«Χρειάζεται άμεση αντίδραση έτσι ώστε η κρίση της πανδημίας να μη μετατραπεί σε μακροχρόνια ύφεση και το κυριότερο για την Ελλάδα να μη μετατραπεί σε κρίση χρέους».

Αυτό τονιζει το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδας, σε μελέτη την οποία παρουσίασε σήμερα ο πρόεδρος του κος Κώστας Κόλλιας σχετικά με τις επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης στην ελληνική οικονομία και τις προτάσεις για την επόμενη μέρα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Σύμφωνα με το  ΟΕΕ, «στην ΕΕ τα σενάρια είναι δύο. Σύμφωνα με το καλό σενάριο, η ταχύτητα στη λήψη αποφάσεων, με σημαντικούς πόρους της ΕΕ μετά το αρνητικό σοκ, θα περιορίσει τον κίνδυνο για την ευρωζώνη να βυθιστεί σε ένα αρνητικό σπιράλ συρρίκνωσης του ΑΕΠ και αύξησης του χρέους.

Στο δυσμενές όμως σενάριο όπου θα ενσκήψει ο δισυπόστατος κίνδυνος μιας ανεξέλεγκτης εξάπλωσης και ανεπαρκών μέτρων αντιμετώπισης τότε μπορεί να επιφέρει μονιμότητα της κρίσης.

Σε οποιαδήποτε περίπτωση, υφίσταται η ανάγκη οι κυβερνήσεις να κατευθύνουν σημαντικούς πόρους προκειμένου να χρηματοδοτήσουν τα δημοσιονομικά ελλείμματα. Η αρχική προσέγγιση των Βρυξελλών για το ύψος του δημοσιονομικού προγράμματος στο 2-3% θεωρείται εξαιρετικά ανεπαρκής.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να αξιολογηθεί η αναστολή για μια διετία του Συμφώνου Σταθερότητας, η εξάλειψη των πληθωριστικών στόχων και η προετοιμασία έκδοσης ομολόγων που θα επιτρέπουν την αμοιβαιοποίηση του κινδύνου.

Είναι σημαντικό να γίνει ιδιαίτερη αναφορά στο νομισματικό περιβάλλον. Η αποτελεσματικότητα των πολιτικών για την αντιμετώπιση της κρίσης εξαρτώνται από το νομισματικό περιβάλλον που θα λάβουν χώρα.

Σε πρώτο χρόνο και σε βραχυχρόνια στάδιο, η μείωση της ζήτησης και της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, σε συνδυασμό με την κατακόρυφη πτώση της τιμής του πετρελαίου θα οδηγήσει σε χαμηλούς ρυθμούς πληθωρισμού και σε ορισμένες περιπτώσεις σε αποπληθωρισμό. Σε δεύτερο χρόνο όμως στο νέο περιβάλλον είναι πιθανό να γνωρίσουμε μια δομική αλλαγή. Είναι πιθανό η ζήτηση να υπερκαλύπτει την προσφορά.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Δεδομένης της εξάρτησης της παραγωγής από τις εισαγωγές των πρώτων υλών και των ενδιάμεσων προϊόντων, του πλήγματος της εφοδιαστικής αλυσίδας καθώς και της έντασης των σχέσεων ΗΠΑ και Κίνας τα προβλήματα στην αγορά θα προέρχονται από την πλευρά της προσφοράς. Με αυτόν τον τρόπο, από την κατάσταση του χαμηλού πληθωρισμού και του αποπληθωρισμού, θα μεταβούμε σε καταστάσεις πληθωρισμού, τύπου δεκαετίας του 1970.

Δηλαδή, υψηλός πληθωρισμό με παρατεταμένη ύφεση. Για τη χρονική διάρκεια της κρίσης υπάρχει μια εγγενής δυσκολία να γίνει μια ασφαλής πρόβλεψη. Από τις λίγες οικονομικές αναλύσεις που υπάρχουν φαίνεται ότι οι οικονομίες ανακάμπτουν γρηγορότερα μετά τους πολέμους (ένα με δύο έτη) και με αργότερους ρυθμούς μετά τις πανδημίες.

