηγουμένως) και στο 5,1% το 2060 (αντί για 4,5% προηγουμένως). Μεσοσταθμικά αναμένεται επιτόκιο στο 5,1% (περίοδος 2018- 2060) αντί για 4,9% προηγουμένως.
• Μερική έξοδος στις αγορές και μαξιλάρι διαθεσίμων. Στο κείμενο της έκθεσης Βιωσιμότητας του Χρέους (το οποίο έχει ένα τυποποιημένο τρόπο γραφής), έχει προστεθεί μία νέα παράγραφος, η οποία αναφέρει ότι ως υπόθεση τίθεται ότι η Ελλάδα θα χρησιμοποιήσει σταδιακά μέρος από το διαθέσιμο μαξιλάρι διαθέσιμων ούτως ώστε να καλύπτει μερικώς τις ανάγκες χρηματοδότησης του χρέους της. Εκτιμάται έτσι ότι το μαξιλάρι διαθεσίμων από τα 24,1 δισ. ευρώ τον Αύγουστο, θα περιοριστεί στα 12 δισ. ευρώ έως το 2022.
• Πορεία χρέους. Καταγράφεται το σενάριο βιωσιμότητας χρέους πριν από τη λήψη των μέτρων που βασίστηκαν στην απόφαση του Eurogroup του Λουξεμβούργου, το οποίο οδηγεί σε χρέος στο 127% του ΑΕΠ το 2060 (έναντι προβλέψεων στο βασικό σενάριο του Μαρτίου για χρέος 94,4% το 2060).
Περιλαμβάνεται και δυσμενές σενάριο που αυξάνει το χρέος σε 234,8% του ΑΕΠ το 2060 το οποίο βασίζεται σε πρωτογενή πλεονάσματα στο 1,5% του ΑΕΠ μετά το 2022 αλλά και σε χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης και οδηγεί στην ανάγκη για νέες αποφάσεις για το χρέος το 2032 αν η Ελλάδα τηρεί τα συμφωνηθέντα μέτρα έως τότε.
• Ισχυρές δεσμεύσεις. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ότι και στο νέο DSA παραμένει η παράγραφος που περιγράφει τις υποχρεώσεις τήρησης του μνημονίου με μία μικρή… παραλλαγή. Αναφέρεται ότι το υψηλό χρέος και οι υψηλές ανάγκες χρηματοδότησής του όπως προκύπτουν από την DSA, δείχνουν τις σοβαρές ανησυχίες αναφορικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους.
«Αυτές οι ανησυχίες πρέπει να αντιμετωπισθούν, μεταξύ άλλων, μέσω της συνεχούς εφαρμογής του εκτεταμένου (far – reaching) προγράμματος μεταρρυθμίσεων το οποίο διαμορφώθηκε κατά τη διάρκεια του προγράμματος του ESM, μία διαδικασία η οποία απαιτεί ισχυρή κυριότητα από την πλευρά των ελληνικών αρχών». Προστίθεται η φράση ότι «απαιτεί επίσης την εφαρμογή πρόσθετων παρεμβάσεων στο χρέος οι οποίες συμφωνήθηκαν στο Eurogroup την 22α Ιουνίου».
Περιγράφει τις παρεμβάσεις που αποφασίστηκαν και εκτιμάται ότι διαμορφώνονται οι συνθήκες για βιωσιμότητα του χρέους, διατηρώντας το ύψος των χρηματοδοτικών αναγκών (σ.σ.: που είναι το κριτήριο) κάτω από 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα και κάτω από το 20% μακροπρόθεσμα. Το χρέος, σε αυτό το σενάριο παρεμβάσεων, μειώνεται κάτω του 100% του ΑΕΠ το 2060, επισημαίνεται.
• Πρόσθετες παρεμβάσεις στο χρέος. Υπάρχει ωστόσο πρόβλεψη για πρόσθετες παρεμβάσεις στο χρέος αν «ενεργοποιηθούν» κάποιοι κίνδυνοι. Αναφέρεται ότι «υπάρχει αβεβαιότητα αναφορικά με τη δυνατότητα της ελληνικής κυβέρνησης να διατηρήσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για αρκετές δεκαετίες».
Επιπλέον «υπάρχει σημαντικός καθοδικός κίνδυνος για την ανάπτυξη συνδεδεμένος με τη γήρανση του πληθυσμού και την πορεία της συνολικής παραγωγικότητας».
Όλοι αυτοί οι παράγοντες περιλαμβάνονται στο δυσμενές σενάριο που έχει καταστρώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σε αυτό το σενάριο τα μεσοπρόθεσμα μέτρα «δίδουν» βιωσιμότητα στο χρέος μέχρι το 2036. Αναφέρεται λοιπόν ότι τότε, το 2036, το Eurogroup θα επανεξετάσει αν πρόσθετα μέτρα χρειάζονται για να διασφαλιστούν οι όροι βιωσιμότητας.
