Καθώς οι εργαζόμενοι στις υπηρεσίες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης στις ΗΠΑ μένουν απλήρωτοι για τρεις εβδομάδες από την έναρξη της μερικής διακοπής λειτουργίας των υπηρεσιών, η δύσκολη οικονομική πραγματικότητα που καλούνται να αντιμετωπίσουν αποτυπώνεται ευρύτερα στην αμερικανική οικονομία, σχολιάζει το «Politico».

Οι περίπου 800.000 ομοσπονδιακοί υπάλληλοι που έχουν τεθεί σε καθεστώς διαθεσιμότητας ή εξακολουθούν να εργάζονται χωρίς να πληρώνονται θα αρχίσουν να περιορίζουν την αγοραστική τους ικανότητα, όταν μείνουν απλήρωτοι καθώς τελειώνει η εβδομάδα που διανύουμε.

Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις που συνεργάζονται με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχοντας συμβόλαια μαζί της, αλλά κι άλλοι εργαζόμενοι που συνδέονται με οποιοδήποτε τρόπο με το ομοσπονδιακό σύστημα πληρωμής, καταγράφουν ήδη ζημίες στις δραστηριότητές τους από το συνεχιζόμενο «shutdown».

Είναι επίσης ενδεχόμενο να πληγεί η αξιοπιστία της αμερικανικής οικονομίας, μετά τη χθεσινή προειδοποίηση της Fitch Ratings για πιθανή υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, στην περίπτωση που η διακοπή της λειτουργίας των ομοσπονδιακών υπηρεσιών συνεχιστεί.

Οι εκτιμήσεις από την οικονομική ομάδα του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ προσδιορίζουν το οικονομικό κόστος του «shutdown» στο σύνολο της αμερικανικής οικονομίας σε 1,2 δισ. δολάρια για κάθε εβδομάδα και για όσο η διακοπή αυτή θα συνεχίζεται.

Το ποσό αυτό αντιστοιχεί σε ποσοστό 0,05% της ανάπτυξης του ΑΕΠ των ΗΠΑ. Ωστόσο, μπορεί να καταστήσει περισσότερο πολύπλοκη την επίτευξη του στόχου της κυβέρνησης Τραμπ για μία σταθερή ανάπτυξη στο 3%.

Παράλληλα, η μερική διακοπή της λειτουργίας των ομοσπονδιακών υπηρεσιών θα κοστίσει στην κυβέρνηση πάνω από ένα δισ. δολάρια, με δεδομένο ότι οι 350.000 ομοσπονδιακοί εργαζόμενοι που έχουν αναγκαστεί να παραμείνουν στα σπίτια τους δεν παράγουν τίποτα.

Είναι, επίσης, πιθανό η αμερικανική κυβέρνηση να καταβάλλει αναδρομικές οικονομικές αποδοχές στους εργαζομένους που έχουν τεθεί σε αναγκαστική διαθεσιμότητα, αλλά και σε όσους εργάζονται χωρίς να πληρώνονται για όσο διαρκεί η μερική διακοπή λειτουργίας των ομοσπονδιακών υπηρεσιών.

Η κυβέρνηση Ομπάμα είχε εκτιμήσει ότι το οικονομικό κόστος για την καταβολή μόνο της μισθοδοσίας για την 16ήμερη διακοπή λειτουργίας των υπηρεσιών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης τον Οκτώβριο του 2013 είχε φτάσει στα 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια.

Στο κόστος αυτό δεν είχε υπολογιστεί η απώλεια εσόδων της ομοσπονδιακής κυβέρνησης από διάφορους φορείς ή υπηρεσίες που λειτουργούν με την υποστήριξη του ομοσπονδιακού κράτους (π.χ. εθνικά πάρκα).

«Θα πρέπει να πληρώσουμε στους ανθρώπους μισό μηνιάτικο για μία εργασία που δεν έκαναν» δήλωσε ο Τάιλερ Ιβιλσάιζερ, υπεύθυνος έρευνας στη δικομματική επιτροπή για τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό (Responsible Federal Budget). Ωστόσο, μόνο το 25% των υπηρεσιών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης δεν λαμβάνει χρηματοδότηση, ώστε να απαιτείται περισσότερος χρόνος για ένα οικονομικό κόστος όπως αυτό του 2013.

«Είναι ένα μικρό ποσοστό, στο γενικότερο πλαίσιο του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού, αλλά είναι μεγάλο για το περιεχόμενό του, καθώς αυτή η διακοπή λειτουργίας των υπηρεσιών είναι πραγματικά αχρείαστη» πρόσθεσε.

Η μερική διακοπή λειτουργίας των υπηρεσιών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης συνεχίζεται σε μία περίοδο κατά την οποία το προφίλ της αμερικανικής οικονομίας παραμένει αβέβαιο.

Ο ρυθμός της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης επιβραδύνεται, οι εμπορικές διαμάχες υποβόσκουν, οι συνέπειες από την αύξηση του επιπέδου των σταθερών επιτοκίων της Fed αρχίζουν να διαφαίνονται, ενώ ο βιομηχανικός κι ο κατασκευαστικός τομέας δείχνουν σημάδια αδυναμίας.

Όλοι οι παραπάνω παράγοντες οδηγούν ήδη τους οικονομολόγους να προβλέπουν μικρότερη οικονομική ανάπτυξη το 2019, σε σύγκριση με το 2018 και αναφορικά με τον στόχο οικονομικής ανάπτυξης της κυβέρνησης Τραμπ στο 3%.

Από την άλλη μεριά, η αμερικανική οικονομία συνεχίζει να δείχνει σημάδια δυναμισμού κι ανάπτυξης, καθώς το Υπουργείο Εργασίας (που εξακολουθεί να χρηματοδοτείται πλήρως από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση) ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι στην οικονομία προστέθηκαν 312.000 νέες θέσεις εργασίας τον Δεκέμβριο.

Παράλληλα, οι μισθοί αυξήθηκαν πάνω από 3% για τρίτο συνεχόμενο μήνα.

Ο αριθμός των νέων θέσεων εργασίας εκτιμάται ότι θα είναι κατά πολύ μικρότερος για τον μήνα που διανύουμε, στην περίπτωση που η μερική διακοπή της λειτουργίας των υπηρεσιών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης συνεχιστεί και την επόμενη εβδομάδα.

Την προσεχή εβδομάδα το Υπουργείο Εργασίας πραγματοποιεί την έρευνά του για την πορεία των μισθών, ενώ οι περισσότεροι από τους ομοσπονδιακούς υπαλλήλους που έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα θα καταγραφούν ως άνεργοι.

Παράλληλα, μειώσεις στις θέσεις εργασίας θα δηλώσουν οι ιδιωτικές εταιρείες που συνεργάζονται με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση και ο αριθμός αυτός εκτιμάται ότι έχει ανέλθει στις 15.000, σύμφωνα με τον Μάικλ Φερόλι, οικονομολόγο της JPMorgan.

Όλα τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν ότι είναι πολύ πιθανό να υπάρξει μείωση των θέσεων εργασίας στην αμερικανική οικονομία για τον Ιανουάριο, για πρώτη φορά από το 2010.