Με το βλέμμα στραμμένο στις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών κατέθεσε το προσχέδιο για τον προϋπολογισμό του 2025.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης υιοθέτησε τις προβλέψεις της Κομισιόν για τον ρυθμό ανάπτυξης για φέτος και του χρόνου. Ως εκ τούτου, στο προσχέδιο θα προβλέπεται ανάπτυξη 2,2% φέτος ( αντί για 2,5%) και 2,3% το 2025 (αντί για 2,6%), κάτι που δείχνει πως «χαμήλωσαν» οι προσδοκίες.
Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) σε ονομαστικούς όρους το 2025 αναμένεται να αυξηθεί κατά περίπου 10 δισ. ευρώ και ο λόγος του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης προς το ΑΕΠ να μειωθεί κατά 4,6 ποσοστιαίες μονάδες.
Στη σχετική επιστολή προς τα μέλη της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης και ο Υφυπουργός Θάνος Πετραλιάς, αναφέρουν: «Το προσχέδιο του προϋπολογισμού 2025 κατατίθεται συγχρόνως με την υποβολή στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή του πρώτου Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού – Διαρθρωτικού Σχεδίου 2025 – 2028 (ΜΔΣ) που βασίζεται στο νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης. Συνεπώς, τα μακροοικονομικά και δημοσιονομικά μεγέθη που αποτυπώνονται στο προσχέδιο βρίσκονται σε εναρμόνιση με τις εκτιμήσεις του ΜΔΣ.
Σύμφωνα με δήλωση του ΥΠΕΘΟ Κωστή Χατζηδάκη:
«Ο Προϋπολογισμός του 2025 στέλνει ένα μήνυμα αισιοδοξίας! Έχει 12 διαφορετικές αυξήσεις αποδοχών και 12 μειώσεις φόρων. Επιβεβαιώνει ότι η οικονομία μας θα αναπτύσσεται πολύ γρηγορότερα από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κι ότι η ανεργία θα μειωθεί ακόμα πιο πολύ. Η κυβέρνηση κάνει ακόμα ένα σημαντικό βήμα για την πλήρη εκπλήρωση των προεκλογικών της δεσμεύσεων!».
Από την πλευρά του, ο υφυπουργός Θάνος Πετραλιάς τόνισε:
«Κατατέθηκε στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων, το προσχέδιο του Προϋπολογισμού 2025. Να αναφέρουμε ότι αυτή τη στιγμή όπως μιλάμε κατατίθεται και το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Διαρθρωτικό Σχέδιο στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Η Ελλάδα, παρά τις υψηλές αβεβαιότητες από τις πρόσφατες γεωπολιτικές εξελίξεις, παρουσιάζει υψηλή ανθεκτικότητα. Σε αυτά τα πλαίσια, όπως και στο Μεσοπρόθεσμο στο προσχέδιο προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης 2,2 για φέτος και 2,3 για του χρόνου, πληθωρισμός 2,7 για φέτος και 2,1 για του χρόνου και πρωτογενές πλεόνασμα 2,4 για φέτος και 2,5 για του χρόνου, που είναι η βάση που μας επιτρέπει να αυξήσουμε και τις δαπάνες, τις πρωτογενείς δαπάνες, όπως αναφέραμε και στο Μεσοπρόθεσμο.
Σε αυτά τα πλαίσια οι πρωτογενείς δαπάνες γενικής κυβέρνησης αναμένεται να αυξηθούν 3,6% με όριο το 3,7% από το Μεσοπρόθεσμο. Να αναφέρουμε ότι στο προσχέδιο του Προϋπολογισμού αναφέρονται όλα τα μέτρα που παρουσιάστηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης και ό,τι έχουμε αναγγείλει που είναι εντός δημοσιονομικών στόχων, οπότε καλείται να συγκεράσει τους στόχους της δημοσιονομικής σταθερότητας με τους στόχους βελτίωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών, αλλά και να αντιμετωπίσει σύγχρονα προβλήματα όπως είναι το στεγαστικό, το δημογραφικό, η κλιματική αλλαγή αλλά και τις αναγκαίες αυξημένες δαπάνες της εθνικής άμυνας.
Όλα γίνονται προς όφελος της βελτίωσης της κοινωνικής ευημερίας των πολιτών προς όφελος των πολιτών, με σκοπό τη διανομή των πεπερασμένων δημοσιονομικών πόρων, με τη βέλτιστη δυνατή αποτελεσματικότητα».
