Ο κόσμος εγκατέστησε πέρυσι 50% περισσότερες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σε σχέση με το 2022, σύμφωνα με το Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (ΔΟΕ, IEA), ο οποίος προβλέπει ένα πρωτοφανή ρυθμό ανάπτυξης αυτών των ενεργειακών πηγών τα ερχόμενα χρόνια, αν και εκτιμά ότι θα είναι ανεπαρκής για να αντιμετωπισθεί η κλιματική αλλαγή.
Περίπου 507 γιγαβάτ (GW) παρήχθησαν , δηλαδή κατά 50% περισσότερα απ’ ό,τι το 2022, σύμφωνα με την έκθεση Renouvelables 2023, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα από τον ΔΟΕ.
Τα τρία τέταρτα αυτών των νέων εγκαταστάσεων του 2023 ήταν φωτοβολταϊκά.
Η Κίνα ήταν και πάλι ο μεγάλος κινητήρας αυτής της αύξησης (+66% στις ανεμογεννήτριες μέσα σ’ ένα χρόνο, για παράδειγμα). Όμως η Ευρώπη, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βραζιλία πέτυχαν επίσης πρωτοφανή επίπεδα.
Ο ΔΟΕ προβλέπει για τα πέντε επόμενα χρόνια την «πιο ισχυρή ανάπτυξη» που έχει υπάρξει ποτέ σε διάστημα τριακονταετίας.
«Η ικανότητα παραγωγής ηλεκτρισμού από ανανεώσιμες πηγές δεν επεκτάθηκε ποτέ τόσο γρήγορα μέσα σε 30 χρόνια, πράγμα που προσφέρει μια αληθινή ευκαιρία να πετύχουμε το στόχο που όρισαν οι κυβερνήσεις κατά την COP28 να τριπλασιάσουν την παγκόσμια παραγωγική ικανότητα μέχρι το 2030», υπογραμμίζει ο ΔΟΕ.
Ωστόσο αυτός ο ρυθμός δεν είναι ακόμα αρκετός, προσθέτει ο Οργανισμός, ο οποίος επισημαίνει κυρίως την ανάγκη χρηματοδοτήσεων προς τις αναδυόμενες και τις αναπτυσσόμενες χώρες.
«Στις σημερινές συνθήκες της αγοράς και με τις σημερινές πολιτικές, η παγκόσμια ικανότητα (παραγωγής ηλεκτρισμού από ανανεώσιμες πηγές) θα πολλαπλασιασθεί επί 2,5 μέχρι το 2030. Αυτό εξακολουθεί να μην είναι αρκετό για να επιτευχθεί ο στόχος της COP28 για τριπλασιασμό, όμως τον πλησιάζουμε, και οι κυβερνήσεις έχουν τα απαραίτητα εργαλεία για να καλύψουν τη διαφορά», συνοψίζει ο διευθυντής του ΔΟΕ Φατίχ Μπιρόλ.
«Οι χερσαίες ανεμογεννήτριες και τα φωτοβολταϊκά είναι σήμερα σχεδόν παντού πιο φθηνά από τους νέους σταθμούς ορυκτών καυσίμων και λιγότερο ακριβά από τους σταθμούς που υπάρχουν ήδη στις περισσότερες χώρες», υπογραμμίζει ο οικονομολόγος.
Οι τιμές των φωτοβολταϊκών μειώθηκαν πέρυσι σχεδόν 50% σε διάστημα έτους και η μείωση αυτή αναμένεται να συνεχισθεί με την παρατηρούμενη άνοδο των κατασκευαστικών δυνατοτήτων, αναφέρει ο Οργανισμός, ο οποίος δημιουργήθηκε πριν από 50 χρόνια από τον Οργανισμό για τη Συνεργασία και την Ανάπτυξη στην Ευρώπη (ΟΟΣΑ), όταν το θέμα ήταν ακόμη να δοθεί μια απάντηση στο πετρελαϊκό κραχ.