Ρυθμούς ανάπτυξης 5% το 2021 και 4,3% το 2022 «βλέπει» για την ΕΕ και την ευρωζώνη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα, επισημαίνοντας ότι «η οικονομία της ΕΕ ανακάμπτει από την πανδημική ύφεση ταχύτερα από το αναμενόμενο».
Για το 2023 η Επιτροπή προβλέπει ανάπτυξη 2,5% για την ΕΕ και 2,4% για την ευρωζώνη. Σημειώνει, ωστόσο, ότι αυτή η προοπτική εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από δύο παράγοντες: την εξέλιξη της πανδημίας COVID-19 και τον ρυθμό με τον οποίο προσαρμόζεται η προσφορά στην ταχεία ανάκαμψη της ζήτησης μετά το άνοιγμα της οικονομίας.
Παρουσιάζοντας τις οικονομικές προβλέψεις, ο Επίτροπος Οικονομίας, Πάολο Τζεντιλόνι δήλωσε: «Μια πρωτοφανής πολιτική απόκριση μετρίασε τον αντίκτυπο της νόσου COVID-19 στους εργαζομένους και τις επιχειρήσεις και μια επιτυχημένη εκστρατεία εμβολιασμού κατέστησε δυνατή την επαναλειτουργία των οικονομιών μας από την άνοιξη.
Αυτό έχει προκαλέσει αύξηση της ανάπτυξης, η οποία συμβάλλει στη σταθεροποίηση των δημόσιων οικονομικών μας και με τη στήριξη του NextGenerationEU, οι δημόσιες επενδύσεις αναμένεται να φθάσουν στο υψηλότερο επίπεδό τους σε διάστημα μεγαλύτερο της δεκαετίας».
Επισήμανε, ωστόσο, ότι υπάρχουν τρεις βασικές απειλές για αυτήν τη θετική εικόνα: σημαντική αύξηση των κρουσμάτων COVID, οξύτερη σε περιοχές όπου οι εμβολιασμοί είναι σχετικά χαμηλοί· αύξηση του πληθωρισμού, η οποία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση των τιμών της ενέργειας· και διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού που επιβαρύνουν πολυάριθμους τομείς.
Η Επιτροπή προβλέπει ότι η απασχόληση στην ΕΕ θα αυξηθεί με ρυθμό 0,8% φέτος, 1% το 2022 και 0,6% το 2023. Η απασχόληση αναμένεται να ξεπεράσει το επίπεδο πριν από την κρίση το επόμενο έτος και να προχωρήσει σε επέκταση το 2023. Η ανεργία στην ΕΕ προβλέπεται να μειωθεί από 7,1% φέτος σε 6,7% το 2022 και 6,5% το 2023. Στην ευρωζώνη προβλέπεται μείωση από σε 7,9% φέτος σε 7,5% το 2022 και 7,3% το 2023.
Εξάλλου, σύμφωνα με την Επιτροπή, οι βελτιωμένες προοπτικές ανάπτυξης υποδηλώνουν χαμηλότερα ελλείμματα το 2021 από ό,τι αναμενόταν την άνοιξη. Αφότου έφτασε το 6,9 % του ΑΕΠ το 2020, το συνολικό έλλειμμα στην ΕΕ αναμένεται να μειωθεί οριακά στο 6,6 % το 2021 λόγω της δημοσιονομικής στήριξης που εξακολουθούσε να είναι υψηλή στις αρχές του έτους.
Καθώς τα μέτρα στήριξης και η λειτουργία των αυτόματων σταθεροποιητών πρόκειται να σταματήσουν εφόσον συνεχίζεται η οικονομική επέκταση, το συνολικό έλλειμμα της ΕΕ προβλέπεται να μειωθεί κατά το ήμισυ φτάνοντας περίπου στο 3,6 % του ΑΕΠ το 2022 και να μειωθεί περαιτέρω στο 2,3 % το 2023.
Ο συνολικός δείκτης χρέους, αφού έφθασε γύρω στο 92 % στην ΕΕ (99 % στην ευρωζώνη), ο συνολικός δείκτης χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να σταθεροποιηθεί σε γενικές γραμμές φέτος και να αρχίσει να μειώνεται το 2022, φτάνοντας στο 89 % του ΑΕΠ το 2023 (97 % στην ευρωζώνη).
Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, η Επιτροπή επισημαίνει ότι «οι προσωρινές παγκόσμιες πιέσεις στις τιμές οδηγούν τον πληθωρισμό στα υψηλότερα επίπεδα της τελευταίας δεκαετίας».
Ο ετήσιος πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ αυξήθηκε από αρνητικό -0,3 % το τελευταίο τρίμηνο του 2020 σε 2,8 % το τρίτο τρίμηνο του 2021. Τον Οκτώβριο σημειώθηκε 4,1 %, ποσοστό που είχε σημειωθεί μόνο μία φορά από τότε που ξεκίνησε η δημοσίευση των στοιχείων για τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη το 1997.
«Αυτή η έντονη άνοδος του πληθωρισμού οφείλεται κυρίως στην αύξηση των τιμών της ενέργειας, αλλά φαίνεται επίσης να συνδέεται με ευρύ φάσμα οικονομικών προσαρμογών μετά την πανδημία, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα σημερινά υψηλά επίπεδα είναι σε μεγάλο βαθμό μεταβατικά», τονίζει η Επιτροπή.
Ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη προβλέπεται να κορυφωθεί στο 2,4 % το 2021 και στη συνέχεια να μειωθεί σε 2,2 % το 2022 και σε 1,4 % το 2023, καθώς οι τιμές της ενέργειας αναμένεται να μειωθούν σταδιακά. Στην ΕΕ, ο πληθωρισμός προβλέπεται να ανέλθει σε 2,6 % το 2021, σε 2,5 % το 2022 και σε 1,6 % το 2023.
Η Επιτροπή επισημαίνει ότι “η αβεβαιότητα και οι κίνδυνοι όσον αφορά τις προοπτικές ανάπτυξης παραμένουν πολύ υψηλοί”. Μολονότι ο αντίκτυπος της πανδημίας στην οικονομική δραστηριότητα έχει εξασθενήσει σημαντικά, η νόσος COVID-19 δεν έχει ακόμη νικηθεί και η ανάκαμψη εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εξέλιξή της, τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ.
Δεδομένου ότι τα κρούσματα αυξάνονται σε πολλές χώρες τελευταία, δεν μπορεί να αποκλειστεί η επαναφορά περιορισμών με αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα. Στην ΕΕ, ο κίνδυνος αυτός είναι ιδιαίτερα σημαντικός στα κράτη μέλη με σχετικά χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού.
Τέλος, επισημαίνεται ότι οι οικονομικοί κίνδυνοι συνδέονται και με έναν παρατεταμένο αντίκτυπο των σημερινών περιορισμών και εμπλοκών στον εφοδιασμό. Ο πληθωρισμός μπορεί να αποδειχθεί υψηλότερος από τον προβλεπόμενο, εάν οι περιορισμοί στον εφοδιασμό διαρκέσουν περισσότερο και εάν αύξηση των μισθών μεγαλύτερη από την παραγωγικότητα μετακυλιστεί στις τιμές καταναλωτή.