«Η έναρξη τής από καιρού σχεδιαζόμενης τουρκικής εισβολής στην Βορειοανατολική Συρία έρχεται να επιδεινώσει τις προοπτικές της ήδη εξουθενωμένης τουρκικής οικονομίας, με τις απειλές των νέων κυρώσεων από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) να επικρέμανται ως “δαμόκλειος σπάθη”, μαζί με την κλυδωνιζόμενη τουρκική λίρα και τη διαρκή διόγκωση του χρέους» σχολίασε μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ- ΜΠΕ, “Πρακτορείο 104,9 FM”, ο ειδικός επί της τουρκικής οικονομίας, δρ Παναγιώτης Κοντάκος, επίκουρος καθηγητής στη Διεθνή Επιχειρηματικότητα και διευθυντής του μεταπτυχιακού προγράμματος ΜΒΑ του Πανεπιστημίου UCLan Cyprus.
«Η στρατιωτική εκστρατεία δημιουργεί νέες αβεβαιότητες για την οικονομία, απειλώντας να καταστρέψει τις όποιες νεότευκτες προοπτικές για επιστροφή σε ανάπτυξη. Οι φόβοι είναι ότι οι στρατιωτικές δαπάνες θα επιδεινώσουν τα ήδη υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα, θα επιβαρύνουν τις ανάγκες δανεισμού για την προμήθεια καυσίμων και θα απορροφήσουν κρίσιμα κεφάλαια που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την τόνωση της οικονομίας» προσέθεσε ο κ. Κοντάκος, ερωτηθείς για το αν η εισβολή των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων στην Συρία βάζει την τουρκική οικονομία σε νέες περιπέτειες.
Το κόστος για την τουρκική λίρα
«Η οικονομική αβεβαιότητα από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις έχει επαναφέρει την αναζήτηση της ασφάλειας που προσφέρουν τα σκληρά νομίσματα, με την τουρκική λίρα να υποτιμάται εκ νέου στην περιοχή των 5,8-5,9 λιρών ανά δολάριο, ήτοι περίπου κατά 5% από την έναρξη των επιχειρήσεων στις 9 Οκτωβρίου, παρά τις διαρκείς ισχυρές παρεμβάσεις στήριξης της λίρας από τουρκικές κρατικές τράπεζες. Και παρά την κατάπαυση πυρός των 120 ωρών, που ανακοινώθηκε χθες από την τουρκική πλευρά, το αποτέλεσμα είναι νωρίς για να θεωρείται ως δεδομένο και σίγουρα εξαρτάται από την εξέλιξη της αντίδρασης της συριακής κυβέρνησης και της κουρδικής πλευράς» προσέθεσε ο κ. Κοντάκος, που παραμετροποιεί επιπλέον την ανάλυση του αναφερόμενος στα CDS (συμβόλαια αντιστάθμισης πιστωτικού κινδύνου) και την εξέλιξή τους.
«Τα τύμπανα του πολέμου, την ίδια ώρα, έχουν ωθήσει ανοδικά το ασφάλιστρο κινδύνου της Τουρκίας. Τα γνωστά μας CDS, που αποτελούν βασικό δείκτη οικονομικού κινδύνου μίας χώρας, αναρριχήθηκαν κοντά στις 420 μονάδες βάσης από περίπου 350 μονάδες βάσης στις αρχές του μήνα.
Ένα τέτοιο ασφάλιστρο υψηλού κινδύνου σημαίνει ότι ο δανεισμός καθίσταται όλο και περισσότερο δύσκολος και δαπανηρός, σε μια περίοδο που το χρέος διογκώνεται και η αναχρηματοδότησή του είναι ιδιαίτερα επιτακτική», αναφέρει και σημειώνει:
«Ως αποτέλεσμα, η υποτίμηση της λίρας και η αύξηση του ασφαλίστρου κινδύνου ενδέχεται να παρεμποδίσουν την πρόσφατη προσπάθεια της Κεντρικής Τράπεζας προς την περαιτέρω μείωση των επιτοκίων».
Σε ό,τι αφορά την καθημερινότητα στην κοινωνία της χώρας ο διευθυντής του μεταπτυχιακού προγράμματος ΜΒΑ του Πανεπιστημίου UCLan Cyprus, σημειώνει πως προσπάθειες για τη διαχείριση των δημοσιονομικών κενών έχουν οδηγήσει σε μια σειρά έντονων αυξήσεων των τιμών των δημοσίων υπηρεσιών και αγαθών, «συμπεριλαμβανομένων των διοδίων, του ηλεκτρικού ρεύματος, του φυσικού αερίου, των τρένων και των ταχυδρομικών υπηρεσιών» στη γείτονα.
