Για επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης στην Ελλάδα, που οφείλεται όμως εν μέρει σε εξωτερικούς παράγοντες, κάνει λόγο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις που δημοσιεύει σήμερα.
«Η οικονομική ανάπτυξη επιβραδύνθηκε το πρώτο μισό του έτους, αλλά αναμένεται να παραμείνει ανθεκτική έναντι των δυσκολιών από το πιο αδύναμο εξωτερικό περιβάλλον» επισημαίνει η Κομισιόν στην εισαγωγή του κεφαλαίου για την Ελλάδα και συμπληρώνει:
«Η εν εξελίξει ανάκαμψη είναι πιθανό να υποστηριχθεί από τα κέρδη στις εξαγωγές και τα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής που στόχο έχουν να ενδυναμώσουν τις επενδύσεις και να μειώσουν το κόστος εργασίας.
»Το πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να ανέλθει σε επίπεδα ρεκόρ το 2019 για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά, κάτι που θα διευκολύνει μια ταχεία μείωση του δημόσιου χρέους. Η Ελλάδα προβλέπεται να πετύχει τους συμφωνημένους δημοσιονομικούς στόχους, ενώ την ίδια στιγμή θα βελτιώσει την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών της».
Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας αναμένεται να μειωθεί σημαντικά από 181,2% το 2018 σε 163,1% το 2021
Αναλυτικά, σε ό,τι αφορά στην επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης, η Επιτροπή σημειώνει πως «η ανάπτυξη του πραγματικού ΑΕΠ μειώθηκε το πρώτο εξάμηνο του 2019 σε 1,5% (σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά)».
«Η ανεπαρκής επίδοση της ανάπτυξης το πρώτο τρίμηνο (1,1% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά) οφείλεται στη μείωση των καθαρών εξαγωγών καθώς και της δημόσιας δαπάνης. Αυτά αναστράφηκαν μερικώς το δεύτερο τρίμηνο (1,19%) αλλά η συνολική ανάπτυξη παρέμεινε κάτω από τον μέσο όρο του 2018» εξηγεί.
«Παρά τα υψηλότερα διαθέσιμα εισοδήματα μέσα από τη βελτίωση των συνθηκών της αγοράς εργασίας, η ιδιωτική κατανάλωση μειώθηκε κατά -0,1% (σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά) το πρώτο μισό του 2019. Υπό το φως των σημαντικών βελτιώσεων στις επιχειρήσεις και στην εμπιστοσύνη των καταναλωτών κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, η κατανάλωση αναμένεται να επιταχυνθεί το δεύτερο μισό του 2019» επισημαίνει η έκθεση της Κομισιόν.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, η «υποτονική προοπτική για την οικονομία της Ευρωζώνης προβλέπεται να μετριάσει την ανάπτυξη των εξαγωγών», ωστόσο «ο αντίκτυπος είναι πιθανό να μην είναι τόσο ισχυρός χάρη στα σταθερά κέρδη στην αγορά από τις ελληνικές εξαγωγές».
Επιπρόσθετα, η αλλαγή στη σύνθεση των φορολογικών εσόδων προς τους «λιγότερο στρεβλωτικούς φόρους», σε συνδυασμό με «μέτρα κοινωνικής πολιτικής», αναμένεται να υποστηρίξει τις επενδύσεις και την ανάπτυξη της απασχόλησης.
Σε αυτό το πλαίσιο, η ανάπτυξη του ΑΕΠ προβλέπεται να ενδυναμωθεί στο 2,3% το 2020 προτού μειωθεί στο 2% το 2021
Σε ό,τι αφορά στην απασχόληση και την ανεργία, η Επιτροπή σημειώνει πως η απασχόληση αναμένεται να παραμείνει πάνω από το 2% το 2019 και το 2020 και να μετριαστεί στο μέλλον, οδηγώντας το ποσοστό ανεργίας στο 14% το 2021.