Σε οποιαδήποτε περίπτωση η αντιμετώπιση της κρίσης θα χρειαστεί την επανασχεδίαση πολιτικών και τη χρήση μέτρων από τις κυβερνήσεις που χρησιμοποιήθηκαν αμέσως μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η αντιμετώπιση της κρίσης εντός του πλαισίου προηγούμενων δεκαετιών της δημοσιονομικής πειθαρχίας και η πρόωρη απόσυρση των υποστηρικτικών μέτρων θα έχει ως βέβαιο αποτέλεσμα τη μακροχρόνια ύφεση».

Τα κυριότερα συμπεράσματα της μελέτης , σύμφωνα με την ανακοίνωση του επιμελητηρίου είναι τα εξής:

➢ Η παρούσα κρίση δε θα μπορούσε να έχει συμβεί σε χειρότερη στιγμή για τη διεθνή οικονομία. Οι επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομική δραστηριότητα είναι τόσο ισχυρές, που θα οδηγούσαν σε ύφεση ακόμη και μία ισορροπημένη και υγιή οικονομία. Πόσο μάλλον που η παγκόσμια οικονομία ασθενούσε ήδη, πριν την έλευση του ιού, βυθισμένη σε βαθιές δομικές ανισορροπίες με έντονα αποσταθεροποιητικά χαρακτηριστικά.

➢ Η αντίδραση των ηγεσιών της ευρωζώνης υπήρξε, μέχρι τώρα τουλάχιστον, κατώτερη των περιστάσεων. Άτολμη και αδύναμη, με εξαίρεση τη στάση της ΕΚΤ, και προς τη λάθος κατεύθυνση.

➢ Το πρόβλημα στη διαμόρφωση και στην υλοποίηση των ευρωπαϊκών πολιτικών είναι η ασυμμετρία των αποτελεσμάτων της κρίσης του κορωνοϊού. H πανδημία μπορεί να έπληξε σχεδόν ταυτόχρονα τα κράτη μέλη της ΕΕ αλλά δεν βρήκε τις οικονομίες σε παρεμφερή στάδια ως προς την ανάπτυξη, τη δημοσιονομική προσαρμογή και το δημόσιο χρέος, καταγράφοντας έτσι μια ασυμμετρία των αντιδράσεων των ευρωπαϊκών οικονομιών.

➢ Σε περιπτώσεις χωρών με μεγάλα δημοσιονομικά προβλήματα, οι παρεμβάσεις της ΕΚΤ θα πρέπει να “νομισματικοποιήσουν” το δημοσιονομικό έλλειμμα. Σε αντίθετη περίπτωση, αν τα δημοσιονομικά ελλείμματα χρηματοδοτηθούν μέσω δανεισμού (ακόμα και με μηδενικά επιτόκια), τα επιτόκια θα αυξηθούν κατακόρυφα, προκαλώντας έτσι καταστροφικές συνέπειες για τις χώρες που αντιμετωπίζουν πρόβλημα χρέους.

➢ Τέσσερα χαρακτηριστικά καθιστούν την ελληνική οικονομία, την πιο ευάλωτη στην κρίση σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες:

1. Το σημαντικό ποσοστό των μικρών επιχειρήσεων.

2. Το μικρό ποσοστό του εργατικού δυναμικού που μπορεί να εργασθεί με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων.

3. Το υψηλό ποσοστό της συνεισφοράς στο ΑΕΠ του τομέα των υπηρεσιών που επηρεάζονται από την κρίση.

4. Τα περιορισμένα δημοσιονομικά μέσα για την αντιμετώπιση της κρίσης

➢ Γίνεται εύκολα κατανοητό ότι η ανάκαμψη της επόμενης χρονιάς του 2021 θα εξαρτηθεί από τον τρόπο αντίδρασης κατά τη διάρκεια της κρίσης. Αυτό που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι δε θα είναι αυτονόητη η επιστροφή στην ανάπτυξη το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα μετά τη λήξη των περιοριστικών μέτρων. Η ιεράρχηση και οι προτεραιότητες των δράσεων πρέπει να ακολουθήσουν την απόδοση των πολλαπλασιαστών στην ελληνική οικονομία.