«Οι επαναλαμβανόμενες φραστικές δηλώσεις του Προέδρου των ΗΠΑ ότι “θα καταστρέψει και εξαλείψει” την οικονομία της Τουρκίας εάν δεν γίνει άμεση κατάπαυση πυρός, καθώς και ότι θα σταματήσουν οι συνομιλίες για τις φιλόδοξες μελλοντικές εμπορικές συμφωνίες, ύψους 100 δισ. δολαρίων, θα μπορούσε να λεχθεί αρχικά ότι παρέμεναν κυρίως σε λεκτικό επίπεδο» σχολίασε ο κ. Κοντάκος επί του θέματος, για να συμπληρώσει πως, από την άλλη πλευρά, μετά το χάσμα που δημιουργήθηκε στις ΗΠΑ μεταξύ του Κογκρέσου και του Λευκού Οίκου, με αφορμή την Τουρκία, «φθάσαμε στο σημείο όπου την ώρα που γνωστοποιείτο η συμφωνία κατάπαυσης του πυρός και ο Πρόεδρος Τραμπ ευχαριστούσε, μέσω Twitter, τον Πρόεδρο Ερντογάν, Αμερικανοί γερουσιαστές ανακοίνωναν νομοσχέδιο με ευρείες κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας για την εισβολή».
Τι έχει στη φαρέτρα της η ΕΕ και η γερμανική μεγα-επένδυση
«Η ΕΕ θα μπορούσε να επιδιώξει δράση ανεξάρτητη από τις ΗΠΑ, η οποία σταδιακά να βλάψει οικονομικά την Τουρκία. Τέτοια μέτρα περιλαμβάνουν την παύση των συμφωνιών συνεργασίας μεταξύ των Βρυξελλών και της Άγκυρας, καθώς και τον τερματισμό των κεφαλαίων προσχώρησης, και έρχονται να προστεθούν στο πακέτο κυρώσεων κατά της Τουρκίας που ήδη εγκρίθηκε από τον Ιούλιο σχετικά με τις συνεχιζόμενες παράνομες γεωτρήσεις σε κυπριακά ύδατα», σημείωσε και προσέθεσε:
«Το πεδίο των κυρώσεων συνεπώς είναι κάτι που βρίσκεται εν εξελίξει, συνδέεται με τη διάρκεια παραμονής των τουρκικών στρατευμάτων στη ζώνη εισβολής και αδιαμφισβήτητα επιδρά ήδη αρνητικά στην ψυχολογία των ξένων επενδυτών.
Οι ξένες επενδύσεις χαρτοφυλακίου, για παράδειγμα, θα μπορούσαν υπό άλλες συνθήκες να συμβάλουν στην αντιστάθμιση αυτών των τάσεων, αλλά οι ξένοι επενδυτές φαίνονται να έχουν απολέσει τη διάθεσή τους στην τουρκική χρηματιστηριακή αγορά και πριν από την έναρξη των επιχειρήσεων.
Ως αποτέλεσμα, σύμφωνα με στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας, οι καθαρές πωλήσεις των ξένων συνεχίζονται και φέτος, και ανέρχονται ήδη σε 1,6 δισ. δολάρια για τους πρώτους εννέα μήνες του έτους», εξήγησε στην ανάλυσή του ο κ. Κοντάκος που εν συνεχεία αναφέρθηκε και σε μια εμβληματική επένδυση στην τουρκική επικράτεια που έχει βρεθεί στο επίκεντρο των εξελίξεων:
«Ενδεικτικό επίσης της επενδυτικής αβεβαιότητας που έχει δημιουργηθεί είναι ότι η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία Volkswagen φαίνεται να αναβάλλει προσωρινά την επένδυσή της, ύψους 1,5 δισ. δολαρίων για την κατασκευή στα περίχωρα της Σμύρνης νέας μονάδας παραγωγής μοντέλων Passat και Skoda που κινούνται με αέριο και πετρέλαιο.
Η μονάδα αυτή προγραμματιζόταν να καταστεί λειτουργική μέχρι το 2022, να διαθέτει ετήσια παραγωγική δυναμικότητα 300.000 οχημάτων και να απασχολεί 4.000 εργαζομένους».