Ο πληθωρισμός αναθεωρήθηκε προς τα κάτω στο 0,5% το 2019 λόγω του αντίκτυπου της μείωσης του ΦΠΑ το δεύτερο τρίμηνο, όπως και της χαμηλότερης από την αναμενόμενη αύξησης στην τιμή του πετρελαίου
Το 2020 και το 2021, ο πληθωρισμός αναμένεται να αυξηθεί στο 0,6% και στο 0,9% αντίστοιχα, συμβαδίζοντας με την εν εξελίξει ανάκαμψη και την πληθωριστική πίεση από τις φορολογικές μεταρρυθμίσεις. Σύμφωνα με την Επιτροπή, οι όποιοι κίνδυνοι για την οικονομική προοπτική πηγάζουν από μια «επιβράδυνση στην εξωτερική ζήτηση, όπως και από μια επίμονη υποεκτέλεση του προϋπολογισμού σε ό,τι αφορά στις δημόσιες επενδύσεις».
«Οι θετικές προοπτικές σχετίζονται με την αξιοσημείωτη βελτίωση στο επιχειρηματικό και καταναλωτικό αίσθημα, το οποίο μένει ακόμα να μεταφραστεί σε σημαντικές αυξήσεις των δαπανών. Η βελτιωμένη πρόσβαση στη χρηματοδότηση και στον δανεισμό από τις τράπεζες θα δώσει περαιτέρω ώθηση στην ανάπτυξη» υπογραμμίζεται στην έκθεση της Επιτροπής.
Όσον αφορά στο συνολικό ισοζύγιο προϋπολογισμού της Ελλάδας, η Κομισιόν επισημαίνει πως προβλέπεται να πετύχει ένα «πλεόνασμα-ρεκόρ της τάξεως του 1,3% του ΑΕΠ το 2019», το οποίο θα σηματοδοτήσει την τέταρτη συνεχή χρονιά πλεονάσματος.
«Αυτή η πρόβλεψη υποστηρίζεται από ευνοϊκή συλλογή εσόδων, σε συνδυασμό με την ισχυρή ανάπτυξη στα διαθέσιμα εισοδήματα όπως και τη μείωση στα υψηλότερα όρια δαπανών, τα οποία βοήθησαν στην εφαρμογή των μόνιμων μέτρων ύψους 0,7% του ΑΕΠ που υιοθετήθηκαν την άνοιξη του 2019» υπογραμμίζεται.
Το πρωτογενές πλεόνασμα που παρακολουθείται στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας προβλέπεται να φτάσει το 3,8% του ΑΕΠ το 2019, συνεχίζει η Επιτροπή, σημειώνοντας ότι η πρόβλεψη υποθέτει ότι η δαπάνη που εκκρεμεί για τη ΔΕΗ θα καλυφθεί από το μαξιλάρι έκτακτης ανάγκης και δεν θα χρεωθεί επιπρόσθετο πακέτο δημόσιας δαπάνης πάνω από τα τρέχοντα σχέδια.
Εξάλλου, σύμφωνα με την Κομισιόν, η πρόβλεψη για το 2020 ενσωματώνει τις «σχεδιαζόμενες περικοπές στους στρεβλωτικούς φόρους και μια περιορισμένη αύξηση στα κοινωνικά επιδόματα που αφορούν τις οικογένειες».
Το πακέτο (ύψους 0,6% του ΑΕΠ), αναφέρει η έκθεση, περιλαμβάνει 4% μείωση στον φόρο των εσόδων των επιχειρήσεων, μια μεταρρύθμιση στη φορολογία των ατομικών εισοδημάτων που εισάγει ένα νέο ποσοστό 9% για τα χαμηλότερα εισοδήματα και μια μείωση στις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης για τους εργαζομένους πλήρους απασχόλησης.