Τι προβλέπει για πρωτογενές πλεόνασμα και χρέος
Παράλληλα, ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα τίθεται στο 2,5% του χρόνου από 2,4% φέτος.
Επίσης, προβλέπεται το χρέος της γενικής κυβέρνησης να μειωθεί από 153,7% του ΑΕΠ το 2024 σε 149,1% του ΑΕΠ το 2025 και το δημοσιονομικό έλλειμμα από 1% σε 0,6%, αντίστοιχα. Οι πρωτογενείς δαπάνες δεν αναμένεται να ξεπεράσουν το 2,6% για το 2024 και 3,7 % για το 2025.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις, ο πληθωρισμός βάσει του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή αναμένεται να μειωθεί στο 2,7% το 2024 και να αποκλιμακωθεί περαιτέρω σε 2,1% το 2025 από 4,2% το 2023, καθώς, σύμφωνα με την κυβέρνηση, η -μέχρι σήμερα- συνολική μείωση των τιμών της ενέργειας, παρά τις διακυμάνσεις και η αποκλιμάκωση των τιμών των τροφίμων συμβάλλουν όλο και περισσότερο στη διαδικασία επιβράδυνσης του πληθωρισμού. Βέβαια, τα τελευταία στοιχεία για τον πληθωρισμό που δημοσιεύτηκαν από τη Eurostat δεν είναι ενθαρρυντικά.
Κατανάλωση, ανεργία και επενδύσεις
Παράλληλα, η συμβολή της ιδιωτικής κατανάλωσης την περίοδο 2024-2025 αναμένεται να παραμείνει σταθερή και σε…χαμηλές πτήσεις, με μέσο όρο 1,2 ποσοστιαίες μονάδες και ετήσιο ρυθμό αύξησης 1,7%.
Το ποσοστό ανεργίας με βάση την έρευνα εργατικού δυναμικού προβλέπεται να μειωθεί σταθερά σε 10,3% το 2024 και 9,7% το 2025, κοντά στα επίπεδα πριν από την οικονομική κρίση (9,6% το 2009).
Οι ονομαστικές αμοιβές των εργαζομένων αναμένεται να αυξηθούν με μέσο ρυθμό 4,3% την περίοδο 2024-2025, λόγω της μισθολογικής αύξησης στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα παράλληλα με τη στενότητα της αγοράς εργασίας.
Αναφορικά με την πορεία των επενδύσεων, το προσχέδιο του προϋπολογισμού αναμένεται να προβλέπει ότι ο αποκαλούμενος Ακαθάριστος Σχηματισμός Κεφαλαίου θα αυξηθεί από το 6,7% φέτος στο 8,4%, κάτι που οφείλεται και στη συνέχιση της έλευσης των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που υπάρχει πρόβλεψη για άνοδο του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων από τα 14,856 δισ. ευρώ στα 18,954 δισ. ευρώ.
Τα νέα μέτρα
Σύμφωνα με το υπουργείο, στο προσχέδιο του προϋπολογισμού 2025 περιλαμβάνεται το σύνολο των παρεμβάσεων που έχουν ανακοινωθεί, συμπεριλαμβανομένων όσων παρουσιάστηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης.
Τα νέα μόνιμα δημοσιονομικά μέτρα που επηρεάζουν τον τακτικό προϋπολογισμό επιφέρουν επιπλέον δημοσιονομικό κόστος το 2025 σε σχέση με το 2024, ύψους 1,1 δισ. ευρώ, ενώ πλήθος άλλων παρεμβάσεων χρηματοδοτείται από πόρους του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) και του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ).
Σε αυτό το πλαίσιο, οι επενδυτικές δαπάνες αναμένεται να αυξηθούν από 13,1 δισ. ευρώ το 2024 σε 14,3 δισ. ευρώ το 2025, πλέον των πόρων του δανειακού σκέλους του ΤΑΑ.
Οι νέες δημοσιονομικές παρεμβάσεις, που συμπληρώνονται από σειρά θεσμικών μέτρων, εστιάζουν στη στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος, στην ενίσχυση των επενδύσεων και της καινοτομίας, στην αντιμετώπιση του δημογραφικού και του στεγαστικού ζητήματος καθώς και στην αντιμετώπιση των προκλήσεων της κλιματικής αλλαγής.