➢ Οι εξελίξεις λόγω της πανδημίας δεν θα είναι μονοδιάστατες, γιατί ναι μεν θα συμπιεστούν πολύ οι επιχειρήσεις και η απασχόληση, αλλά ταυτόχρονα αλλάζει και η αρχιτεκτονική του διεθνούς οικονομικού συστήματος. Δημιουργούνται έτσι άνισες ευκαιρίες, καλύτερες για όσους είναι προετοιμασμένοι, λιγότερο καλύτερες για όσους μείνουν πίσω κυνηγώντας επιδόματα. Αν οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν επιδιώξουν να κάνουν τις απαιτούμενες προσαρμογές σήμερα, θα προλάβουν να τις κάνουν οι ανταγωνιστές τους και έτσι θα υποχρεωθούν να τις εφαρμόσουν και οι δικές μας – αλλά έχοντας χάσει πολύτιμο χρόνο και μερίδια στις αγορές.

➢ Μεγάλη αλλαγή θα σημειωθεί στη σύνθεση του διεθνούς εμπορίου. Για παράδειγμα, οι ξέφρενοι ρυθμοί ταξιδιών, τουρισμού, συνεδρίων και εξωτικής διασκέδασης θα ανακοπούν σημαντικά, τουλάχιστον για μερικά χρόνια. Πολλές σχετικές υπηρεσίες και επιχειρήσεις θα συρρικνωθούν και μερικές ίσως δεν αντέξουν την καθίζηση που ήδη υπέστησαν

➢ Στην προσπάθεια ανόρθωσης της Ελλάδας πρέπει καταρχήν να υιοθετηθούν φορολογικά και αναπτυξιακά κίνητρα για δικτυώσεις, συμπράξεις και συγχωνεύσεις μικρών επιχειρήσεων.

➢ Παράλληλα, απαιτείται πλέον μια συστηματική στήριξη της μεταποίησης με νέες μεγάλες επενδύσεις, απρόσκοπτες χωροθετήσεις νέων μονάδων σε βιομηχανικές περιοχές και άμεση ενσωμάτωση τεχνολογιών και περιβαλλοντικών πρακτικών της λεγόμενης τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης.

➢ Για το λόγο αυτό είναι απαραίτητο να διαμορφωθούν πλαίσια εταιρικής ασφάλισης και κάλυψης απρόβλεπτων κινδύνων με τη δημιουργία αντίστοιχων οργανισμών σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε στο μέλλον να μην επωμίζεται τη διάσωσή τους μόνο ο φορολογούμενος.

➢ Οι ελληνικές επιχειρήσεις πρέπει να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες τηλεργασίας και δικτυακών συναλλαγών για να στεριώσουν στις εξωτερικές αγορές, ακόμα και όταν άλλες μορφές φυσικής πρόσβασης και συμμετοχής εκλείπουν προσωρινά, όπως τώρα.

➢ Θα πρέπει να αρθούν τα όποια εμπόδια υπάρχουν για τη δημιουργία επιχειρήσεων και θα πρέπει να θεσμοθετηθούν πρωτίστως φορολογικά κίνητρα όχι για να μην απολύουν οι επιχειρήσεις, αλλά για να αυξάνουν την απασχόληση στο βαθμό που ο κύκλος εργασιών τους το επιτρέπει. Παράλληλα, ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης, που σε ορισμένες περιπτώσεις έκανε αλματώδη βήματα εν μέσω της πανδημίας, αποτελεί μονόδρομο, όχι μόνο για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας του δημοσίου τομέα, αλλά για την ανάγκη στήριξης του ιδιωτικού τομέα από ένα δημόσιο τομέα παροχής υψηλής ποιότητας υπηρεσιών.

Τουρισμός:

➢ Ο τουρισμός στην Ελλάδα αποτελεί μια σημαντική οικονομική δραστηριότητα, καθώς οι καθαρές εισπράξεις αντιστοιχούν στο 73,09% των καθαρών εισπράξεων από το εξωτερικό για υπηρεσίες και καλύπτουν το 67,6% του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου.

➢ Ο τουρισμός είναι βασικός πυλώνας της ελληνικής οικονομίας καθότι συμμετέχει κατά 20,6% στη διαμόρφωση του ΑΕΠ και δημιουργεί πολλαπλασιαστικές επιδράσεις στο 60% των άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων της εγχώριας οικονομίας. Η κάθετη μείωση των τουριστικών ροών έχει συμπαρασύρει και άλλους κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας, όπως των αερομεταφορών, της ενοικίασης αυτοκινήτων, των ταξιδιωτικών γραφείων, των μεταφορικών μέσων, των ξεναγών, των επισιτιστικών επιχειρήσεων, του yachting, της κρουαζιέρας, των οποίων η ζήτηση είναι συμπληρωματική.