«Το πακέτο συνοδεύεται από μέτρα που διασφαλίζουν τη δημοσιονομική ουδετερότητα, υποστηρίζουν καλύτερη συλλογή έμμεσων φόρων και αναθεωρήσεις στα υψηλότερα όρια δαπανών. Γενικά, η Ελλάδα αναμένεται να επιτύχει τους στόχους πρωτογενούς πλεονάσματος το 2020 και το 2021» διαπιστώνει η Επιτροπή.
Επιπλέον, σημειώνει πως η πρόβλεψη για τη δημοσιονομική προοπτική «αντανακλά επίσης την πρόσφατη απόφαση του δικαστηρίου για τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση του 2016 και τη δέσμευση των αρχών να αντισταθμίσουν τον πιθανό δημοσιονομικό αντίκτυπο της νομοθεσίας που ακολούθησε μέσα στα συμφωνημένα όρια δαπανών του Υπουργείου Εργασίας».
Ωστόσο, αναφέρει, η πρόβλεψη συνεχίζει να εξαρτάται από μια αβεβαιότητα εν όψει ακόμη μίας απόφασης δικαστηρίου για τις συντάξεις, ενώ πρόσθετη πίεση θα μπορούσε να προέλθει από πρωτοβουλίες πολιτικής του παρελθόντος, που επηρεάζουν τους μισθούς του Δημοσίου και τον αυξανόμενο αριθμό προσωρινού προσωπικού.
Μοσκοβισί: Η Ελλάδα δεν μπορεί να πετυχαίνει «για πάντα» πλεονάσματα 3,5%
Την άποψη ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να συνεχίσει «για πάντα» να πετυχαίνει πλεονάσματα 3,5% εξέφρασε ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Πιερ Μοσκοβισί ερωτηθείς σχετικά κατά τη σημερινή παρουσίαση των φθινοπωρινών οικονομικών προβλέψεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ο Γάλλος επίτροπος αναφέρθηκε στα ποσοστά ανάπτυξης που προβλέπονται για την Ελλάδα το 2019 (1,8%) και το 2020 (2,3%), σημειώνοντας ότι υποστηρίζονται από ένα «φιλικό προς την ανάπτυξη δημοσιονομικό πακέτο» και την αύξηση των εξαγωγών.
Επίσης, έκανε αναφορά στη μείωση της ανεργίας στο 14% το 2021, υπογραμμίζοντας ότι, αν και ακόμα υψηλή, θα έχει μειωθεί στο μισό από τα επίπεδα που έφτασε κατά τη διάρκεια της κρίσης. Χαιρέτισε, επίσης, την προβλεπόμενη μείωση του χρέους από το 175,2% το 2019 στο 169,3% το 2020 χάρη στα πρωτογενή πλεονάσματα.
Απαντώντας σε ερώτηση εάν τα εν λόγω στοιχεία ανοίγουν τον δρόμο για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων, ο Π. Μοσκοβισί επανέλαβε ότι η θέση του και η θέση της Επιτροπής Γιούνκερ ήταν ότι χρειάζεται «αξιοπιστία» και ότι «οι δεσμεύσεις πρέπει να τηρούνται».
Ωστόσο, επεσήμανε, «δεν είναι δυνατόν να συνεχίζει για πάντα αυτό», να αναγκάζεται η Ελλάδα να πετυχαίνει για πάντα πλεόνασμα 3,5%, κάτι που θα συζητηθεί, όπως είπε, «όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή».
«Σημαντικό ήταν να υπάρξει αξιοπιστία για εφέτος και αυτό ήταν το μήνυμά μου προς την κυβέρνηση όταν επισκέφθηκα την Ελλάδα πριν από λίγο καιρό» ανέφερε, σημειώνοντας ότι αυτή είναι η «προϋπόθεση» προκειμένου να ξεκινήσει μια συζήτηση με τους εταίρους της χώρας. Καταλήγοντας, υπενθύμισε ότι αυτό θα είναι ένα ζήτημα που θα απασχολήσει την επόμενη Επιτροπή.