Ο 13ος μισθός δεν είναι ποτέ «δώρον άδωρον» για την αγορά, σημείωσε σε δηλώσεις του για την πορεία της εορταστικής αγοράς ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς και του Περιφερειακού Επιμελητηριακού Συμβουλίου Αττικής Βασίλης Κορκίδης.
Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, όπως ανέφερε ο κ. Κορκίδης, η χριστουγεννιάτικη αγορά κινείται ικανοποιητικά και φαίνεται να κλείνει πιο κοντά στον τζίρο του Δεκεμβρίου του 2019 των 3,6 δισ. ευρώ και αρκετά μακριά από τον αντίστοιχο του 2020, που λόγω του περσινού lockdown χάθηκαν σχεδόν 2 δισ. ευρώ. Σημαντική «ένεση» για άλλη μια χρονιά, πρόσθεσε, ήταν τα χρήματα που διοχετεύτηκαν στην οικονομία από τη χορήγηση του χριστουγεννιάτικου Δώρου στον ιδιωτικό τομέα και υπολογίζονται περίπου στα 1,7 δισ. ευρώ.
Το ποσό αυτό κάλυψε κοινωνικές ανάγκες και σίγουρα τόνωσε την αγορά πριν τα Χριστούγεννα, ενώ θα ενισχύσει εξίσου ουσιαστικά την καταναλωτική δαπάνη τις τελευταίες εργάσιμες μέρες της χρονιάς, ώστε να κλείσει με θετικό πρόσημο.
Παράλληλα, όπως πρόσθεσε ο πρόεδρος, με τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας από τον 13ο μισθό ενισχύονται και τα έσοδα των ασφαλιστικών ταμείων, καθώς, πέραν των καθαρών αποδοχών των μισθωτών, καταβάλλονται σημαντικές εισφορές τόσο από τους εργαζομένους όσο και από τους εργοδότες, παρά τις μειώσεις που επήλθαν κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες το 2021.
Ο ίδιος ανέφερε, ακόμη, τα εξής:
«Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Νοεμβρίου από τη βάση δεδομένων Εργάνη του υπουργείου Εργασίας, το ισοζύγιο θέσεων εργασίας παραμένει θετικό κατά τη διάρκεια του έτους με 136.000 καθαρές προσλήψεις.
Οι πολλαπλασιαστικές επιδράσεις από τη ρευστότητα του Δώρου βοηθούν σημαντικά κάθε χρόνο τις επιχειρήσεις, από τη στιγμή που το μεγαλύτερο ποσοστό του επιπλέον εισοδήματος των εργαζομένων επιστρέφει, μέσω της κατανάλωσης, στα ταμεία τους. Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι πριν την καταβολή του Δώρου ένας στους τέσσερις καταναλωτές πραγματοποιεί τις αγορές με πιστωτικές κάρτες, δηλαδή με δανεικά, ενώ με την καταβολή του Δώρου κάνει χρήση χρεωστικών καρτών και μετρητών.
Οι σοβαρές δυσκολίες ρευστότητας συνεχίστηκαν και φέτος τόσο για τις επιχειρήσεις στο να καταβάλουν έγκαιρα το Δώρο, όσο και για τους εργαζομένους λόγω της ενεργειακής ακρίβειας, στο να ξοδέψουν ως συνήθως το μεγαλύτερο μέρος του 13ου μισθού στα καταστήματα, εστιατόρια, ταξίδια και διασκέδαση. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, σε σύνολο περίπου 2,3 εκατ. εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, με τον μέσο μισθό πλήρους απασχόλησης στα 1.162 ευρώ και το μέσο ημερομίσθιο στα 50 ευρώ, το Δώρο Χριστουγέννων έδωσε βαθιά οικονομική ανάσα στα νοικοκυριά.
Βεβαίως, κανείς δεν παραγνωρίζει την αύξηση του πληθωρισμού κατά 4,8% σε ετήσια βάση, που περιόρισε το διαθέσιμο εισόδημα, με κύριο μοχλό τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου, που αυξήθηκαν αντίστοιχα κατά 15,9% και 31,7%.
Το συνολικό κόστος του Δώρου Χριστουγέννων στους εργαζομένους για τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα εκτιμάται στα 2,5 δισ. ευρώ, με τις συνολικές μικτές αποδοχές των ασφαλισμένων μισθωτών να ανέρχονται στα 2 δισ. ευρώ, ενώ οι τελικές καθαρές αποδοχές τους κυμαίνονται στα 1,7 δισ. ευρώ.
Ο 13ος μισθός μπορεί να είναι για τις επιχειρήσεις μια επιπλέον μισθολογική υποχρέωση, που όμως οι εργοδότες ποτέ δεν το θεώρησαν «δώρον-άδωρον», αφού το Δώρο Χριστουγέννων δίνει προστιθέμενη αξία και, παρά τις δυσκολίες στην καταβολή του, πάντα επιστρέφει πολλαπλασιαστικά στην οικονομία και στην αγορά. Τέλος, ο 13ος μισθός, όπως κάθε άλλο δώρο, που είτε προσφέρουμε είτε δεχόμαστε, βελτιώνει την ψυχολογία, που έχουν εξίσου ανάγκη η κοινωνία και η οικονομία του τόπου περισσότερο από ποτέ».