Πολύ θετική χαρακτήρισε ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας τη δήλωση της κ. Λαγκάρντ για επανεξέταση των πρωτογενών πλεονασμάτων και μείωσή τους στο 1,5%-2%.

Μιλώντας στο ραδιόφωνο του Σκάι ο κ. Πέτσας εξέφρασε την ελπίδα ότι η πίεση της Κριστίν Λαγκάρντ «θα εξακολουθήσει να ισχύει και όταν φορέσει το καπέλο της επικεφαλής της ΕΚΤ», καθώς, όπως σημείωσε, οι δηλώσεις της έγιναν με την ιδιότητά της ως επικεφαλής του ΔΝΤ.

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ξεκαθάρισε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης από το 2016 είχε θέσει ως στόχο τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων στο 2% και συμπλήρωσε ότι και προεκλογικά σε σειρά δημόσιων εμφανίσεών του τόνιζε ότι πρώτα θα κερδίσει η χώρα την αξιοπιστία και μετά θα ζητηθεί η μείωση των υπερβολικών πλεονασμάτων που τέθηκαν το 2017.

«Στόχος είναι από το 2021 να έχουμε μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων κοντά στο 2%», σημείωσε, ενώ υπογράμμισε πως, αφού κτιστεί το κλίμα εμπιστοσύνης και προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις, στη συνέχεια θα συζητηθεί με τους εταίρους πώς μπορεί να αξιοποιηθεί το «μαξιλάρι» ασφαλείας καθώς το να παραμένει αναξιοποίητο δεν είναι η καλύτερη λύση. Είπε πάντως πως έως τότε δεν θα πειραχθεί το «μαξιλάρι».

Σημείωσε επίσης πως η κυβέρνηση έχει ήδη ανοίξει το διάλογο με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς μέσω επιστολής που έστειλε προ εβδομάδων ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, ενώ παράλληλα ο πρωθυπουργός θέτει το ζήτημα στις επαφές του με ξένους ηγέτες.

Ο κ. Πέτσας άφησε επίσης αιχμές για τους οικονομικούς χειρισμούς του ΣΥΡΙΖΑ, σημειώνοντας πως τα χθεσινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ καταδεικνύουν πως ο ρυθμός ανάπτυξης το πρώτο εξάμηνο ήταν χαμηλότερος από την αντίστοιχη περίοδο του περσινού έτους και κάτω από τους στόχους που είχε θέσει η Κουμουνδούρου.

Προσέθεσε πως το σχέδιο της Νέας Δημοκρατίας προβλέπει καλλιέργεια ενός πλαισίου ενισχυμένης ανάπτυξης, με έμφαση στην προσέλκυση επενδύσεων, αν και απέφυγε να κάνει πρόβλεψη για την πορεία του ΑΕΠ.

Ο κ. Πέτσας σημείωσε πάντως ότι ο επιχειρηματικός κόσμος φαίνεται να ανταποκρίνεται στις πρωτοβουλίες της νέας κυβέρνησης, καθώς οι δείκτες εμπιστοσύνης και αισιοδοξίας στην αγορά είναι ψηλά.