➢ Σύμφωνα με το καλό σενάριο η τουριστική περίοδος θα ξεκινήσει τον Ιούλιο και θα έχει διάρκεια 3-4 μήνες, ώστε να υπάρξει απασχόληση και οι τουριστικές και συναφείς επιχειρήσεις να μπορέσουν να καλύψουν μέρος των λειτουργικών τους εξόδων. Κι αυτό με την προϋπόθεση ότι θα εφαρμοστεί ένα υγειονομικό πρωτόκολλο, ώστε να μπορέσουν οι ταξιδιώτες να μετακινούνται με ασφάλεια. Ο εσωτερικός τουρισμός αναμένεται να αυξηθεί στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, αλλά και στην Ελλάδα. Όμως, η αυξημένη εσωτερική ζήτηση, σε καμιά περίπτωση, δεν μπορεί να αντισταθμίσει τις όποιες βραχυχρόνιες οικονομικές ζημιές της τουριστικής βιομηχανίας.

➢ Η Ελλάδα αναγνωρίζεται ως ένας εκ των ασφαλέστερων τουριστικών προορισμών βάσει της επιτυχημένης διαχείρισης και της περιορισμένης εξάπλωσης του κορωνοϊού σε σχέση με τους κύριους ανταγωνιστές της (Ιταλία, Ισπανία, Τουρκία). Αυτό μας παρέχει τη δυνατότητα να χτίσουμε μια νέα ταυτότητα (Brand) και μια νέα τουριστική εικόνα στη βάση ενός νέου αφηγήματος και μιας νέας προσέγγισης για τον τουρισμό που να δημιουργεί αλυσίδα αξίας σε όλο το οικοσύστημα της τουριστικής βιομηχανίας.

Τράπεζες:

➢ Το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα είναι προς το παρόν περισσότερο θωρακισμένο σε σχέση με το 2008 λόγω των μέτρων που ελήφθησαν την τελευταία δεκαετία (τα οποία ενίσχυσαν την κεφαλαιακή βάση των τραπεζών και μείωσαν σημαντικά τον κίνδυνο ρευστότητας) αλλά και λόγω των ισχυρών παρεμβάσεων των κεντρικών τραπεζών.

➢ Η ύφεση αναπόφευκτα θα προκαλέσει ζημιές στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, διότι η επιδείνωση της φερεγγυότητας του ιδιωτικού τομέα θα έχει αρνητικό αντίκτυπο, τόσο στην εξυπηρέτηση των υφιστάμενων τραπεζικών δανείων, όσο και στη χορήγηση νέων δανείων. Τα δύο βασικά προβλήματα που θα αντιμετωπίσουν οι ελληνικές τράπεζες, είναι προβλήματα ρευστότητας και προβλήματα που συνδέονται με την κεφαλαιακή τους επάρκεια, λόγω της επιδείνωσης της ποιότητας των στοιχείων του ενεργητικού.

➢ Τα προβλήματα ρευστότητας δεν αναμένεται να είναι σημαντικά διότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει επαναφέρει την παρέκκλιση (waiver) για τα ομόλογα που εκδίδει ή εγγυάται η Ελληνική Δημοκρατία, άρα οι ελληνικές τράπεζες μπορούν να τα χρησιμοποιούν ως εξασφαλίσεις για την άντληση ρευστότητας από το Ευρωσύστημα. Επίσης, τα ελληνικά ομόλογα συμπεριλαμβάνονται ως αποδεκτοί τίτλοι στο έκτακτο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης λόγω πανδημίας (PEPP), συνεπώς οι ελληνικές τράπεζες μπορούν να πωλήσουν στην ΕΚΤ, ελληνικά ομόλογα που κατέχουν, και να αυξήσουν τα ρευστά τους διαθέσιμα.

➢ Η επιδείνωση της ποιότητας των στοιχείων του ενεργητικού θα είναι αναπόφευκτη. Οι ελληνικές τράπεζες αντιμετωπίζουν ήδη από το 2011 μία δυσθεώρητη αύξηση στα μη-εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ), όμως από το 2018 και εντεύθεν παρατηρείται μια καθοδική πορεία στον όγκο των ΜΕΔ. Δυστυχώς, η επικείμενη ύφεση θα ανακόψει την καθοδική πορεία, θα αποτελέσει την αιτία για τη δημιουργία νέων μη-εξυπηρετούμενων δανείων.

