Κινέζοι αξιωματούχοι είπαν σήμερα ότι η σουηδική H&M και άλλες εταιρείες δεν θα πρέπει να κάνουν σπασμωδικές κινήσεις ή να εμπλέκονται στα πολιτικά πράγματα, μετά τις ανησυχίες που διατύπωσαν οι εταιρείες για καταναγκαστική εργασία στην κινεζική επαρχία Σιντζιάνγκ, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και μποϊκοτάζ.
Η H&M, η Burberry, η Nike, η Adidas και άλλα εμπορικά σήματα της Δύσης επλήγησαν από καταναλωτικό μποϊκοτάζ στην Κίνα από την περασμένη εβδομάδα ύστερα από σχόλια για το βαμβάκι που προμηθεύονται από τη Σιντζιάνγκ.
Η κλιμακούμενη διαμάχη έρχεται την ώρα που οι ΗΠΑ και άλλες δυτικές κυβερνήσεις αυξάνουν τις πιέσεις προς την Κίνα καθώς υπάρχουν υποψίες για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην περιοχή.
«Δεν νομίζω ότι μια εταιρία θα πρέπει να πολιτικοποιεί την οικονομική της συμπεριφορά», δήλωσε ο Σου Γκουισιάνγκ, εκπρόσωπος των αρχών της Σιντζιάνγκ σε συνέντευξη Τύπου σήμερα το πρωί. «Μπορεί η H&M να συνεχίζει να βγάζει χρήματα στην κινεζική αγορά; Όχι πια».
«Το να σπεύδει κάποιος σε αυτή την απόφαση και να εμπλέκεται στις κυρώσεις δεν είναι λογικό. Είναι σαν να σηκώνει μια πέτρα για να τη ρίξει στο πόδι του» είπε.
Η H&M δεν απάντησε άμεσα σε αίτημα για σχόλιο.
Την περασμένη εβδομάδα άρχισε να κυκλοφορεί στα κινεζικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης μια ανακοίνωση της H&M του 2020 όπου έλεγε ότι πλέον δεν θα προμηθεύεται βαμβάκι από τη Σιντζιάνγκ.
Η H&M ανακοίνωσε τότε ότι η απόφαση οφείλεται σε δυσκολίες να διενεργεί αξιόπιστους ειδικούς ελέγχους (due diligence) στην περιοχή και αφού μέσα ενημέρωσης και οργανώσεις υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ανέφεραν τη χρήση καταναγκαστικής εργασίας στη Σιντζιάνγκ – μια κατηγορία που το Πεκίνο έχει κατ’ επανάληψη αρνηθεί.
Ο Ελιτζάν Αναγιάτ, άλλος εκπρόσωπος των αρχών της Σιντζιάνγκ, δήλωσε κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης ότι ο κινεζικός λαός δεν θέλει τα προϊόντα εταιρειών όπως H&M και η Nike που μποϊκοτάρουν το βαμβάκι της Σιντζιάνγκ. Δήλωσε ότι οι εταιρείες είναι καλοδεχούμενες να επισκεφθούν τις βαμβακοκαλλιέργειες της περιοχής για να δουν ιδίοις όμμασι την κατάσταση.
Δυτικές κυρώσεις
Η Ουάσινγκτον καταδίκασε την Παρασκευή την εκστρατεία στα κινεζικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης, την οποία προωθεί η κινεζική κυβέρνηση, όπως είπε, κατά αμερικανικών και άλλων διεθνών εταιρειών που δεσμεύθηκαν να μη χρησιμοποιήσουν βαμβάκι από τη Σιντζιάνγκ.
Το κύμα μποϊκοτάζ στην Κίνα συνέπεσε με τις συντονισμένες κυρώσεις που επέβαλαν η Βρετανία, ο Καναδάς, η Ευρωπαϊκή ένωση και οι ΗΠΑ την περασμένη εβδομάδα για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως υποστηρίζουν οι χώρες αυτές, στη Σιντζιάνγκ.
Η αμερικανική κυβέρνηση έχει κατηγορήσει δημοσίως το Πεκίνο για γενοκτονία σε βάρος της μουσουλμανικής μειονότητας των Ουιγούρων στην περιοχή.
Ο Σου κατ’ επανάληψη απέρριψε τις κατηγορίες γενοκτονίας και παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην περιοχή και κατηγόρησε τις δυνάμεις της Δύσης ότι επιδίδονται σε πολιτική χειραγώγηση προκειμένου να αποσταθεροποιήσουν την Κίνα με τις κυρώσεις.
«Έχουν χάσει το μυαλό τους και τη συνείδησή τους, ενθουσιάζονται με την πολιτική χειραγώγηση και την κατάχρηση των κυρώσεων, σε επίπεδο υστερίας» δήλωσε ο Σου.
Ο Αναγιάτ ανέφερε: «Ο πραγματικός τους στόχος με το να κατασκευάζουν το θέμα της γενοκτονίας είναι να διαταράξουν την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην Κίνα».
Οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν τον Ιανουάριο απαγόρευση στην εισαγωγή προϊόντων βαμβακιού και ντομάτας από την περιοχή λόγω αναφορών για αναγκαστική εργασία από κρατούμενους μουσουλμάνους Ουιγούρους.
Δυτικές κυβερνήσεις και οργανώσεις υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν στο παρελθόν κατηγορήσει τις αρχές της περιοχής ότι θέτουν υπό κράτηση και βασανίζουν Ουιγούρους σε στρατόπεδα, όπου κάποιοι πρώην κρατούμενοι έχουν πει πως τους υπέβαλαν σε ιδεολογική κατήχηση.
Η Κίνα έχει κατ’ επανάληψη αρνηθεί όλες αυτές τις κατηγορίες και υποστηρίζει ότι τα στρατόπεδα προορίζονται για επαγγελματική εκπαίδευση και την πάταξη του θρησκευτικού εξτρεμισμού.