Επί του συγκεκριμένου δε, ο επίκουρος καθηγητής στη Διεθνή Επιχειρηματικότητα του Πανεπιστημίου UCLan Cyprus σημείωσε πως πρόκειται για μια επένδυση που έχει εγείρει έντονες αντιδράσεις στο εσωτερικό της χώρας, λόγω των υπερβολικών κρατικών κινήτρων που παραχωρήθηκαν στην εταιρεία (π.χ. παραχώρηση εγγυήσεων για την προαγορά ετησίως 40.000 οχημάτων, πλέον της επιδότησης αξίας 400 εκατ. ευρώ), καθώς και λόγω των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που συνεπάγεται η μεταφορά παρωχημένης τεχνολογίας από άλλες χώρες, όπου είχε υποβληθεί η εταιρεία σε πρόστιμα και ποινές.
«Τελεί επίσης υπό εξέταση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το κατά πόσο οι επιδοτήσεις που δέχτηκε παραβιάζουν τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς περί αθέμιτου ανταγωνισμού, δεδομένου ότι η Βουλγαρία ήταν επίσης υποψήφια χώρα-μέλος για την επένδυση αυτή», ανέφερε.
Η αναφορά Ερντογάν στην προοπτική ανοικοδόμησης της Β.Συρίας και την εγκατάσταση προσφύγων
«Απευθυνόμενος στα Ηνωμένα Έθνη στις 25 Σεπτεμβρίου, ο Πρόεδρος Ερντογάν ανέδειξε έναν χάρτη της περιοχής, παρουσιάζοντας φιλόδοξες προτάσεις για την κατασκευή δεκάδων νέων χωριών και πόλεων, νοσοκομείων, σχολείων και τζαμιών, για να εγκατασταθούν αρχικά περίπου δύο εκατ. Σύροι πρόσφυγες. Όπως ανέφερε, θα χρειαστούν περίπου 53 δισ. δολάρια για τις δύο πρώτες φάσεις του έργου και εξέδωσε ένα φυλλάδιο στη συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, εξηγώντας το υψηλό κόστος του σχεδίου επανεγκατάστασης.
Είναι πιθανό ότι ο Ερντογάν έφερε το ζήτημα στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών για να αποπροσανατολίσει το ενδιαφέρον της διεθνούς κοινότητας προς τη σύγκληση μίας διάσκεψης δωρητών. Ωστόσο, οι καταδικαστικές αντιδράσεις των χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και πολλών άλλων κρατών δείχνουν έως τώρα ότι αυτό αποτελεί στην καλύτερη περίπτωση μια φανταστική προσδοκία», εξηγεί ο κ.Κοντάκος αναφερόμενος στις εξελίξεις επί του θέματος στη γείτονα.
Η διεθνής χρηματοδοτική βοήθεια και εποπτεία του ΟΗΕ θα ήταν αναγκαία για κάτι τέτοιο, ωστόσο το σχέδιο “προσφυγικών πόλεων” της Τουρκίας δεν φαίνεται να ευθυγραμμίζεται με τις αρχές και τους διεθνείς νόμους των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τα προσφυγικά δικαιώματα, καταλήγει μεταφέροντας τα δομικά προβλήματα σε θεσμικό επίπεδο που έχει η συγκεκριμένη πρόταση.
«Η Τουρκία σταδιακά παγιώνεται ως μια χώρα υψηλού κινδύνου εν μέσω μιας παρατεταμένης κρίσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες και σε πορεία αυξανόμενης έντασης με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το νέο εγχείρημα της Τουρκίας στη Συρία, ενάντια στους Κούρδους, τη φέρνει ενδεχομένως αντιμέτωπη με μια μακρά περίοδο οικονομικής ανέχειας, δρώντας αποτρεπτικά σε μια βιώσιμη εισροή εξωτερικών κεφαλαίων για μία χώρα που είναι εθισμένη στις ξένες επενδύσεις.
Παρά τις προοπτικές εμβάθυνσης της οικονομικής κρίσης, η Τουρκία επέλεξε να εισέλθει σε ένα πεδίο πολέμου με υψηλό κόστος και αμφίβολα οφέλη από οικονομικής πλευράς» εκτιμά ο κ. Κοντάκος για να συμπληρώσει πως το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) «ελπίζει ότι οι στρατιωτικές νίκες μέσω μιας κατάκτησης στη Συρία θα κάνουν τους ψηφοφόρους να ξεχάσουν τις αυξήσεις των τιμών και την ανεργία».
«Η επιχείρηση έχει μάλιστα την υποστήριξη των μεγαλύτερων κομμάτων της αντιπολίτευσης. Ήδη κυκλοφορούν εικασίες ότι ο Ερντογάν θα μπορούσε να επιλέξει ακόμη και πρόωρες εκλογές, για να κεφαλοποιήσει την επιχείρηση», καταλήγει ο διευθυντής του μεταπτυχιακού προγράμματος ΜΒΑ του Πανεπιστημίου UCLan Cyprus.