➢ Με βάση τα μέχρι σήμερα δεδομένα, η κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζών κρίνεται ικανοποιητική. Ο δείκτης μόχλευσης βρίσκεται περίπου στο 11% (το κατώτατο όριο με βάση το κανονιστικό πλαίσιο είναι 4%-5%).

Νέο Παραγωγικό Πρότυπο:

➢ Η κρίση της πανδημίας του COVID-19 είναι ευκαιρία να αλλάξει το παραγωγικό πρότυπο της ελληνικής οικονομίας, ώστε να γίνει περισσότερο ανθεκτική. Η Ελλάδα σήμερα, μετά την κρίση του COVID-19, έχει την ευκαιρία να αναθεωρήσει το παραγωγικό της πρότυπο, ώστε να κάνει την οικονομία περισσότερο ανθεκτική και λιγότερο ευάλωτη στις κρίσεις.

➢ Η Ελλάδα πρέπει να εξετάσει την μελλοντική κλαδική στρατηγική της με αναφορά αφενός στις παγκόσμιες τάσεις και αφετέρου στην ευρωπαϊκή στρατηγική, ώστε να επωφεληθεί από τα χρηματοδοτικά εργαλεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και τις μεγάλες δυνατότητες της ευρωπαϊκής αγοράς. Η κρίση λόγω της πανδημίας, αποτελεί ευκαιρία. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, η ελληνική οικονομία θα χάνει συνεχώς ανταγωνιστικότητα και δεν θα μπορεί να αξιοποιήσει τους πόρους που διατίθενται στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών πολιτικών.

➢ Η βιομηχανία και η μεταποίηση γενικότερα πρέπει να αποτελέσουν τον πυρήνα αυτής της νέας κλαδικής στρατηγικής της χώρας μας. Ακόμα και ο πρωτογενής τομέας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη μεταποίηση, γιατί δημιουργεί προστιθέμενη αξία στην πρωτογενή πρώτη ύλη.

➢ Η διαχρονική έλλειψη χρηματοδοτικών εργαλείων και κινήτρων καθώς και το κόστος του χρήματος είναι επίσης σημαντικός ανασταλτικός παράγων στην ανάπτυξη της βιομηχανίας. Η χώρα χρειάζεται ένα επενδυτικό σοκ, επενδύσεις σε ολόκληρο τον παραγωγικό ιστό και όχι μόνο στις Ξένες Άμεσες Επενδύσεις, αλλά κυρίως επενδύσεις στις ΜμΕ που αποτελούν την πλειονότητα του επιχειρηματικού συνόλου. Η διευθέτηση του προβλήματος των κόκκινων δανείων θα απαλλάξει το τραπεζικό σύστημα από το δυσβάσταχτο αυτό βάρος και θα επιτρέψει την αύξηση της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων.

➢ Οι τρεις άξονες μετασχηματισμού της ευρωπαϊκής βιομηχανίας που στηρίζουν ολόκληρο τον παραγωγικό ιστό της οικονομίας, αλλά κυρίως τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) και κάνουν την παραγωγική δομή βιώσιμη και ανταγωνιστική, είναι οι εξής: (α) Η ψηφιακή μετάβαση, η οποία δίνει στη βιομηχανία και στις ΜμΕ τη δυνατότητα να ανταποκρίνονται έγκαιρα στις αλλαγές, παρέχει στους εργαζομένους νέες, (β) Η ανταγωνιστικότητα στην παγκόσμια σκηνή, στην οποία η Ευρώπη με την ενιαία αγορά ως μοχλό μπορεί να καθιερώσει παγκόσμια πρότυπα, (γ) Η πράσινη μετάβαση και η νέα ενεργειακή στρατηγική, δεδομένου ότι η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία αποτελεί τη νέα αναπτυξιακή στρατηγική της Ευρώπης. Ο συγκεκριμένος και μετρήσιμος στόχος θα πρέπει να είναι η συμμετοχή της βιομηχανίας στο ΑΕΠ της χώρας να αυξηθεί από 10-11% σήμερα στο 15-16% σε μια δεκαετία.

