Τα ελληνικά ομόλογα όλων των διαρκειών και ειδικά των ομολόγων λήξης 4 με 6 ετών σημείωσαν ράλι μετά την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές με νέο 5ετές ομόλογο, όπως σημειώνει η Societe Generale σε νέο της note.
Κατά τους τελευταίους 10 μήνες, όπως επισημαίνει, τα ελληνικά ομόλογα ήταν σε μεγάλο βαθμό «συνδεδεμένα» με την πορεία των ομολόγων υψηλής απόδοσης των αναδυόμενων αγορών καθώς και με τις κινήσεις στα ιταλικά ομόλογα.
Οι εγχώριες ειδήσεις, ακόμη και η έξοδος από το πρόγραμμα του ESM τον περασμένο Αύγουστο, δεν οδήγησαν σε ανάκαμψη των επιδόσεων των ελληνικών ομολόγων, μην μπορώντας να αυτονομηθούν ακόμα και μήνες μετά το τέλος των μνημονίων.
Το τελευταίο διάστημα ωστόσο, όπως σημειώνει η Societe Generale, η Ελλάδα έχει ευνοηθεί από το θετικό διεθνές κλίμα και τη βελτίωση της παγκόσμιας όρεξης για ρίσκο, καθώς οι αγορές αποτιμούν πλέον λιγότερες πιθανότητες για νέα αύξηση των επιτοκίων της Fed στο προσεχές διάστημα.
Η Societe Generale αναφέρεται στα σχόλια του οίκου S&P, ο οποίος σημείωσε στην τελευταία έκθεσή του ότι η τελική εκταμίευση από το πρόγραμμα ESM παρείχε στην Ελλάδα ένα αρκετά μεγάλο «μαξιλάρι» ρευστότητας, το οποίο, όπως εκτιμά, είναι επαρκές για την κάλυψη των δανειακών αναγκών της κεντρικής κυβέρνησης έως το 2022.
«Γιατί λοιπόν ο ΟΔΔΗΧ αποφάσισε να βγει στις αγορές» τονίζει η γαλλική τράπεζα. Η απάντηση, όπως σημειώνει, είναι η εξής:
Ο λόγος είναι ότι οι ελληνικές Αρχές θεωρούν ότι το να σταθεί η Ελλάδα στα πόδια της είναι ο καλύτερος δρόμος προς την επιστροφή στην κανονικότητα. Θεωρούν ότι η έξοδος από το πρόγραμμα και η χρηματοδότηση από τις κεφαλαιαγορές αναμένεται να προσελκύσουν τους επενδυτές πίσω στα ελληνικά assets.
Αυτό με τη σειρά του θεωρείται ότι θα εντυπωσιάσει τους οίκους αξιολόγησης, θα οδηγήσει σε αναβαθμίσεις και θα θέσει την Ελλάδα σε ενάρετο κύκλο. Έτσι, η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει να μιμηθεί την επιτυχία της Πορτογαλίας, η οποία μετά την επιτυχημένη έκδοση ομολόγων -σε σχετικά χαμηλές αποδόσεις- περιόρισε τους φόβους των οίκων αξιολόγησης, αν και είχε προηγηθεί σημαντική ανάκαμψη της ανάπτυξης της χώρας.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει η SocGen, η Ελλάδα αποτελεί μία ειδική περίπτωση και ένα αίνιγμα για τους οίκους αξιολόγησης. Έχει πολύ υψηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ (αλλά και υψηλό χρέος) σε σύγκριση με άλλες χώρες με αξιολόγηση στη βαθμίδα «Β» (π.χ. Ουκρανία, Λευκορωσία, Μολδαβία). Είναι επίσης μοναδική περίπτωση στο ότι είναι μέλος της Ευρωζώνης και είναι η μόνη χώρα που διαθέτει cash buffer με την εγγύηση της Ε.Ε.
Την υψηλότερη αξιολόγηση στην Ελλάδα δίνει αυτήν τη στιγμή ο οίκος Fitch με «BB-» και σταθερές προοπτικές, ακολουθεί η S&P μία βαθμίδα χαμηλότερα στο «B+», ενώ η Moody’s τρεις βαθμίδες χαμηλότερα από τη Fitch, στο «B-» (η Moody’s συνεχίζει να αξιολογεί με τα χαμηλότερα ratings σε μέσο όρο τα ομόλογα της Ευρωζώνης). Όπως σημειώνει η SocGen, οι επόμενες αξιολογήσεις είναι στις 8 Φεβρουαρίου από τη Fitch, την 1η Μαρτίου από τη Moody’s, στις 26 Απριλίου από τη S&P και στις 3 Μαΐου από την DBRS. Ο επόμενος γύρος αξιολογήσεων είναι στις 2 Αυγούστου από Fitch, στις 23 Αυγούστου από Moody’s, στις 25 Οκτωβρίου από S&P και την 1η Νοεμβρίου από την DBRS.