Η απόφαση όμως, όπως γίνεται σαφές, θα ληφθεί «υπό τη δέσμευση ότι το δημοσιονομικό πλαίσιο θα είναι σεβαστό από την ελληνική πλευρά». Επισημαίνει ότι σε αυτήν την περίπτωση το 2032 το Eurogroup θα αναλάβει την ανάλογη δράση, «αν κριθεί αναγκαίο».
Σε αυτήν την περίπτωση «θα λάβει υπόψη μία θετική αποτίμηση της μεταμνημονιακής εποπτείας, ειδικά στον δημοσιονομικό τομέα και στις πολιτικές οικονομικών μεταρρυθμίσεων».
Στην έκθεση βιωσιμότητας του χρέους περιλαμβάνονται και οι προβλέψεις της απόφασης του Eurogroup για έναν μηχανισμό παρεμβάσεως, ο οποίος θα ενεργοποιηθεί σε περίπτωση που υπάρχει ένα δυσμενές σενάριο και θα περιλαμβάνει μεγαλύτερη επιμήκυνση του δεύτερου δανείου.
• Λεφτά στο ράφι. Στο κεφάλαιο για τη χρηματοδότηση του προγράμματος του ESM επιβεβαιώνεται ότι 24,1 δισ. ευρώ δεν θα χρησιμοποιηθούν, γεγονός που αποδίδεται στις λιγότερες (σε σχέση με τις αρχικά εκτιμώμενες) ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, στα υψηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα και στη διαδικασία εσωτερικού δανεισμού μέσω repos που ακολούθησε το ελληνικό Δημόσιο.
• Οι ανάγκες εξυπηρέτησης του χρέους υπολογίζονται στα 3,9 δισ. ευρώ για τους επόμενους έξι μήνες, στα 15,6 δισ. ευρώ τους επόμενους 12 μήνες και στα 19,2 δισ. ευρώ τους 16 μήνες μετά το τέλος του προγράμματος.
Οι χρηματοδοτικές ανάγκες υπολογίζονται σε 2 δισ. ευρώ για τους πρώτους έξι μήνες, σε 14,3 δισ. ευρώ για τους επόμενους 12 μήνες και σε 17,6 δισ. ευρώ τους επόμενους 16 μήνες μετά το τέλος του προγράμματος.
• Με διαθέσιμα 13,8 δισ. ευρώ κρατικών φορέων «γεμίζει το μαξιλάρι». Με τα 15 δισ. ευρώ της δόσης αναφέρεται ότι δημιουργείται ένα μαξιλάρι διαθεσίμων 24,1 δισ. ευρώ, το οποίο καλύπτει τις ανάγκες της χώρας για περίπου 22 μήνες μετά το τέλος του προγράμματος.
Το μαξιλάρι διαθεσίμων περιλαμβάνει 4,4 δισ. ευρώ από τις δύο εκδόσεις ομολόγων (1,4 δισ. ευρώ από την έκδοση του Ιουλίου του 2017 και 3 δισ. ευρώ από την έκδοση του Φεβρουαρίου του 2018) καθώς και άλλες εγχώριες πηγές «που υπολογίζονται σε ένα αντίστοιχο ποσό», όπως αναφέρεται. Γίνεται σαφές ότι δεν υπολογίζονται σε αυτό μαξιλάρι μελλοντικές εκδόσεις ομολόγων.
• Στα 24,1 δισ. ευρώ περιλαμβάνονται «όλα τα κρατικά διαθέσιμα και όχι μόνο αυτά που χρησιμοποιούνται στο μαξιλάρι διαθεσίμων» αναφέρεται σε υποσημείωση της Έκθεσης Συμμόρφωσης. Σε πίνακα αναφέρεται ότι 13,8 δισ. ευρώ έχουν σωρευτεί (μέσω εσωτερικού δανεισμού με τη διαδικασία repos) ως διαθέσιμα…
• Ρήτρες για τα διαθέσιμα. Από τα 15 δισ. ευρώ της δόσης, τα 5,5 δισ. ευρώ θα διατεθούν για τις ανάγκες αποπληρωμής χρέους και τα 9,5 δισ. ευρώ θα διατεθούν για το «μαξιλάρι», αλλά – όπως αναφέρεται – με μία σειρά από ειδικούς όρους και ρήτρες αναφορικά με τη χρήση του.
• Για το τέλος του έτους αναβάλλεται η αποπληρωμή για τα χρέη του κράτους προς ιδιώτες. Για ληξιπρόθεσμες οφειλές του κράτους προς ιδιώτες, οι οποίες, όπως αναφέρεται, θα πρέπει να μηδενιστούν έως το τέλος του έτους (αντί για τον Αύγουστο), διατέθηκαν 7 δισ. ευρώ από το δάνειο του ESM. Δεν περιλαμβάνεται επιπλέον ποσό στην παρούσα τελική δόση των 15 δισ. ευρώ.
Επισημαίνεται ότι οι ελληνικές αρχές πρέπει να συνεχίσουν την εκκαθάριση (με δικά τους προφανώς μέσα). Αναφέρεται ότι αυτήν τη στιγμή το υπόλοιπο είναι λίγο κάτω από τα 3 δισ. ευρώ (από 9,7 δισ. ευρώ στο τέλος Ιουνίου του 2016).