Πρωτογενής Τομέας:

➢ Τα οφέλη από τη λειτουργία ενός μεγάλου φορέα αγροτικών εξαγωγών, με τις προτεινόμενες προδιαγραφές, είναι τα εξής: (α) σημαντική ενίσχυση του εθνικού στόχου για διπλασιασμό των εξαγωγών, (β) ενίσχυση της τάσης επιστροφής εργαζομένων στην περιφέρεια και αναζωογόνηση του κοινωνικού ιστού, με πολύ ευεργετικές συνέπειες για το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας, (γ) ενίσχυση κινήτρων συνεχούς αύξησης της αγροτικής παραγωγής, λόγω των «σχετικά επαρκών τιμών» και της ασφαλιστικής κάλυψης του εισοδήματος των αγροτών, (δ) δημιουργία τουλάχιστον 100.000 θέσεων εργασίας στον «επίσημο» τομέα της οικονομίας, με πλήρη φορολόγηση των εισοδημάτων και καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών, και (ε) ενίσχυση του ΑΕΠ με παραγωγικές δραστηριότητες, οι οποίες στο παρελθόν ανήκαν στην παραοικονομία.

Ενεργειακός Τομέας:

➢ Στον ενεργειακό τομέα, η άμεση επίπτωση της κρίσης θα είναι η ιδιαίτερα μεγάλη μείωση παραγωγής και παύση λειτουργίας ενεργοβόρων βιομηχανιών, όπως μετάλλων, τσιμέντου και υλικών κατασκευών. Εξαίρεση αποτελεί η χημική βιομηχανία, η οποία φαίνεται να διατηρεί τα επίπεδα παραγωγής της.

➢ Οι φιλικές προς την κλιματική αλλαγή επενδύσεις στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας, στον τομέα των μεταφορών και σε διαρκή αγαθά μεγάλης ενεργειακής απόδοσης είναι μεγαλύτερης αντοχής σε μελλοντικές κρίσεις κάθε είδους, προσφέρουν οικονομική ανάπτυξη μέσω της παραγωγικότητας και ανοίγματος νέων αγορών χάρις στην τεχνολογική ανταγωνιστικότητα και εν τέλει διατηρούν εγχώρια προστιθέμενη αξία και απασχόληση. Οι πολιτικές υπέρ της οικονομικής ανεξαρτησίας και εγχώριας δραστηριότητας, είναι πλέον κατ’ εξοχήν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η ενεργειακή ανακαίνιση των κτιρίων και οι συσκευές μεγάλης απόδοσης, καθώς και τα ηλεκτρικά και φιλικά προς το τοπικό περιβάλλον οχήματα και μέσα μεταφοράς. Η κρίση έφερε μπροστά πολιτική ωρίμανση ρηξικέλευθων και εμπροσθοβαρών πολιτικών αναδιάρθρωσης των μεταφορών, των τεχνολογιών των σπιτιών, ηλεκτρισμού και βιομηχανίας.

Μεταφορές:

➢ Ο κλάδος των μεταφορών από τη φύση του είναι εκτεθειμένος και σε μεγάλο βαθμό εξοικειωμένος με τα βασικά χαρακτηριστικά της ζήτησης που μεταξύ άλλων είναι ο ευμετάβλητος χαρακτήρας και η εποχικότητα αυτής.

➢ Οι μακροχρόνιες επιδράσεις στον τομέα των μεταφορών, και κατά συνέπεια στην ενέργεια και στο κλίμα, θα είναι μάλλον σημαντικές. Η μείωση της διεθνούς κινητικότητας σε επιβάτες και εμπορεύματα θα είναι μάλλον μόνιμη, λόγω της μείωσης του τουρισμού, της εφαρμογής τηλεδιασκέψεων και τηλεργασίας και της προτίμησης εγχώριων αγαθών έναντι εισαγομένων σε κάποια τουλάχιστον έκταση.

➢ Aπό την αρχή εκδήλωσης της πανδημίας σημειώθηκαν σημαντικές διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες, τόσο κατά τη διάρκεια της επιδημίας του κορονοϊού, όσο και στη φάση της εξομάλυνσης των κρουσμάτων στη χώρα μας.

➢ Σειρά μέτρων πολιτικής τόνωσης των μεταφορών μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η δημιουργία ενός ταμείου εκτάκτων καταστάσεων στο οποίο θα συνεισφέρουν οι εμπλεκόμενοι φορείς. Το ποσοστό συνεισφοράς μένει να καθοριστεί από τους συμμετέχοντες δικαιούχους.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης